H Oμάδα Υγείας του ΕΝΑ δημοσιεύει το 2ο Κείμενο Πολιτικής, για τις δαπάνες υγείας στον Προϋπολογισμό 2023.

Ένας κρατικός προϋπολογισμός αποτυπώνει την ποιότητα και τον χαρακτήρα της δημοσιονομικής πολιτικής μέσα από την προοδευτικότητα συλλογής και αναδιανομής πόρων. Η δημόσια δαπάνη υγείας ως μέρος του προϋπολογισμού είναι τροχιοδεικτική της ευρύτερης κοινωνικής πολιτικής ενός κράτους. Καμία χώρα δεν έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο προς την καθολική κάλυψη χωρίς αυξημένη δημόσια δαπάνη (Kutzin2013, WHO 2010, WHO 2018).

Όμως το ύψος της δημόσιας δαπάνης από μόνο του όμως δεν είναι αρκετό. Ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζονται, οργανώνονται, ταξινομούνται και παρουσιάζονται τα περιεχόμενα ενός προϋπολογισμού έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα του εκάστοτε τομέα. Στην περίπτωση της υγείας, η δομή του προϋπολογισμού επηρεάζει τη μεταβολή των εισφορών σε δαπάνες υγείας (Allen 2013).

Μερικά στοιχεία για την Ελλάδα είναι τα εξής:

Η δημόσια κατά κεφαλή δαπάνη Υγείας στην Ελλάδα είναι δύο φορές χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών της ΕΕ. Μεταξύ των 21 κρατών μελών της ΕΕ για τα οποία είναι διαθέσιμα στοιχεία για την περίοδο από το 2011 έως και το 2020, όλα τα κράτη εκτός από την Ελλάδα κατέγραψαν υψηλότερες δαπάνες υγείας το 2020 σε σχέση με το 2011. Η Ελλάδα, μάλιστα, κατέγραψε πτώση της τάξης του 16% ανά κάτοικο (Eurostat, 2022).

Μάλιστα, το 35% των δαπανών για την υγεία προέρχεται από τα νοικοκυριά με τη μορφή αμέσων ιδιωτικών πληρωμών, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών της ΕΕ είναι 15.4%. Αυτό σημαίνει ότι όχι μόνο οι δαπάνες είναι συγκριτικά χαμηλές, αλλά και τα νοικοκυριά πληρώνουν αναλογικά πάρα πολλά για υγεία από το εισόδημά τους (OECD, 2022).

Το μεγάλο χάσμα στις ακάλυπτες ανάγκες μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων δείχνει πως η διανομή των δημοσίων δαπανών γίνεται με άνισο τρόπο καθώς δεν καλύπτονται οι ανάγκες των ευάλωτων πληθυσμών. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, για το 2019 το 8,1 % του ελληνικού πληθυσμού ανέφερε μη καλυπτόμενες ανάγκες κυρίως λόγω κόστους, πολύ περισσότερο από τον μέσο όρο 1,7 % της ΕΕ. Το 2016 οι ακάλυπτες ανάγκες είχαν φτάσει στο 13,1 % και κατόπιν υπήρχε σταθερή μείωση περίπου 15% κάθε χρόνο. Ωστόσο, το ποσοστό για τα φτωχά νοικοκυριά με ακάλυπτες ανάγκες φτάνει το 18,1 % – 20 φορές υψηλότερο από το ποσοστό για τα νοικοκυριά́ στο ανώτατο πεμπτημόριο (0,9 %) (OECD/European Observatory on Health Systems and Policies, 2021).

Ο Προϋπολογισμός 2023, όπως κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων τον Νοέμβριο του 2022 από το Υπουργείο Οικονομικών, προβλέπει σε δημοσιονομική βάση έλλειμμα 7.806 εκατ. ευρώ, μειωμένο κατά 3.638 εκατ. ευρώ σε σχέση με την εκτίμηση για το 2022.

Για το Υπουργείο Υγείας προβλέπεται χρηματοδότηση 4.776.460.000 ευρώ από τον τακτικό προϋπολογισμό και 425.928.000 ευρώ από τον προϋπολογισμό του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Στον προϋπολογισμό του 2022 τα ποσά ήταν 4.341.371.000 και 315.900.000 ευρώ αντίστοιχα. Παρατηρείται δηλαδή συνολική αύξηση της τάξης του 11,7%.

Ωστόσο, τα συνολικά ποσά για αμοιβές και αποζημιώσεις υπαλλήλων νοσοκομείων και ΠΦΥ σημειώνουν οριακή μείωση, ενδεικτικό της πολιτικής επιλογής για αποδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού, γεγονός που υποστηρίζεται και από την πρόσφατη ψήφιση (2/12/2022, δεν έχει δημοσιευτεί ακόμη) του νόμου για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη ο οποίος ευνοεί τη σταδιακή ιδιωτικοποίηση των νοσοκομείων, ανεβάζοντας περαιτέρω την ιδιωτική δαπάνη.

Στο κείμενο διατυπώνονονται συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής:

  • Σταδιακή αύξηση του προϋπολογισμού με πενταετή ορίζοντα πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο δημόσιας δαπάνης ως ποσοστό της συνολικής δαπάνης για την υγεία (80%) καθώς οι ανάγκες του συστήματος υγείας και του πληθυσμού είναι πολλαπλάσιες των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών.
  • Ενίσχυση της προοδευτικότητας στη συλλογή και διανομή πόρων με στόχο την προστασία των ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων και την προστασία τους από οικονομικούς κινδύνους λόγω ασθένειας.
  • Σαφής διασύνδεση στρατηγικών στόχων με τον προϋπολογισμό υγείας.
  • Δημιουργία μηχανισμού παρακολούθησης εκτέλεσης του προϋπολογισμού σε συνάρτηση με τους δείκτες υγείας και τους στόχους, με συμμετοχή φορέων και συλλογικοτήτων αλλά και της κοινωνίας των πολιτών.
  • Συνέργειες μεταξύ των Υπουργείων στον σχεδιασμό πολιτικών πρόληψης και ενσωμάτωση στους αντίστοιχους προϋπολογισμούς τους.
  • Σαφήνεια ως προς τον καταμερισμό των δαπανών στους τομείς των υπηρεσιών υγείας.
  • Διασφάλιση διαφάνειας και ενίσχυση της δημόσιας διαβούλευσης κατά το σχηματισμό του προϋπολογισμού με συνεχείς διαδικασίες καθόλη τη διάρκεια του έτους.

 

Διαβάστε ακόμη