Ανάλυση  του Διονύση Μητρόπουλου, Υπ. Διδάκτορα Ψυχο-κοινωνικών Επιστημών, Κολέγιο Μπέρκμπεκ, Πανεπιστήμιο του Λονδίνου – Το κείμενο περιλαμβάνεται στο ειδικό τεύχος «ΜΜΕ & κορονοϊός» που δημοσιεύει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το ΕΝΑ →

Έχοντας αφήσει πίσω μας την περίοδο των περιοριστικών μέτρων, θα προσπαθήσω σε αυτό το κείμενο να καταγράψω κάποια ενδιαφέροντα εννοιολογικά σχήματα στον λόγο του έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως αυτά εντοπίστηκαν στα επτά τηλεοπτικά διαγγέλματα, από το πρώτο στις 11/3/2020 μέχρι το τελευταίο στις 20/5/2020 (όλα τα διαγγέλματα είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα www.primeminister.gr). Το γεγονός που προκάλεσε το ερευνητικό ενδιαφέρον για το περιεχόμενο των λόγων και τις έννοιες που χρησιμοποίησε ο πρωθυπουργός προήλθε από το διττό πρόβλημα, πρακτικό και ιδεολογικό, που προκαλούσε στην ελληνική κυβέρνηση το ξέσπασμα της πανδημίας, καθώς επίσης και για τον λόγο ότι η πλειονότητα των ΜΜΕ προχωρούσε στην αναπαραγωγή του πρωθυπουργικού λόγου χωρίς ουσιαστικά να του ασκεί καμία κριτική. Αντίθετα, ο λόγος αυτός σε μεγάλο βαθμό καθόρισε τον τρόπο με τον οποίο τα ΜΜΕ συζήτησαν για την πανδημία. Η πρακτική έκφανση των επιπτώσεων της πανδημίας, αν και εξαιρετικά σημαντική, αποτελεί αντικείμενο άλλων μελετών, οι οποίες είναι διαθέσιμες στα σχετικά με αυτήν δελτία του ΕΝΑ. Εδώ θα επικεντρωθούμε στο επίπεδο του λόγου (discourse).

Η κυβέρνηση και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, όπως έχω υποστηρίξει και στο προηγούμενο δελτίο της ομάδας Media Jokers στο ΕΝΑ, ακολούθησε το συντηρητικό αφήγημα «τάξη και ασφάλεια». Παράλληλα, από την προεκλογική περίοδο των εκλογών του 2019 μέχρι και σήμερα, η κυβέρνηση και η ΝΔ προσπαθούν να υπενθυμίζουν σε επίπεδο λόγου ότι, εκτός από την ασφάλεια, κομβικό σημείο της πολιτικής της ατζέντας είναι και η οικονομική ανάπτυξη. Συνεπώς, κατά τη διάρκεια της πανδημίας δημιουργήθηκε μια εγγενής αντίφαση, μεταξύ της ασφάλειας της υγείας του πληθυσμού που έπρεπε να προστατευθεί με κάθε κόστος, και την ταυτόχρονη -μα αναγκαία- παύση λειτουργίας των περισσότερων οικονομικών κλάδων, ώστε να διαφυλαχτεί η πρώτη. Με άλλα λόγια, κατά την περίοδο της πανδημίας, τα δύο βασικά ιδεολογικά σχήματα της κυβέρνησης και της ΝΔ, αυτά της ασφάλειας και της οικονομικής ανάπτυξης, ήρθαν σε σύγκρουση. Οι πρακτικές επιπτώσεις αυτής της σύγκρουσης δημιουργήσαν αναταράξεις στο πολιτικό της αφήγημα, αλλά και στις πολιτικές που θα έπρεπε να εφαρμόσει, ώστε να ανασχεθεί η εκθετική εξάπλωση του κορονοϊού. Αυτή η αντίφαση έγινε πιο εμφανής κατά την περίοδο της άρσης των περιοριστικών μέτρων, παρά στην αρχική τους εφαρμογή, όπου είχε φανεί η επιλογή να είναι η ασφάλεια των πολιτών. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι παρόμοιες αντιφάσεις και συγκρούσεις κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν σχεδόν όλες οι κεντρο-δεξιές κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με κυρίαρχο παράδειγμα αυτό της Γερμανίας.

Με κεντρικό αναλυτικό άξονα τις δύο έννοιες που προαναφέρθηκαν, της ασφάλειας και της οικονομίας, παράλληλα εμφανίστηκαν στον πρωθυπουργικό και κυβερνητικό λόγο οι έννοιες της ενότητας (με διττή ερμηνεία: πολίτη με πολίτη και πολίτη με την πολιτεία) και της ατομικής ευθύνης, καθώς και ο λόγος των ειδικών και της «συνθήκης πολέμου». Είναι δεδομένο ότι αυτές αποτελούν μόνο κάποιες από τις έννοιες που θα μπορούσε ένας σχολιαστής να σταχυολογήσει στον λόγο των διαγγελμάτων. Συνεπώς, αυτές οι επιλεγμένες έννοιες δεν αποτελούν ακριβή λίστα, αλλά έννοιες που εμπλέκονται, άλλοτε σημαντικά με τις δύο βασικές έννοιες (ασφάλεια και οικονομία), ενώ σε άλλες περιπτώσεις παράγουν υποστηρικτικό ρόλο στους παραγόμενους λόγους του βασικού δίπολου.

Ασφάλεια, ενότητα και ατομική ευθύνη

Από το πρώτο κιόλας διάγγελμα, ο πρωθυπουργός έθεσε το πλαίσιο, μιλώντας για «διπλή κρίση». Από την μία, η «ασύμμετρη απειλή του μεταναστευτικού» και από την άλλη η «υγειονομική απειλή του κορονοϊού» (11/03/2020). Μετά από μια εβδομάδα περιοριστικών μέτρων ο πρωθυπουργός το κάνει ξεκάθαρο, θέτοντας τη μία αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα: «Να σώσουμε ζωές. Πρώτη μας φροντίδα είναι ο άνθρωπος και η δημόσια υγεία» (17/03/2020). Άρα η έννοια της ασφάλειας των ανθρώπων τίθεται στο επίκεντρο από την «αυτονόητη επιλογή» για προστασία των συνόρων, στα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του ιού με την εφαρμογή περιοριστικών μέτρων. Ωστόσο, ο λόγος του πρωθυπουργού κάνει σαφές ότι στην κρίση «ο πρώτος και μόνος λόγος ανήκει τώρα στους γιατρούς και στην πολιτεία» (17/03/2020). Την ασφάλεια του πολίτη αναλαμβάνει η πολιτεία και ο πολίτης έχει υποχρέωση να υπακούσει στις συστάσεις των ειδικών για τη δική του προστασία.

Έπειτα, εμφανίζεται η έννοια της ενότητας και της «ελληνικής» ταυτότητας, η οποία λειτουργεί υποστηρικτικά της ιδεολογικής «υπόσχεσης» για ασφάλεια, όπου «ενωμένοι και συσπειρωμένοι» καλούμαστε να «βγούμε και πάλι νικητές!» (17/03/2020). Ο πρωθυπουργός καθησυχάζει τους πολίτες ότι «καλούμαστε να αλλάζουμε μόνο συνήθειες» και «όχι τον πολιτισμό μας», δηλαδή ο πυρήνας της ταυτότητας, του ανήκειν, θα παραμείνει αμετάβλητος. Έτσι, η αναφορά στην ασφάλεια, πέρα από τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν με διάφορα μέτρα και βέβαια με την απαγόρευση κυκλοφορίας την 23η Μαρτίου, φαίνεται να αποκτά έντονη σύνδεση με τον λόγο περί έθνους και λαού. Ο πρωθυπουργός, στις 28 Απριλίου, θέτει ξεκάθαρα ότι θα βγούμε από αυτή τη δοκιμασία με «μία ανανεωμένη εθνική αυτοπεποίθηση». Έναν μήνα μετά, αναφέρει ότι «αποδείξαμε, ως λαός, ότι δεν φοβόμαστε τα δύσκολα» (20/05/2020). Τα οριενταλιστικά πολιτισμικά στερεότυπα που αναπαράχθηκαν κατά την περίοδο των μνημονίων στο επίπεδο του μιντιακού λόγου επιστρέφουν αντεστραμμένα δια στόματος του πρωθυπουργού, όταν αναφέρει ότι «ο Έλληνας, που κάποιοι έλεγαν ότι σκέφτεται ατομικά, έγινε συνειδητό μέρος μιας συλλογικής προσπάθειας» (20/05/2020). Στο τελευταίο διάγγελμα, ο πρωθυπουργός εδραιώνει την έννοια της ενότητας αναφέροντας ότι «πιστέψαμε ο ένας τον άλλον» και προσθέτοντας -όχι τυχαία- ότι «όλοι μαζί πιστέψαμε στην πολιτεία» (20/05/2020). Η δήλωση αυτή, που μάλλον χαρακτηρίζεται από πολιτικό ρομαντισμό, μιας και οι αντικειμενικές συνθήκες της πανδημίας και τα περιοριστικά μέτρα επηρέασαν περίπου 4 δισ. ανθρώπων παγκοσμίως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη «πίστης» των πολιτών στην πολιτεία και κατ’ επέκταση στην κυβέρνηση ή τον πρωθυπουργό.

