Ανάλυση της Αιμιλίας Βήλου, Υποψήφιας Δρ. Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο – Το κείμενο περιλαμβάνεται στο Δελτίο Πολιτικής Συγκυρίας #03 του ΕΝΑ →

Αν και ο κατ’ οίκον περιορισμός λόγω της πανδημίας του Covid-19 επιβλήθηκε, κατά βάση, οριζόντια, οι επιπτώσεις και οι επιδράσεις του αποτυπώθηκαν ελαφρώς διαφορετικά ανάλογα με τα υπό εξέταση κοινωνικά στρώματα, ενώ έλαβε (και) έμφυλους επικαθορισμούς.

Θέτοντας ως πλαίσιο τη φύση της κρίσης (κατά πρώτον, υγειονομική, κατά δεύτερον, οικονομική και εντέλει κρίση δικαιωμάτων και δημοκρατίας), προσπαθούμε να αποδεσμεύσουμε ορισμένα στοιχεία για την έμφυλη διάσταση του δίμηνου περιορισμού, όπως προέκυψαν από την έρευνα του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, και να αποκωδικοποιήσουμε πλευρές της. Η έρευνα έχει προσεγγίσει τα φύλα ως δίπολο, και την ίδια κατηγοριοποίηση ακολουθούμε στον προβληματισμό μας, χωρίς κατ’ ανάγκη να συμφωνούμε.

Το πιο ασφαλές πρίσμα μέσα από το οποίο μπορούμε να εξετάσουμε τα ευρήματα σχετίζεται με τη θέση των γυναικών στην κοινωνία και την αναπαραγωγή των «κλασικών» πατριαρχικών στερεοτύπων. Δηλαδή, ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζονται από την κοινωνία -και εν πολλοίς αντιμετωπίζουν εαυτές- ως φροντίστριες (με την έννοια του caretaker) και, κατά συνέπεια, εντός του οικογενειακού καταμερισμού, είτε της πυρηνικής είτε της διευρυμένης οικογένειας, αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών ή των νοσούντων/σουσών συγγενών[1]. Όμως, καλώς ή κακώς (μάλλον κακώς), η κοινωνία που ζούμε είναι ταξική και καπιταλιστική, συνεπώς οι γυναίκες υφίστανται μια διπλή καταπίεση, η οποία προέρχεται από την ταξική τους θέση και από την έμφυλη διαίρεση της κοινωνίας. Με βάση αυτό το πλαίσιο αντιμετωπίσαμε τα ευρήματα της έρευνας.

Καταρχάς, τις μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ των δυο φύλων τις συναντάμε στην αλλαγή των εργασιακών συνθηκών, η οποία ήταν δραστική και έξω από τα συνηθισμένα, ούτως ή άλλως. Για σχεδόν 4 στις 10 γυναίκες (39,8%) το lockdown δεν άλλαξε τις συνήθειές τους, μιας και δεν εργάζονταν πριν την πανδημία, όπως και αντίστοιχα το 28,4% των ανδρών. Υπάρχει μια σαφής διαφοροποίηση μεταξύ των δυο φύλων η οποία αποτυπώνει τη γνωστή δυσάρεστη «πρωτιά» των γυναικών έναντι των ανδρών στα ποσοστά ανεργίας και, ενώ συνδέεται με την οικονομική κατάσταση σαφώς, δεν συνδέεται, ακόμη, με την περίοδο του ολικού lockdown[2]. Ενδιαφέροντα στοιχεία προκύπτουν για όσες/ους είχαν εργασία κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ως προς τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν το lockdown εκείνες/οι και η εργοδοσία. Παρατηρούμε ότι για έναν στους τέσσερις άνδρες (25,1%) η περίοδος του lockdown δεν διατάραξε, ιδιαιτέρως, τους εργασιακούς ρυθμούς τους, μιας και δεν άλλαξε την -εργασιακή- τους καθημερινότητα, ενώ το ίδιο συνέβη για μόλις το 9,4% των γυναικών. Επίσης, από την έρευνα προκύπτει ότι σε αναστολή εργασίας τέθηκε το 15% των εργαζόμενων γυναικών και το 8,5% των εργαζόμενων ανδρών. (Πίνακας 1.1)

