Τα τελευταία χρόνια, το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΝΑ (ΠΒΑ) εξετάζει  συστηματικά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα με σειρά κειμένων εργασίας, άρθρων, μελετών και εκδηλώσεων για τις πυρκαγιές, τις πλημμύρες, το πρόβλημα της ξηρασίας και της ερημοποίησης και τις τομεακές και χωρικές επιπτώσεις αυτών των φαινομένων με έμφαση στα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την Πολιτεία.

Οι κακοκαιρίες «Δανιήλ» και «Ηλίας» που έλαβαν χώρα τον Σεπτέμβριο 2023 επιβεβαιώνουν ότι η χώρα έχει εισέλθει σε μια νέα κανονικότητα με κύριο γνώρισμα την εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων τα οποία έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια ανθρώπινων ζωών και τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες που υπονομεύουν τις τρέχουσες και μελλοντικές συνθήκες διαβίωσης στην περιοχή της Θεσσαλίας. Ξεχωρίζουν ειδικότερα οι καταστροφές στη φυτική παραγωγή, οι απώλειες χιλιάδων ζώων,  το πλήγμα στη βιοποικιλότητα, η υποβάθμιση των εδαφών και οι ζημιές σε ιδιωτικές και συλλογικές υποδομές όπως οδικά δίκτυα, αρδευτικά συστήματα, μηχανολογικός εξοπλισμός και παραγωγικές εγκαταστάσεις.

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η χώρα βιώνει παρόμοια φαινόμενα για πολλοστή φορά τα τελευταία χρόνια (π.χ. πλημμύρες στη Μάνδρα το Νοέμβριο του 2017 και στη Θεσσαλία το Σεπτέμβριο του 2020). Είναι χαρακτηριστικό ότι η Θεσσαλία βιώνει την πρόσφατη καταστροφή τρία μόλις χρόνια μετά την προηγούμενη («Ιανός») χωρίς η Πολιτεία να έχει στο ενδιάμεσο διάστημα εξάγει επαρκή συμπεράσματα από τις εν λόγω καταστροφές και θέσει σε εφαρμογή κατάλληλες παρεμβάσεις για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και της περιουσίας των πολιτών.

Με διάθεση συμβολής στον απολύτως αναγκαίο και επιτακτικό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση παρόμοιων φαινομένων στο μέλλον, ερευνητές και εμπειρογνώμονες του ΠΒΑ δημοσιεύουν μια σειρά σύντομων αναλύσεων που καλύπτουν επιμέρους πτυχές των πρόσφατων πλημμυρών. Αντικείμενο αυτών των άρθρων είναι μεταξύ άλλων η βελτίωση των συστημάτων έγκαιρης πρόγνωσης και παρατήρησης των ακραίων καιρικών φαινομένων, η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας, η αποκατάσταση της αγροτικής παραγωγής και η προώθηση παρεμβάσεων για την προστασία της δημόσιας υγείας στις πληττόμενες περιοχές.

Στο πλαίσιο αυτό, το 1ο μέρος της σειράς, των Κώστα Λαγουβάρδου, Μετεωρολόγου, Διευθυντή Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και Γιάννη Ευσταθόπουλου, Οικονομολόγου, Συντονιστή Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ, εστιάζει στην περιγραφή των πρόσφατων φαινομένων, καταθέτει προτάσεις για τον ανασχεδιασμό της πολιτικής προστασίας και υπογραμμίζει τις πρωτοβουλίες που τα νέα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια σε όλη τη χώρα καλούνται να λάβουν για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των τοπικών κοινωνιών έναντι των σφοδρών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.


Καιρικά φαινόμενα & κλιματική αλλαγή: Ο ανασχεδιασμός της πολιτικής προστασίας & οι προκλήσεις για την αυτοδιοίκηση

 

Κακοκαιρία «Δανιήλ»

Το τετραήμερο της Δευτέρας 04/09 ως και την Πέμπτη 07/09/2023, μια πρωτοφανής κακοκαιρία (κακοκαιρία «Δανιήλ») έπληξε με διάρκεια και σφοδρότητα αρκετές περιοχές της χώρας, με τη μεγαλύτερη ένταση των φαινομένων στην περιοχή της Θεσσαλίας. Κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας, καταρρίφθηκαν πολλά ρεκόρ στη χώρα μας, όπως το ημερήσιο ύψος βροχής (Ζαγορά, Μακρινίτσα και Βόλος) αλλά και μηνιαίου ύψους βροχής (Μακρινίτσα). Βάσει προσεγγιστικών υπολογισμών εκτιμάται ότι στη λεκάνη απορροής του Πηνειού ποταμού (η οποία περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της Θεσσαλίας) έπεσαν συνολικά πάνω από 5 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, ποσότητα που αντιστοιχεί στην κατανάλωση νερού δεκατεσσάρων χρόνων στην Αττική. Ο χάρτης που ακολουθεί παρουσιάζει τα συνολικά ύψη βροχής στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας.

