Ο δημοσιογράφος Δημήτρης Δεληολάνης γράφει στο ΕΝΑ για την επανεκλογή Ματαρέλα στη θέση του Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας, αναλύοντας πολιτικούς συσχετισμούς που οδήγησαν στην εξέλιξη αυτή, καθώς και για την επόμενη ημέρα στο πολιτικό σκηνικό της χώρας →

Ήταν ένα ψυχόδραμα που παρατάθηκε για υπερβολικά πολλές ημέρες, αλλά έληξε με τον καλύτερο τρόπο. Παρόλη τη δυσφορία του ιδίου, που θα προτιμούσε να συνεχίσει την όποια πολιτική του δραστηριότητα ως πρώην Πρόεδρος και νυν ισόβιος γερουσιαστής, για την Ιταλία η παραμονή του Σέρτζο Ματαρέλα στο προεδρικό Κυρηνάλιο Μέγαρο ήταν η καλύτερη δυνατή διέξοδος από το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε στο μέγαρο με τους 1009 εκλέκτορες.

Ο Ματαρέλα απολαμβάνει μεγάλη δημοτικότητα, τη δεύτερη μετά τον Σάντρο Περτίνι, τον σοσιαλιστή Πρόεδρο (από το 1978 έως το 1985), που ποτέ δεν ξέχασε πως υπήρξε παρτιζάνος. Αυτό οφείλεται στην  επίμονή του Ματαρέλα να ακολουθεί επιμελώς το γράμμα και κυρίως το πνεύμα του Συντάγματος, αποδεικνύοντας με τις πράξεις του πως δεν εκπροσωπεί καμία παράταξη. Μια αντίληψη της προεδρίας καθόλου δεδομένη μετά την παρατεταμένη προεδρική θητεία του Τζόρτζο Ναπολιτάνο που δεν έχανε ευκαιρία να ασκήσει την επιρροή του στο πολιτικό προσκήνιο. Χωρίς βεβαίως να παραλείψουμε πως ο αδελφός του Προέδρου, ο Πιερσάντι Ματαρέλα ήταν επικεφαλής της Περιφέρειας Σικελίας όταν δολοφονήθηκε το 1980, κατ΄ εντολή της Κόζα Νόστρα αλλά με νεοφασίστες τρομοκράτες ως εκτελεστές.

Οι ηττημένοι της επιστροφής του Προέδρου είναι σίγουρα οι ηγέτες της κεντροδεξιάς. Ο Μπερλουσκόνι, ηλικιωμένος ηγέτης ενός κόμματος, το Forza Italia, που κινείται γύρω στο 6%, έδωσε τη μάχη του πριν από την έναρξη της ψηφοφορίας για να αποσυρθεί, χωρίς να δώσει πειστικές εξηγήσεις, λίγο πριν αυτή ξεκινήσει. Τη θέση του ως ηγέτη και καθοδηγητή  των εκλεκτόρων της δεξιάς παράταξης θέλησε να καλύψει ο Ματέο Σαλβίνι. Με το μέρος του ο ηγέτης της Λέγκας είχε το γεγονός πως, όχι μόνο διαθέτει τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική ομάδα του δεξιού χώρου, αλλά έχει εγκαταλείψει εδώ και καιρό την «εμμονή» του με το μεταναστευτικό και κάνει προσπάθειες να μετακινήσει το κόμμα του προς τον κεντρώο χώρο. Η φιλοδοξία όμως του Σαλβίνι σκόνταψε μπροστά στον ανταγωνισμό του με το ακροδεξιό κόμμα Αδελφοί Ιταλίας της Τζόρτζα Μελόνι, η οποία δημοσκοπικά έχει λεηλατήσει μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του.

Σίγουρα όμως ο Σαλβίνι σκόνταψε επάνω και σε άλλα εμπόδια: Τη σκληρή εσωκομματική αναμέτρηση του με τον υπ΄ αριθμόν δύο της Λέγκας, τον υπουργό Ανάπτυξης Τζανκάρλο Τζορτζέτι, τις εξτρεμιστικές ανατρεπτικές τάσεις που διαπερνούν το κόμμα της Μελόνι και τα στελέχη του Forza Italia που εναγωνίως αναζητούν νέα στέγη. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση ήταν αναμενόμενο ο κάθε εκλέκτορας θα κάνει «του κεφαλιού του», εξυπηρετώντας προσωπικές πεποιθήσεις ή και συμφέροντα.

Το ίδιο όμως συνέβη και στην κεντροαριστερά. Ο νέος γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος Ενρίκο Λέτα όχι μόνο δεν μπόρεσε να δώσει επί τέλους μια σαφή πολιτική φυσιογνωμία στο κόμμα του, αλλά στάθηκε ανήμπορος μπροστά στις πιέσεις, τους εκβιασμούς και τις διαφωνίες των πολλών τοπικών κέντρων εξουσίας που έχουν εδραιωθεί εδώ και δεκαετίες εντός του κεντροαριστερού κόμματος. Ακολουθώντας την παλιά χριστιανοδημοκρατική μέθοδο της ενσωμάτωσης όσο περισσότερων τάσεων και συνιστωσών, ο Λέτα ετοιμάζεται να υποδεχτεί στο Δημοκρατικό Κόμμα τους πρώην διαφωνούντες Ντ΄Αλέμα και Μπερσάνι που διασπάστηκαν επί ηγεσίας Ρέντσι και τώρα επιστρέφουν. Παράλληλα προσπαθεί να επανεντάξει και τον ίδιο τον Ρέντσι, του οποίου το κόμμα Ζωντανή Ιταλία ψυχορραγεί και ο ίδιος περιφέρεται στον αραβικό κόσμο κάνοντας ανούσιες διαλέξεις σε αξιοθρήνητα αγγλικά. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς προφήτης για να κατανοήσει πως όλες αυτές οι διευρύνσεις σε ένα κόμμα με χρόνιο πρόβλημα ταυτότητας δεν θα έχουν άλλο αποτέλεσμα από το μεγαλώσουν το χάος.

Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων για την εκλογή του νέου Προέδρου, η  κατάσταση ξέφυγε εντελώς από τα χέρια του Λέτα, σε σημείο που ακόμη και ο ηγέτης του Κινήματος 5 Αστέρων Τζουζέπε Κόντε σε κάποια φάση φάνηκε να μην παίρνει στα σοβαρά τις επιπόλαιες υποδείξεις του, που τελικά οδήγησαν στο να «καούν» αξιοπρεπέστατες υποψηφιότητες για την Προεδρία. Και ο Κόντε είχε βέβαια ανάλογα προβλήματα, με μεγάλο μέρος της κοινοβουλευτικής ομάδας να σνομπάρει ανοιχτά τις υποδείξεις του και να προτιμά να συσκέπτεται με τον υπουργό Εξωτερικών Λουίτζι Ντι Μάιο, που δεν κρύβει τη φιλοδοξία του να αναλάβει την ηγεσία του Κ5Α.

Λίγο πριν ξεκινήσει η ψηφοφορία για την ανάδειξη του νέου Προέδρου, η ιταλίδα ιστορικός Σιμόνα Κολαρίτσι, του πανεπιστημίου της Ρώμης La Sapienza και συνεργάτης του Ινστιτούτου Γκράμσι,  κυκλοφόρησε  ενδιαφέρουσα μελέτη της με θέμα την ιταλική πολιτική από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 του περασμένου αιώνα. Η ιστορικός ξεκινά από την αυτοδιάλυση του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 1991 και συνεχίζει στα επόμενα χρόνια, στην περίοδο της μεγάλης επίθεσης της δικαστικής εξουσίας εναντίον της πολιτικής. Ήταν η επιχείρηση «Καθαρά Χέρια» που οδήγησε στη διάλυση της Χριστιανοδημοκρατίας και του Σοσιαλιστικού Κόμματος και την εξαφάνιση μικρότερων ιστορικών κομμάτων, όπως το Ρεπουμπλικανικό και το Φιλελεύθερο.

Αυτή η μεγάλη αντιπολιτική θύελλα ξέσπασε καθόλου τυχαία τη στιγμή που η διεθνής οικονομία άλλαζε δομές και μεθόδους στο δρόμο προς την παγκοσμιοποίηση. Εξελίξεις που είχαν άμεσο αντίκτυπο σε μια Ευρώπη που είχε ήδη αρχίσει να προβληματίζεται γύρω από τη μορφή και το χαρακτήρα του ενιαίου νομίσματος. Ο συνδυασμός της διεθνούς συγκυρίας με τις βαθύτατες αλλαγές στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό οδήγησε την Ιταλία να τεθεί για σχεδόν δυο δεκαετίες υπό την κυριαρχία του μπερλουσκονισμού. Η οποία με τη σειρά της οδήγησε το 2018 στη μαζική ψήφο διαμαρτυρίας στη Λέγκα και το Κίνημα 5 Αστέρων. Αυτό ακριβώς είναι το Κοινοβούλιο που απέτυχε στην επιλογή νέου Προέδρου κι έχει αναλάβει να στηρίξει την κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι έως το 2023. Η ιστορικός αναφέρει και τις ειλικρινείς δηλώσεις κάποιου φανατικού υποστηρικτή της ευρωζώνης, ονόματι Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που είχε την παρρησία να πει ανοιχτά ό,τι σκέπτεται η παγκοσμιοποιημένη επιχειρηματική τάξη: «Τις κυβερνήσεις δεν τις καθορίζουν οι εκλογές, τις καθορίζουν οι αγορές».