Η πίστη των πολιτών στην πολιτεία, που στο τελευταίο διάγγελμα (20/05/2020) είχε υπογραμμιστεί εμφατικά, στο πρώτο διάγγελμα δεν θεωρήθηκε δεδομένη. Ο πρωθυπουργός θέτει τα όρια της στάσης του υπεύθυνου πολίτη λέγοντας ότι «κανένα μαζικό μέτρο δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ατομική ευθύνη», υπογραμμίζοντας ότι η θετική ανταπόκριση των πολιτών στα περιοριστικά μέτρα τα οποία «δεν αποτελούν αμφισβήτηση ατομικών δικαιωμάτων, αλλά κοινωνικό καθήκον» (11/03/2020). Η πολιτεία ασκεί τις κατάλληλες πολιτικές αλλά «πάνω από όλα, όμως, αυτή η περιπέτεια μάς καλεί να αναδείξουμε την ατομική μας ευθύνη», όπως και «τη γενναιότητα και το συλλογικό μας σθένος», καθώς και το «φιλότιμό» μας (17/03/2020). Εδώ βλέπουμε ότι οι έννοιες της ενότητας και της ατομικής ευθύνης περιπλέκονται και υποστηρίζουν το κεντρικό αφήγημα της ασφάλειας. Η «υπευθυνότητα» (17/03/2020) του πολίτη είναι καθοριστική για την ασφάλεια όλων. Η υπευθυνότητα της πολιτείας θεωρείται δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη την ώρα της κρίσης. Οι πολίτες οφείλουν να είναι «υπεύθυνοι και πειθαρχημένοι» (19/03/2020). Όταν «η ευθύνη του ενός αποδεικνύεται ελλειμματική», τότε η πολιτεία θα πρέπει να παρεμβαίνει και να μην αφήνει «μερικούς επιπόλαιους να υπονομεύσουν την ασφάλεια των πολλών», τόνιζε ο πρωθυπουργός μια μέρα πριν την απαγόρευση άσκοπης κυκλοφορίας. Οι μόνοι που μπορούν να ορίσουν αντικειμενικά τα όρια της ασφάλειας είναι οι ειδικοί και το κράτος, αφού «δεν πήγαμε στις εκκλησίες» και αντί αυτού «μείναμε στο σπίτι, ακολουθώντας τις συμβουλές των ειδικών» (28/04/2020). Έτσι, ακόμα και η αντιπαράθεση που δημιουργούσε η πολιτική της πανδημίας μεταξύ κυβέρνησης και Ιεράς Συνόδου ξεπεράστηκε με την επίκληση των ειδικών. Εδώ, εύλογα αναδύεται το ερώτημα για το ποια είναι η πολιτική ευθύνη του τεχνοκράτη, του επιστήμονα ή του ειδικού. Ο πρωθυπουργός σε δεύτερο χρόνο δείχνει να απαντά «σεβόμαστε τους ειδικούς, πειθαρχούμε στους κανόνες» (19/04/2020).

Κατασκευή μιας πολεμικής συνθήκης, λόγος των ειδικών και οικονομία

Μετά το πρώτο διάγγελμα που εγκαινίασε μια μακρά περίοδο περιοριστικών μέτρων και με τη δραματική εξέλιξη της εξάπλωσης του ιού στη γειτονική Ιταλία, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας σε πλήρη αρμονία με το αντίστοιχο διάγγελμα του γάλλου προέδρου, Εμμανουέλ Μακρόν, αναγγέλλει ότι «είμαστε σε πόλεμο» (17/03/2020). Το σχήμα του πολέμου αρχίζει να χρησιμοποιείται ευρέως και καταχρηστικά από τα εγχώρια και παγκόσμια ΜΜΕ. Δεν πρόκειται για πόλεμο με πραγματικό εχθρό, αλλά όπως λέει ο πρωθυπουργός «με έναν εχθρό που είναι αόρατος». Η μεταφορά του πολέμου έχει συγκεκριμένες πολιτικές χρήσεις και ιδεολογικές λειτουργίες. Έχει σκοπό να θέσει τα όρια της κατάστασης εξαίρεσης, αλλά κυρίως να ενημερώσει ότι τα όρια τα θέτει το κράτος και αυτά τα όρια είναι αδιαπραγμάτευτα, διότι η απειλή είναι «ίδια» για όλους. «Κάτω από αυτήν τη σημαία θα πολεμήσουμε» (17/03/2020), τονίζει ο πρωθυπουργός και αναμένει συστράτευση και «πειθαρχημένους» πολίτες. Όπως είπαμε, η κατασκευή της πολεμικής συνθήκης δεν είναι τυχαία και συνδέεται άμεσα και με το ζήτημα των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία, τη δεύτερη βασική έννοια του κυβερνητικού αφηγήματος.

Σε αυτό το διάγγελμα, ο πρωθυπουργός μιλάει για πρώτη φορά για «κόστος μοιρασμένο δίκαια» και για «ιδιωτικό τομέα». Επίσης, αναφέρεται στην επόμενη ημέρα που «θα είναι δύσκολη, ίσως και εφιαλτική» (17/03/2020). Αυτό είναι ένα μήνυμα για την οικονομία, την οποία, λόγω της «πολεμικής συνθήκης», δεν μπορεί να προστατεύσει. Επειδή, ωστόσο, είναι κομβικό το θέμα και οι φόβοι για παγκόσμια ύφεση πυκνώνουν από τα ΜΜΕ παγκοσμίως, το μήνυμα πρέπει να γίνει σαφές, «όλοι, άλλωστε, μιλούν για συνθήκες πολέμου», προσθέτοντας ότι «συνεπώς και η οικονομία οφείλει να είναι οικονομία πολέμου» (17/03/2020). Η οικονομία πολέμου σημαίνει πρωταρχικά τη στήριξη της οικονομίας συνολικά, μιας και θα δεχθεί ισχυρά χτυπήματα τα οποία αδυνατεί η εκάστοτε πολιτεία να ελέγχει. Συνεπώς, το κυβερνητικό αφήγημα προστασίας της οικονομίας κλυδωνίζεται, καθώς είναι ανήμπορη να προβλέψει την ένταση και την έκταση της ύφεσης. Αυτή η κατάσταση πολέμου απαιτεί οι πολίτες να μετατρέπονται σε «πειθαρχημένους στρατιώτες» (17/03/2020), οι οποίοι πρέπει να «μείνουν σπίτι» (17/03/2020), μιας και δεν μπορούν να είναι καταναλωτές. Μετά από δύο μέρες, σε νέο διάγγελμά του, ο πρωθυπουργός επανέρχεται  με τα «νέα δεδομένα στα μέτωπα της υγείας μας και της οικονομίας» (19/03/2020). Μας υπενθυμίζει ότι τα «μέτωπα» αυτά αποτελούν τον «διπλό στόχο» του, η προστασία της «υγείας» και της «ευημερίας» (19/03/2020). Ας σημειωθεί εδώ ότι αυτοί οι πυλώνες δεν είναι λόγοι που παράγονται εξαιτίας της έκτακτης περίστασης, αλλά η συνέχεια του κυβερνητικού επικοινωνιακού αφηγήματος που παίρνει το νήμα των λόγων που έχουν παραχθεί εδώ και καιρό για να χτιστούν οι δεσμοί με τη κοινωνία και οι κοινωνικές συμμαχίες που έφεραν την εκλογική νίκη του 2019.