Χάρτης 1: Συνολικό ύψος βροχής κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας (Πηγή: meteo.gr)

Οι ψυχρές αέριες μάζες στη μέση και ανώτερη τροπόσφαιρα (ψυχρή λίμνη) σε συνδυασμό με την επικράτηση θερμών και υγρών αερίων μαζών στην κατώτερη τροπόσφαιρα, συνέβαλαν στην ανάπτυξη έντονης ατμοσφαιρικής αστάθειας πάνω από την περιοχή και τη δημιουργία εκτεταμένων καταιγίδων. Αν και η παρουσία της ψυχρής λίμνης δεν είναι πρωτοφανές φαινόμενο, η επικράτηση υψηλών τιμών θερμοκρασίας στην επιφάνεια της θάλασσας και στον υπερκείμενο αέρα αυτή την περίοδο του έτους συνέβαλε στην έντονη ατμοσφαιρική αστάθεια που αναπτύχθηκε στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου και στη Θεσσαλία.

Κακοκαιρία «Ηλίας»

Η Θεσσαλία και η Εύβοια είναι από τις περιοχές της χώρας που δέχτηκαν εκ νέου πολύ μεγάλα ύψη βροχής κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας «Ηλίας», όταν νέα ψυχρή λίμνη, σε συνδυασμό με χαμηλές πιέσεις στην επιφάνεια, προκάλεσε νέο κύμα κακοκαιρίας από τη Δευτέρα 25/09 έως και την Πέμπτη 28/09/2023. Η αργή κίνηση της ψυχρής λίμνης σε συνδυασμό με την έντονη μεταφορά υδρατμών από το Αιγαίο προς την ανατολική ηπειρωτική χώρα προκάλεσε την εκδήλωση ισχυρών και επίμονων βροχών και καταιγίδων, κυρίως σε περιοχές της Εύβοιας και εκ νέου της Θεσσαλίας.

Η πρώτη κακοκαιρία προκάλεσε το θάνατο 17 πολιτών και τεράστιες καταστροφές στη γεωργική γη, τη ζωική παραγωγή και τις υποδομές της περιοχής. Η δεύτερη κακοκαιρία ευτυχώς δεν είχε ανθρώπινα θύματα, αλλά επιδείνωσε περαιτέρω τα τεράστια προβλήματα στις υποδομές της περιοχής και ενέτεινε ακόμα περισσότερο τα προβλήματα των κατοίκων, τόσο στα αστικά κέντρα, όπως ο Βόλος, αλλά και σε πολλά πλημμυρισμένα χωριά του θεσσαλικού κάμπου. Οι πολυδιάστατες επιπτώσεις των δύο κακοκαιριών σε πολλούς τομείς της τοπικής οικονομίας θα αναλυθούν στα επόμενα μέρη αυτής της συλλογικής προσπάθειας κατανόησης και αποτύπωσης των συνεπειών των δύο κακοκαιριών.

Τρία ερωτήματα που χρήζουν απάντησης

Οι δύο διαδοχικές κακοκαιρίες, σε μεγαλύτερο βαθμό η πρώτη (Δανιήλ) και σε μικρότερο η δεύτερη (Ηλίας), προκάλεσαν ένα σοκ όχι μόνο στις τοπικές κοινωνίες αλλά και στο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού. Τρία κεντρικά ερωτήματα εγείρονται σε συνέχεια των πρόσφατων κακοκαιριών:

  • Θα είναι αυτά τα -πρωτόγνωρα σε ένταση- καιρικά φαινόμενα η νέα «κανονικότητα»;
  • Πόσο συχνότερα θα εκδηλώνονται;
  • Πόσο έτοιμοι είμαστε να τα προβλέπουμε και να εκδίδουμε σχετικές ειδοποιήσεις;

Τα δύο πρώτα ερωτήματα έχουν ήδη απαντηθεί διεξοδικά από τη διεθνή και ελληνική επιστημονική κοινότητα αρκετά χρόνια τώρα. Λόγω της επιταχυνόμενης κλιματικής αλλαγής τέτοιας έντασης φαινόμενα εμφανίζονται ήδη συχνότερα και δυστυχώς η συχνότητα τους θα αυξηθεί περαιτέρω μέσα στις επόμενες δεκαετίες[1]. Το είδαμε άλλωστε πρόσφατα και σε άλλες περιπτώσεις, όπως με τις καταστροφικές πλημμύρες στη Δυτική Κρήτη το Φεβρουάριο του 2019, με το μεσογειακό κυκλώνα «Ιανό» το Σεπτέμβριο του 2020[2] και με τις πλημμύρες στην Ανατολική Κρήτη τον Οκτώβριο του 2022.

Το τρίτο ερώτημα απαντήθηκε από τα ίδια τα γεγονότα κατά τη διάρκεια των δύο πρόσφατων κακοκαιριών. Υστερούμε, δυστυχώς, στο σχεδιασμό και την υλοποίηση έργων και υπηρεσιών που θα βοηθούν τις Αρχές και τους πολίτες να είναι καλύτερα ενημερωμένοι πριν και κατά τη διάρκεια ενός έντονου ή/και ακραίου καιρικού φαινομένου. Η λειτουργία της πολιτικής προστασίας της χώρας χρήζει εκ βάθρων επανασχεδιασμού και όπως είχαμε προτείνει σε σχετικά άρθρα[3] [4] στο Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΠΒΑ) θα πρέπει να προτάξει έξι βασικές προτεραιότητες:

  1. Επενδύσεις σε μετρητικά δίκτυα, κυρίως μετεωρολογικά ραντάρ και αυτόματους μετεωρολογικούς σταθμούς: Δίκτυο ραντάρ δεν λειτουργεί σήμερα στη χώρα μας, ενώ η αξία της ύπαρξης πυκνού δικτύου σταθμών (όπως αυτό που λειτουργεί το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών) αποδείχθηκε και στις δύο πρόσφατες κακοκαιρίες, επιτρέποντας τη λεπτομερή αποτύπωση των καιρικών φαινομένων κατά τη διάρκεια εκδήλωσής τους. Τα δίκτυα αυτά πρέπει να επεκταθούν και να υποστηρίζονται συστηματικά από την πολιτεία.
  2. Επιχειρησιακή αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων σε θέματα παρατήρησης και πρόγνωσης καιρού, με ενσωμάτωση της καινοτομίας στις επιχειρησιακές αποφάσεις: Χρειαζόμαστε εξειδικευμένες προγνώσεις που θα εστιάζουν στη χρήση αριθμητικών μοντέλων πρόγνωσης ύψους βροχής. Αυτά, σε συνδυασμό με τον προγενέστερο εντοπισμό περιοχών επιρρεπείς σε πλημμύρες (θέμα το οποίο θα συζητηθεί αναλυτικά στο 2ο άρθρο του αφιερώματος για τις πρόσφατες πλημμύρες στη Θεσσαλία) μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά την άμυνα απέναντι στα αποτελέσματα των φαινομένων (πχ. ποιες λεκάνες απορροής είναι σε υψηλό κίνδυνο πλημμύρας).
  3. Δημιουργία μόνιμης και χωρίς αποκλεισμούς task force ως σημείου διεπαφής όλων των επιστημονικών και επιχειρησιακών φορέων της χώρας: Η επιστημονική αυτή επιτροπή θα βρίσκεται σε μόνιμη συνεργασία για την ανάπτυξη νέων εργαλείων παρατήρησης και πρόγνωσης του καιρού και θα υποστηρίζει την πολιτική προστασία πριν και κατά τη διάρκεια εξέλιξης ενός έντονου καιρικού φαινομένου.
  4. Ολοκληρωμένη και άμεση ενημέρωση των περιφερειακών και τοπικών αρχών, με ταυτόχρονη διασύνδεσή τους με τη ροή των πληροφοριών (παρατηρήσεις και προγνώσεις): Σήμερα η ροή των σχετικών πληροφοριών σε τοπικό επίπεδο δεν υφίσταται, ενώ είναι προφανές ότι η καλύτερη ενημέρωση πριν και κατά τη διάρκεια εξέλιξης ενός έντονου καιρικού φαινομένου θα βοηθήσει στην καλύτερη προετοιμασία και ετοιμότητα των τοπικών δυνάμεων πολιτικής προστασίας.
  5. Διαμόρφωση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης: Η λειτουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης είναι πλέον απαίτηση, τόσο του ΟΗΕ όσο και του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού, τα οποία θα πρέπει να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν τόσο σε κεντρικό επίπεδο (σήμερα δίνεται μόνο μια αδρή χρωματική ειδοποίηση σε επίπεδο περιφερειών της χώρας), όσο και σε τοπικό επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη τα κλιματολογικά χαρακτηριστικά, τις ιδιαιτερότητες και την τρωτότητα της κάθε γεωγραφικής περιοχής της χώρας.
  6. Εκπαίδευση και αξιοποίηση εθελοντικών ομάδων στις δράσεις κατά της διάρκεια εξέλιξης ενός έντονου καιρικού φαινομένου: Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να αξιοποιηθούν όχι μόνοι οι υπάρχουσες πιστοποιημένες εθελοντικές ομάδες, αλλά και ομάδες πολιτών, σε συνεχή συνεργασία με του Δήμους.

Οι προκλήσεις της επόμενης ημέρας για την τοπική και περιφερειακή αυτοδιοίκηση

Εν κατακλείδι, οι επιπτώσεις των πρόσφατων κακοκαιριών επιβεβαίωσαν με τον πιο τραγικό τρόπο ότι το υφιστάμενο σύστημα πολιτικής προστασίας -με τα αποσπασματικά μέτρα, τις ξεπερασμένες μεθοδολογίες, τους αποκλεισμούς επιστημονικών φορέων και τις συνεχείς αλλαγές στρατηγικών στους συναρμόδιους φορείς του συστήματος πολιτικής προστασίας μετά από κάθε αλλαγή πολιτικής ηγεσίας- αδυνατεί να προστατεύσει τις ανθρώπινες ζωές, την περιουσία των πολιτών, τις συλλογικές υποδομές και εντέλει τις προοπτικές βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας στις πληττόμενες περιοχές.

Τα νέα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια σε όλη της χώρα καλούνται συνεπώς να κάνουν άμεσα ένα αποφασιστικό ποιοτικό άλμα αναπτύσσοντας σύγχρονα και ολοκληρωμένα στρατηγικά σχέδια για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των τοπικών κοινωνιών έναντι των σφοδρών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Όπως υπογραμμίστηκε σε πρόσφατα άρθρο του ΠΒΑ[5], επείγει δηλαδή η υιοθέτηση ενός μοντέλου διακυβέρνησης στην τοπική αυτοδιοίκηση που θα αξιοποιεί την επιστημονική γνώση, θα επενδύει στη γνωσιακή και επιχειρησιακή ενδυνάμωση των τοπικών κοινωνιών και των μελών τους και θα καλλιεργεί μια αποτελεσματική κουλτούρα συνεργασίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων φορέων. Το μοντέλο αυτό βρίσκεται στον αντίποδα υφιστάμενων πρακτικών διακυβέρνησης που προωθούν την άναρχη και μη βιώσιμη ανάπτυξη και που μεσοπρόθεσμα θα πολλαπλασιάζουν -αντί να μετριάζουν- τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα τοπικά κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά συστήματα.

 

 

[1] Κοτρώνη, Β., «Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα και στις περιφέρειές της», Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ, 21.2.2023.

[2] Κρεστενίτης, Γ.,  «Πλημμύρες στη Θεσσαλία: Τι συνέβη και τι δεν έγινε, ενώ θα μπορούσε», Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, 23.9.2020.

[3] Λαγουβάρδος, Κ., «Επτά προτάσεις με αφορμή τις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες στην Κρήτη», Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ, 4.11.2022.

[4] Λαγουβάρδος, Κ., Οργανώνοντας ένα διεπιστημονικό σύστημα Πολιτικής Προστασίας στα χρόνια της κλιματικής αλλαγής, Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης ΕΝΑ, 4.5.2023.

[5] Γαβριηλίδης, Γ., Ο Στρατηγικός Σχεδιασμός ως εργαλείο βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης και η εφαρμογή του στην Ελλάδα, 14.10.2023.