Ωστόσο, αν επικεντρωθούμε μόνο στις εργαζόμενες γυναίκες και άνδρες, παρατηρείται ότι τα ποσοστά μεταβάλλονται και η ψαλίδα ανοίγει μεταξύ των δύο φύλων (Πίνακας 1.2). Βλέπουμε ότι το ένα τέταρτο των εργαζόμενων γυναικών (24,9%), εν αντιθέσει με λιγότερο από έναν στους δέκα εργαζόμενους άνδρες (11,87%), τέθηκαν σε αναστολή εργασίας. Η τάση αυτή ίσως μπορεί εν μέρει να ερμηνευτεί από τα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών σε τομείς -κυρίως υπηρεσιών- οι οποίοι δεν προσφέρονται για τηλεργασία, όπως ο τουρισμός και το λιανικό εμπόριο[3]. Ωστόσο, η τελευταία απόπειρα ερμηνείας έρχεται σε αντίθεση με την επόμενη διαπίστωση πως σχεδόν οι μισές εργαζόμενες γυναίκες (47,5%) στράφηκαν στην τηλεργασία, ενώ αυτό ισχύει για το ένα τρίτο (32,8%) των ανδρών. Είναι απολύτως προφανές ότι η θέση των γυναικών στους εργασιακούς χώρους δυσχεράνθηκε περαιτέρω, και αυτό αποτελεί μια απολύτως αναμενόμενη εξέλιξη, μιας και αντανακλώνται οι πρότερες έμφυλες διαφοροποιήσεις που εμφανίζονταν στις εργασιακές σχέσεις, οι οποίες, όπως ήταν αναμενόμενο, βάθυναν εν μέσω πανδημίας. Παράλληλα, το υψηλό ποσοστό ανεργίας των γυναικών ενδεχομένως να αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τη διεκδίκηση δικαιωμάτων και να καθιστά τις γυναίκες πιο ευάλωτες στην εργοδοτική αυθαιρεσία.

Εξίσου ενδιαφέροντα ευρήματα προκύπτουν από τη μελέτη των συναισθημάτων που βιώθηκαν εν μέσω lockdown. Με την επιφύλαξη πως δεν γνωρίζουμε τα αντίστοιχα ποσοστά σε ομαλότερες περιόδους, μπορούμε να διαπιστώσουμε και εδώ αποκλίσεις μεταξύ των δυο φύλων. Οι άνδρες αισθάνθηκαν μεγαλύτερη αβεβαιότητα εν μέσω πανδημίας, σε ποσοστό 41% έναντι του 36% των γυναικών. Από την άλλη πλευρά, οι γυναίκες αντιμετώπισαν έντονο άγχος (28%) και ανασφάλεια (29%), ποσοστά που για τους άνδρες ήταν κατά 6 μονάδες χαμηλότερα. Και ενώ ένας στους τρεις άνδρες αισθάνθηκε ηρεμία κατά τη διάρκεια του lockdown (32%), έναντι μίας στις τέσσερις γυναίκες (25%), οι γυναίκες αισθάνθηκαν φόβο (21%) στο σπίτι τους. Συναισθήματα που μπορούν να ερμηνευθούν από τις ήδη υπάρχουσες έμφυλες διαφορές, τη θέση των γυναικών στην κοινωνία, την αύξηση της οικογενειακής βίας, αλλά και την οικονομική ανασφάλεια που προκύπτει τόσο από το lockdown όσο και από την αναμενόμενη οικονομική κρίση. (Πίνακας 1.3)

Τα βιωμένα συναισθήματα που αναφέραμε εξηγούν εν πολλοίς και τη διαφορετική αντιμετώπιση της «επόμενης ημέρας». Όπου οι άντρες σε ποσοστό 34,6%, έναντι του 24,8% των γυναικών, στην άρση των ταξιδιωτικών μέτρων βλέπουν την ευκαιρία για να μειωθούν οι οικονομικές επιπτώσεις από την πανδημία, ενώ οι γυναίκες σε μεγαλύτερο ποσοστό (66,9% έναντι 50,4%) αντιμετωπίζουν την άρση των μέτρων ως μια πιθανή πηγή έξαρσης δευτέρου κύματος του ιού. Φυσικά, η θέση της γυναίκας ως φροντίστριας της οικογένειας, αλλά και η απομάκρυνσή της από την εργασία, εφόσον ήδη 4 στις 10 δεν εργάζονταν, προτεραιοποιεί την περιφρούρηση της δημόσιας υγείας, έναντι της κερδοφορίας. (Πίνακας 1.4)

Η διαφορετική αντιμετώπιση των αλλαγών στην οικονομική κατάσταση της οικογένειας δεν παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις (θετικά απάντησε το 49,9% των ανδρών, έναντι του 51,3% των γυναικών). Ωστόσο, η εκτίμηση για το βαθμό επηρεασμού της οικονομικής κατάστασης του «νοικοκυριού» είναι διαφορετική: «Πολύ» απάντησε το 66,0% των ανδρών, έναντι του 69,9% των γυναικών. Δυστυχώς, δεν έχουμε στοιχεία για τις οικονομικές απώλειες και τις συνακόλουθες επιπτώσεις σε προσωπικό επίπεδο, Εντούτοις, ζητήθηκε από τους ερωτώμενους/ες να «απολογίσουν» τις ενδεχόμενες οικονομικές απώλειες που είχαν και τις επιπτώσεις που αυτές επέφεραν κατά την περίοδο του lockdown. Από τη διαφοροποίηση των απαντήσεων προκύπτει πως είτε δεν έγιναν με τον ίδιο τρόπο αντιληπτές οι απώλειες, είτε στις οικογένειες που στηρίζονται κυρίως από τη γυναικεία εργασία οι οικονομικές επιπτώσεις ήταν σημαντικότερες. (Πίνακες 1.5 και 1.6)

Όλες οι διαφοροποιήσεις που εντοπίζουμε έχουν έμφυλα χαρακτηριστικά τα οποία ήδη υπήρχαν στην παρούσα κοινωνία και βαθαίνουν σε περιόδους κρίσεις. Ωστόσο, η ερμηνεία, άρα και η αναζήτηση λύσης, δεν είναι μονοσήμαντη. Αν το φύλο ή η ταξική θέση αποτελούν πρωτεύοντα παράγοντα, αυτό είναι κάτι που έχει, εκτός από θεωρητικό, και πρακτικό ενδιαφέρον, μιας και είναι απαραίτητη η εν λόγω διαπίστωση για το σχεδιασμό της πολιτικής αντεπίθεσης. Δεδομένου ότι η ελληνική κοινωνία είναι βαθιά ταξική και η ελληνική οικονομία καπιταλιστική και στα πρόθυρα μίας ακόμη κρίσης, η δική μας εκτίμηση είναι ότι οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται, ενώ έχουν έμφυλα χαρακτηριστικά, είναι κατά βάση ταξικές. Φυσικά, στο εσωτερικό κάθε τάξης διακρίνουμε στρώματα, και τα πιο αδύναμα -κυρίως οικονομικά- θα είναι τα πρώτα που θα δεχτούν τη βαναυσότητα οποιασδήποτε μορφής κρίσης. Οι γυναίκες υφίστανται διπλή καταπίεση, τόσο από την πατριαρχική κοινωνία όσο και από το καπιταλιστικό σύστημα, και η ανισοτιμία των γυναικών μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο όταν γίνει υπόθεση ταξική. Συνεπώς, το lockdown λειτούργησε ως ένας μεγεθυντικός φακός που μας επέτρεψε να παρατηρήσουμε τις έμφυλες διαστάσεις του εγκλεισμού και μας έδωσε τη δυνατότητα να τις μελετήσουμε (και) μέσα από ένα ταξικό πρίσμα.

 

[1] Βλ. https://blogs.imf.org/2020/07/21/the-covid-19-gender-gap/

http://ftp.iza.org/dp13562.pdf

[2]  Βλ. 19ο Ενημερωτικό Σημείωμα του Παρατηρητηρίου της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων (Γ.Γ.Ι.Φ.)

[3] https://blogs.imf.org/2020/07/21/the-covid-19-gender-gap/