Έναν μήνα μετά, ο πρωθυπουργός, νιώθοντας αυτοπεποίθηση για τις πολιτικές του επιλογές αντιμετώπισης της εξάπλωσης του ιού, υπογραμμίζει ότι «με πειθαρχία και αλληλεγγύη αποκρούσαμε τα πρώτα της κύματα», «θωρακίσαμε τη δημόσια υγεία» και συνεχίζει δίνοντας τον τόνο για την επόμενη μέρα της οικονομίας ότι «σύντομα θα ξεκινήσουμε τη σταδιακή μετάβαση σε μία νέα εποχή» (19/04/2020). Χρησιμοποιεί εκ νέου την έννοια της ενότητας σε συνδυασμό με το ότι αποδεχτήκαμε υπεύθυνα ως κοινωνία την ανάγκη να παραλύσει η οικονομική δραστηριότητα «για να σώσουμε ανθρώπινες ζωές» (28/04/2020). Εδώ το βασικό σχήμα της «θυσίας» της οικονομίας για την ασφάλεια των πολιτών έρχεται στο προσκήνιο. Το σχήμα αυτό θα βρει «λύση» με την άρση των περιοριστικών μέτρων, καθώς και με την πρόωρη άρση κάποιων από αυτών στο όνομα της πιο γρήγορης ενεργοποίησης της οικονομίας.

Στο διάγγελμα της 28ης Απριλίου, ο πρωθυπουργός μας ενημερώνει ότι την «1η Ιουνίου ξεκινά η δραστηριότητα στον τομέα της εστίασης», ένα μέτρο που όπως ξέρουμε άρθηκε μια εβδομάδα νωρίτερα και λόγω της πίεσης του κλάδου. Στο ίδιο διάγγελμα είχε δηλώσει ότι το σχέδιο άρσης των μέτρων «θα υπόκειται σε αναθεωρήσεις, ανάλογα με τις εξελίξεις των πραγμάτων και τις οδηγίες των ειδικών» (28/04/2020). Εδώ αξίζει να υπογραμμίσουμε ξανά τη βαρύτητα στον λόγο των ειδικών που αρκετές φορές επικαλέστηκε ο πρωθυπουργός, λέγοντας μάλιστα ότι επιθυμεί «η κάθε απόφαση να έχει τη σφραγίδα της επιστημονικής γνώσης» (28/04/2020). Πάλι στο ίδιο διάγγελμα, όπου προανήγγειλε την άρση των περιορισμών στη μετακίνηση των πολιτών, ξεκαθάρισε ότι αυτό έγινε «μετά από τις εισηγήσεις της Επιστημονικής Επιτροπής» (28/04/2020). Αυτές οι συνεχείς αναφορές στον λόγο των ειδικών μάλλον εξυπηρετούσαν την ενδεχόμενη πρόωρη άρση κάποιων περιοριστικών μέτρων της οικονομικής δραστηριότητας, αφού η απόφαση αυτή θα ήταν μια επεξεργασμένη επιστημονικά πολιτική και όχι αποτέλεσμα πίεσης από τους επαγγελματίες των εκάστοτε κλάδων. Αυτό συμπυκνώνεται εμφατικά στη φράση του πρωθυπουργού ότι «κλειδί για την επιτυχία» θα είναι «και πάλι η ατομική μας πειθαρχία», «η υπευθυνότητα» των πολιτών, καθώς και «η εμπιστοσύνη στις οδηγίες των ειδικών» (28/04/2020). Ο πρωθυπουργός παράλληλα προσπαθεί να προετοιμάσει το έδαφος για την επόμενη δύσκολη μέρα της οικονομίας, λέγοντας ότι «τον καιρό που έρχεται καραδοκούν δυσκολίες, στην υγεία αλλά και στην οικονομία, το παρατεταμένο πάγωμα της οποίας έχει κοινωνικό πρόσημο» (28/04/2020), ενώ προσθέτει στο ίδιο πλαίσιο ότι «μετά τον κορονοϊό, η κρίση θα είναι βαθιά και παγκόσμια» (28/04/2020). Σε μια κρίση βαθιά και παγκόσμια ποιος θα αμφισβητήσει τις επιλογές ενός πρωθυπουργού και τα αποτελέσματα μιας κυβέρνησης;

Στο τελευταίο του διάγγελμα, στις 20/5/2020, ο πρωθυπουργός μιλά για την «αφετηρία μιας νέας περιόδου» και ξεκαθαρίζει ότι το επίκεντρο μεταφέρεται από την υγεία στην οικονομία: «Θα περάσουμε, έτσι, από το στάδιο της πρόταξης της υγείας με στήριξη της οικονομίας, σε αυτό της τόνωσης της οικονομίας με διαρκή επιφυλακή στην υγεία» (20/05/2020), λέει χαρακτηριστικά. Ωστόσο, η «αβεβαιότητα του σήμερα» συγκαλύπτεται από το αφήγημα της «ασφάλειας του αύριο», που επαναφέρει την «ισχυρή ανάπτυξη» στο προσκήνιο (20/05/2020). Έτσι, θέτει τους τρεις πυλώνες του προγράμματος της κυβέρνησης: «στήριξη εργασίας, μείωση φόρων, τόνωση επιχειρηματικότητας» (20/05/2020). Ο πρωθυπουργός, προσπαθώντας να πείσει για την καλή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, θυμίζει ότι «ότι έως τώρα στην Ελλάδα οι απολύσεις ήταν λιγότερες από όσες καταγράφονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες». Ενδεχόμενα αυτό να εξηγείται από το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ήδη την υψηλότερη ανεργία της ΕΕ, ύστερα από τη σχεδόν δεκαετή οικονομική κρίση. Αλλά αυτά φαίνεται να μην έχουν και πολλή σημασία, διότι οι παραγόμενοι λόγοι εφεξής πρέπει να στοχεύουν σε αυτό που έχει μείνει πίσω: την οικονομία. Ο πρωθυπουργός, αναλύοντας το σχέδιο, τονίζει ότι «η επιδότηση της εργασίας σε αναστολή» και η «χρηματοδότηση της πραγματικής απασχόλησης» μπαίνουν στο επίκεντρο με ταυτόχρονες εργασιακές ρυθμίσεις ελαστικοποίησης της εργασίας, όπου οι επιχειρήσεις θα μπορούν «να προσαρμόζουν ανάλογα και τον χρόνο εργασίας των υπαλλήλων τους» (20/05/2020). Αυτές οι εξελίξεις θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι δεν αποτελούν ακριβώς «δίχτυ ασφαλείας» για τους εργαζομένους. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο ο πρωθυπουργός παρεμβαίνει, λέγοντας ότι «όριο ασφαλείας θα παραμένει ο βασικός μισθός» (20/05/2020). Οι ισχυρισμοί του πρωθυπουργού ότι «ο μηχανισμός ενίσχυσης της απασχόλησης απ’ τη μία πλευρά επιτρέπει στις επιχειρήσεις που χτυπήθηκαν να ανασάνουν» και από την άλλη ότι «θωρακίζει την απασχόληση» θα κριθούν σε βάθος χρόνου και θα εξαρτηθούν από πολλούς παράγοντες που αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να φανταστούμε.

Η επικοινωνιακή διαχείριση της οικονομικής εκδοχής της κρίσης που προκάλεσε η πανδημία είναι έκδηλη στα λόγια του πρωθυπουργού στο τελευταίο διάγγελμα, όπου λέει ότι «ποτέ δεν έκρυψα πως η μάχη για τη ζωή θα έχει βαρύ οικονομικό αντίκτυπο» (20/05/2020). Βέβαια, εντύπωση προκαλεί ότι ο ίδιος λίγο πιο μετά, στο ίδιο διάγγελμα, αναφέρει ότι «οι άνεργοι στην Αμερική ξεπερνούν τα 30 εκατομμύρια» χωρίς να αναφέρει τις χιλιάδες νέων ανέργων των τελευταίων δύο μηνών λόγω της πανδημίας στην Ελλάδα. Επαναλαμβάνει, με μάλλον ξεκάθαρο ύφος, ότι «μιλάμε για μία παγκόσμια οικονομική κρίση, που όμοιά της δεν έχουμε δει εδώ και τρεις γενιές» (20/05/2020) και συνεχίζει λέγοντας ότι «ειδικά για την Ελλάδα, ο κίνδυνος είναι ίσως μεγαλύτερος», διότι κυρίως «η πανδημία ανέκοψε την πορεία της χώρας σε μία εποχή που έμπαινε ορμητικά σε τροχιά ανάπτυξης» (20/05/2020). Αυτός ο ισχυρισμός, ωστόσο, δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία κατέγραψε ύφεση 0,9% για το πρώτο τρίμηνο του 2020, γεγονός που δείχνει ότι η ελληνική οικονομία είχε εισέλθει σε τροχιά ύφεσης πριν το lockdown, όταν οι πρώτοι 2,5 μήνες ήταν πριν την εφαρμογή οποιουδήποτε περιοριστικού μέτρου. Συνεπώς, αυτή η πλαισίωση της κατάστασης, θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος με σχετική σιγουριά, ότι προετοιμάζει τους πολίτες για δύσκολες μέρες, αλλά, κυρίως, την απαίτηση για χαμηλές προσδοκίες. Έχει ενδιαφέρον, ωστόσο, ότι η αναφορά στην Ελλάδα έχει πάντα θετικό φορτίο, ενώ οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας βαραίνουν μόνο τους «άλλους», όπως αναφέρθηκε παραπάνω. «Εμείς», «όπως κερδίσαμε τη μάχη της υγείας, θα νικήσουμε και στον πόλεμο της οικονομίας» (20/05/2020).

Προς το τέλος του τελευταίου διαγγέλματος, ο πρωθυπουργός αναφέρει ότι «προσωπικά», «νιώθει πιο δυνατός έχοντας αντιμετωπίσει σε λίγους μήνες -και σχεδόν παράλληλα- την πρόκληση της οικονομίας, την καταιγίδα του μεταναστευτικού και την απειλή μίας παγκόσμιας πανδημίας» (20/05/2020). Αυτή η φράση είναι, θεωρώ, η πιο ενδεικτική του αφηγήματος της κυβέρνησης, η οποία συνδυάζει τις έννοιες της ασφάλειας και της οικονομίας ως το βασικό σχήμα μέσω του οποίου παράγει πολιτικό λόγο και πολιτικές. Παράλληλα, αποκαλύπτει δύο ενδιαφέροντα ζητήματα: πρώτον, πως οι έννοιες της ενότητας, της ατομικής ευθύνης, του λόγου των ειδικών και της «συνθήκης πολέμου» περιπλέκονται, με όχι πάντα προφανή τρόπο, με τις κεντρικές έννοιες της ασφάλειας και της οικονομικής ανάπτυξης, άλλοτε ως ρητορικά σχήματα και άλλοτε ως ιδεολογικές επιταγές που συντηρούν το πολιτικό αφήγημα της κυβέρνησης. Δεύτερον, με την προσωπική αναφορά του πρωθυπουργού ίσως να τονίζεται ο προσωποκεντρικός χαρακτήρας της πολιτικής, ειδικά όταν μιλάμε για το τελευταίο διάγγελμα μιας επιτυχημένης διαχείρισης μιας πανδημίας. Ωστόσο, ποιος θα μπορούσε να αμφιβάλει για τις προθέσεις ενός πρωθυπουργού που κλείνει το τελευταίο του διάγγελμα βεβαιώνοντάς μας ότι «μαζί θα τα καταφέρουμε και πάλι»;