Στα χαρτιά η παρουσία του Ματαρέλα στο προεδρικό Κυρηνάλιο Μέγαρο και του Ντράγκι στο πρωθυπουργικό Μέγαρο Κίτζι αποτελεί εγγύηση πολιτικής σταθερότητας. Τα οδυνηρά κατάλοιπα όμως της χαώδους αντιπαράθεσης υποψηφίων και ανεξέλεγκτων κοινοβουλευτικών ομάδων δύσκολα μπορούν να αγνοηθούν, διότι, όπως όλοι γνωρίζουν, όταν έχουν κάνει την εμφάνιση τους τα μαχαίρια δύσκολο να επιστρέψουν στη θήκη τους. Ήδη στην πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, μόλις τέσσερις ημέρες μετά την εκλογή του Ματαρέλα, το κλίμα ήταν παγερό και δεν έλειψαν οι λογομαχίες και οι ανταλλαγές χαρακτηρισμών.

Έως το τέλος της θητείας του Κοινοβουλίου, απαιτείται από τον Ντράγκι ψυχραιμία και διπλωματία. Ιδιαίτερα εάν ο Ματαρέλα κάνει πράξη την απειλή του να πιέσει ώστε να ενεργοποιηθεί η μεταρρύθμιση του Συντάγματος και να απαγορευτεί ρητώς δεύτερη προεδρική θητεία. Όπως πολύ καλά γνωρίζει ο Ματέο Ρέντσι, ο οποίος το 2016 κατέρρευσε όταν οι πολίτες απέρριψαν την πρόταση του να καταργηθεί η Γερουσία, η μεταρρύθμιση του ιταλικού Συντάγματος, (το οποίο, αν μου επιτρέπεται να εκφράσω την προσωπική μου άποψη, είναι ένα από τα καλύτερα και δημοκρατικότερα της Ευρώπης) είναι μια διαδικασία επίπονη, πολύπλοκη και χρονοβόρα. Θα μπορούσε κάλλιστα να εμπλακεί με οποιοδήποτε επίμαχο θέμα τρέχουσας διακυβέρνησης και να έχει δυσανάλογες επιπτώσεις στην κυβέρνηση. Και τα επίμαχα θέματα τρέχουσας διακυβέρνησης δεν είναι λίγα. Ο Ντράγκι πρέπει να ολοκληρώσει το σχέδιο διανομής του μυθικού ποσού των 20 δισεκατομμυρίων ευρώ που εξασφάλισε από Ταμείο Ανάκαμψης ο προκάτοχος του Κόντε. Παράλληλα, προσπαθεί να στήσει ένα ευρωπαϊκό μέτωπο υπέρ της αναθεώρησης των κανόνων της ευρωζώνης, αφού -το ξέρουμε ήδη- ο Ντράγκι πρωθυπουργός μάλλον επέλεξε να μην είναι ο ίδιος άνθρωπος που -λιγότερο ή περισσότερο άτεγκτος από άλλους- υπήρξε μέρος της ευρωπαϊκής ηγεσίας που ταπείνωσε την Ελλάδα την περίοδο της οικονομικής κρίσης, στηριζόμενη ακριβώς -προσχηματικά ή όχι- σε αυτούς τους κανόνες. Αλλά επείγουν και σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό επίπεδο. Ήδη στην Ιταλία γίνεται συζήτηση για επιστροφή στην απλή αναλογική, ώστε οι πολιτικές δυνάμεις να αναγκαστούν να θυμηθούν ξανά την ξεχασμένη τέχνη των κυβερνητικών συνασπισμών, αλλά να αυξηθεί παράλληλα και η αντιπροσωπευτικότητα του Κοινοβουλίου, ώστε να περιλαμβάνει και μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς και να μπει έτσι φράγμα στη συνεχή αύξηση του αριθμού των πολιτών που δεν ψηφίζουν.

Με άλλα λόγια, η αδυναμία εκλογής νέου Προέδρου θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως το τέλος της περιόδου διαμαρτυρίας και η απαρχή της ανασυγκρότησης της ιταλικής πολιτικής. Η Λέγκα του Σαλβίνι φαίνεται να το έχει καταλάβει και το ίδιο συμβαίνει και το κατακερματισμένο πλέον Κίνημα 5 Αστέρων. Εάν και οι πιο «παραδοσιακές» πολιτικές δυνάμεις καταφέρουν να ερμηνεύσουν με μεγαλύτερη διαύγεια την κατάσταση, τότε το πρώτο και κυριότερο αποτέλεσμα θα είναι να αποτρέψουν ένα κόμμα γεμάτο νεοφασίστες σαν τους Αδελφούς της Ιταλίας της Μελόνι να επικρατήσει ως μόνος εκφραστής της λαϊκής δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας.

 

Διαβάστε ακόμη: