Οι δομές, οι θεσμοί και η πολιτική φιλοσοφία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, αποδείχθηκαν ολότελα ανεπαρκείς μπροστά στις κοσμογονικές προκλήσεις του 21ου αιώνα, με αποτέλεσμα να φθίνει το ίδιο το όραμα μίας Ενωμένης Ευρώπης.

Η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι ένα μωσαϊκό εθνών, το καθένα με την ξεχωριστή του ιστορία και πολιτισμική ταυτότητα, που μοιράζονται, ωστόσο, ορισμένες κοινές θεμελιώδεις αξίες και κοινά συμφέροντα, άλλως ένα κοινό πεπρωμένο ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας. Εντούτοις, η εκτός πραγματικότητας εμμονή στην τεχνητή δημιουργία μίας υπερεθνικής ευρωπαϊκής πολιτειακής οντότητας -και μάλιστα με θεσμικό όχημα μία ξεκάθαρα τεχνοκρατική και νεοφιλελεύθερη ΕΕ- καταλήγει να στέκεται εμπόδιο στην εκπλήρωση αυτού του κοινού πεπρωμένου.

Η εναλλακτική που προτείνεται στην παρούσα μελέτη απορρίπτει τον εθνοκεντρικό απομονωτισμό, λειτουργώντας συγχρόνως ως αντίβαρο στην υπερσυσσώρευση εξουσίας σε μη δημοκρατικά, εκτός λογοδοσίας και ελέγχου κέντρα. Θεμελιώδης παραδοχή αυτής της πρότασης είναι ότι το συνταγματικά οργανωμένο κράτος παραμένει το βασικό δομικό στοιχείο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και σε αυτό εδράζεται η δημοκρατική νομιμοποίηση του όποιου σχήματος ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Άρα, ένα σύγχρονο θεσμικό και κανονιστικό πλαίσιο για την από κοινού επιδίωξη της ελευθερίας, της ειρήνης και της ευημερίας στην ήπειρό μας -χωρίς τάσεις ηγεμονισμού και επιβολής- γίνεται αντιληπτό ως μία εθελοντική κοινότητα ισότιμων εταίρων, συνδεδεμένων μέσω ενός πολυδιάστατου δικτύου πολλαπλών βαθμίδων ολοκλήρωσης, οι επιμέρους κόμβοι του οποίου -τα ευρωπαϊκά κράτη, κατά κύριο λόγο, αλλά και οι ευρωπαϊκές περιφέρειες στο μέτρο που τις αφορά- αλληλεπιδρούν εντός ενός λειτουργικού πλέγματος ενισχυμένων συνεργασιών, στις οποίες εντάσσονται -ή όχι- αυτόβουλα.

Σε αυτό το μοντέλο -το οποίο δεν περιορίζεται στην ΕΕ, αλλά την περιλαμβάνει ως μία από τις συνιστώσες του, τυγχάνει δε εφαρμοστέο και εντός αυτής- δεν υπάρχει καμία αξιολογική διάκριση ανάμεσα στους διαφορετικούς βαθμούς ολοκλήρωσης, αλλά ένα ανοικτό, οριζόντιο πεδίο πολιτικών πρωτοβουλιών και συνεργασιών. Κάθε ευρωπαϊκή χώρα έχει τη δυνατότητα να επιλέγει ελεύθερα το δικό της επίπεδο ενσωμάτωσης σε αυτό το nexus, συμμετέχοντας ή μη στα διάφορα σχήματα στενότερης ολοκλήρωσης και διαρθρωμένων συνεργασιών, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, την ετοιμότητα, τις προτεραιότητες και τις ανάγκες της.

 

* Μελέτη του

Γιάννη Γούναρη, Δικηγόρου, LLM London School of Economics, Διδάκτορα Νομικής Πανεπιστημίου Αθηνών, επιστημονικού συνεργάτη του Κύκλου Διεθνών & Ευρωπαϊκών Αναλύσεων ΕΝΑ

 

Διαβάστε ακόμη: