Το πρώτο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή, εν μέσω πανδημίας, με αντικείμενο διάφορο της λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, ήταν το κατατεθέν από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας με τίτλο «Εκσυγχρονισμός Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις».

Οι ρυθμίσεις του προσφάτως ψηφισθέντος «αντι–περιβαλλοντικού» νόμου, όπως δίκαια έχει αποκαλεστεί, όχι μόνον δεν αυξάνουν το επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά αποτυγχάνουν, επίσης, να θωρακίσουν τη χώρα από το σοβαρό ενδεχόμενο καταδικών και επιβολής προστίμων από την ΕΕ, καθώς με το γράμμα περισσοτέρων διατάξεων καταστρατηγούνται βασικές αρχές και προβλέψεις της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.

Η παρούσα ανάλυση αναδεικνύει μια σειρά από σοβαρούς κινδύνους για το Περιβάλλον και το επίπεδο προστασίας του. Με βάση την πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία, αυτό που φαίνεται να «απομένει», σε δικαιοπολιτικό επίπεδο, στην εθνική έννομη τάξη, είναι η βούληση για πάση θυσία οικονομική δραστηριότητα, χωρίς όρους βιωσιμότητας και αειφορικά κριτήρια, που, αναπόφευκτα, θα συνοδευθεί από σοβαρή κατασπατάληση του φυσικού κεφαλαίου, και μάλιστα σε μια χρονική περίοδο ιδιαίτερα ευαίσθητη, αυτή της πανδημίας, κατά την οποία αναδείχθηκαν ακόμη περισσότερο οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για το φυσικό περιβάλλον και την ανθρώπινη ζωή και υγεία, η κλιματική κρίση και η υπερθέρμανση.

Τέλος, σε επίπεδο διεθνούς και ευρωπαϊκού περιβαλλοντικού κεκτημένου, μπορεί να διατηρεί κανείς σοβαρές επιφυλάξεις για την επίτευξη της πράσινης μετάβασης και των έτερων Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, που τίθενται από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, εκ μέρους της χώρας.

 

* Ανάλυση της

Νέλλης Παλαμίτη, Δικηγόρου με ειδίκευση σε θέματα περιβάλλοντος και χωροταξίας

Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης & Ευημερίας του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