Το ζήτημα της επισιτιστικής επάρκειας, το οποίο εμφανίζεται βέβαια με άλλη ένταση στις διάφορες περιοχές του πλανήτη, έχει επανέλθει επιτακτικά σήμερα σε διεθνές επίπεδο λόγω της εξελισσόμενης ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), από το 2014 άρχισε να αυξάνει και πάλι το ποσοστό του υποσιτιζόμενου πληθυσμού του πλανήτη. Το 2019, περίπου το 9% του παγκόσμιου πληθυσμού, υπέφερε από πείνα, το 20% του πληθυσμού της Αφρικής υποσιτιζόταν και 690 εκατ. άνθρωποι πεινούσαν (το 2000 ο αριθμός αυτός ήταν 121 εκατ.). Το ίδιο έτος, το 10% περίπου το παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε κάτω από πολύ σοβαρή επισιτιστική ανασφάλεια. Σε αυτές τις συνθήκες, η σημασία της γεωργίας, αποκτα αυξημένη σημασία.

Παράλληλα, ο γεωργικός τομέας διαθέτει ιδιαίτερη βαρύτητα κατά την ενεργειακή μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στην «πράσινη ενέργεια» για τη σταδιακή επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στον κύκλο του άνθρακα στον πλανήτη. Θεωρείται βασικός τομέας κατά την «πράσινη μετάβαση», καθώς καταναλώνει και παράλληλα παράγει τεράστιες ποσότητες ενέργειας.

Σημαντικός παράγοντας της γεωργίας είναι η γεωργική γη, η οποία σε παγκόσμιο επίπεδο υφίσταται τεράστιες πιέσεις μειούμενη συνεχώς. Η βιωσιμότητα της γεωργίας, όμως, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων το ενεργειακό κόστος, το οποίο αποκτά ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της εξελισσόμενης ενεργειακής κρίσης. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, αυτό έχει ιδιαίτερη βαρύτητα λόγω της βίαιης και μη επαρκώς σχεδιασμένης απολιγνιτοποίησης που αποφασίστηκε το 2019 να ακολουθήσει η χώρα, εξαιτίας της οποίας η αύξηση του ενεργειακού κόστους της γεωργίας είναι πολύ μεγάλη. Στο πλαίσιο αυτό η χρήση των ΑΠΕ φαίνεται να είναι επιβεβλημένη.

Για τη γεωργία η χρησιμοποίηση της ηλιακής ενέργειας αποτελεί μια πολύ καλή εναλλακτική επιλογή. Με τον τρόπο όμως που εφαρμόζεται, που έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της γεωργικής γης με αρνητικές συνέπειες στη γεωργική παραγωγή, φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τον στόχο της αξιοποίησης της ηλιακής ενέργειας. Η ανταγωνιστική σχέση, όμως, που φαίνεται να προκύπτει δεν είναι αντικειμενική, αφού φωτοβολταϊκά συστήματα μπορούν να αναπτυχθούν σε εκτάσεις με χαμηλή ή μηδενική γεωργική αξία, που υπάρχουν πάρα πολλές στην Ελλάδα, αλλά δεν έχουν χωροθετηθεί ακόμη.

 

 

* Κείμενο εργασίας του

Χρίστου Τσαντήλα, Γεωπόνου, Δρ. Εδαφολογίας, πρ. Διευθυντή του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού (ΕΛΓΟ) ΔΗΜΗΤΡΑ – επιστημονικού συνεργάτη ΕΝΑ

Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης & Ευημερίας του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ

 

Διαβάστε ακόμη: