Ανάλυση του Ryan Flitcroft, Υποψήφιου Διδάκτορα, Κέντρου για την Ιδεολογία και την Ανάλυση Λόγου (cIDA), Τμήμα Διακυβέρνησης, Πανεπιστήμιο του Έσσεξ– Το κείμενο περιλαμβάνεται στο ειδικό τεύχος «ΜΜΕ & κορονοϊός» που δημοσιεύει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το ΕΝΑ →

Με έναν τρόπο αρκετά αναμενόμενο, αν και κατανοητό, ο κορονοϊός έχει εισβάλλει σε κάθε είδος Μέσου που καταναλώνουμε σε διαφορετικές πλατφόρμες. Οι εφημερίδες κυριαρχούνται από συνεχείς ενημερώσεις σχετικά με τη μάχη ενάντια στον COVID-19, τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων ξεκινούν με νέες κάθε φορά προειδοποιήσεις, οι δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αφηγούνται μια ιστορία ζωής που άλλαξε από τα περιοριστικά μέτρα που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο.

Το BBC εκμεταλλεύτηκε αυτήν την περίσταση για να λανσάρει μια νέα σειρά με τίτλο «Our finest hours» («Οι καλύτερες στιγμές μας»), με βασικό στόχο να καταδείξει «πώς το ξέσπασμα του COVID-19 έχει δώσει νέα πνοή στο πολεμικό πνεύμα του έθνους μας». Αυτό που ακολουθεί είναι ένας ανελέητος καταιγισμός από ελάχιστα μελετημένες συγκρίσεις και μεταφορές μεταξύ των φασιστικών βομβαρδισμών και της εξάπλωσης της ασθένειας, πάντα με την επιβλητική εθνική σημαία να κυριαρχεί στο φόντο της εικόνας. Ακόμα και το UKIP θα έβρισκε το συγκεκριμένο υλικό υπερβολικά κακόγουστο και σοβινιστικό.

Η κυβέρνηση και, πρακτικά, το σύνολο των βρετανικών Μέσων φαίνεται να έχουν συμφωνήσει ομόφωνα στο ότι ο ιός συνιστά μια ξένη δύναμη εισβολής και ότι θα πρέπει να ανασύρουμε το πνεύμα και τη σκληρότητα της περιόδου των γερμανικών βομβαρδισμών στη Βρετανία: να κρατήσουμε ψηλά το κεφάλι ό,τι και να γίνει, να συνεργαστούμε και να στηρίξουμε την κυβέρνησή μας ό,τι και να γίνει –κυρίως, να παραμείνουμε ψύχραιμοι και να συνεχίσουμε. Ο πολιτικός λόγος και ο λόγος των Μέσων παίρνει τη μορφή πολεμικής κάλυψης με επίκεντρο το πώς ο καθένας/η καθεμιά μπορεί και πρέπει να κάνει θυσίες για τη χώρα, συνεισφέροντας με τον δικό του/της τρόπο.

Ο ρόλος των Μέσων σε αυτό το τοπίο είναι επομένως αρκετά απλός. Κάθε μιντιακό συγκρότημα έχει αναλάβει αυτοβούλως την ευθύνη να λειτουργεί ως ένα είδος παρόχου δημόσιων υπηρεσιών που δεν εργάζεται, ούτε για να υποστηρίζει ούτε για να κατακρίνει την κυβέρνηση, αλλά απλά για να μεταφέρει τις πληροφορίες που δίνει η κυβέρνηση και οι αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας, συμπληρώνοντας παράλληλα τα κενά με προσωπικές ιστορίες που μπορούν να αναπτερώσουν το ηθικό του έθνους. Στα έντυπα Μέσα, οι κριτικές στήλες έχουν κατακλυστεί από ευχάριστες ιστορίες για κοινότητες που ενώνονται σε δύσκολους καιρούς, η ανάλυση των πολιτικών έχει αντικατασταθεί από οδηγούς για το πώς να παραμείνει κανείς δραστήριος και σε φόρμα κατά τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων. Ιστορίες όπως αυτές του Captain Tom Moore, ενός πρώην αξιωματικού του βρετανικού στρατού που έκανε γύρους στον κήπο του περπατώντας σε ηλικία 99 ετών για να συγκεντρώσει χρήματα για φιλανθρωπικό σκοπό, αποτελούν πλέον την αρχετυπική «είδηση» που καταλαμβάνει αυτή τη στιγμή τα πρωτοσέλιδα. Το γεγονός ότι αυτή η ιστορία που παίχτηκε παντού και έγινε viral με πρωτοφανή τρόπο αφορά έναν πρώην στρατιωτικό «που συνεισέφερε με τον δικό του τρόπο» στον πόλεμο εναντίον του ιού, είναι πιθανόν ο λόγος που προσείλκυσε την προσοχή των Μέσων.

Αναμφίβολα, τα Μέσα στο Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται σε πόλεμο εδώ και αρκετό καιρό. Τα τελευταία 4 χρόνια, μια άλλη κρίση έχει ξυπνήσει και επανενεργοποιήσει την ακόρεστη επιθυμία τους να συγκρίνουν κάθε αξιοσημείωτο γεγονός με τον Πόλεμο. Συνήθως, αυτό επιφυλάσσεται στις αθλητικές ήττες της Αγγλίας, στις τελευταίες σελίδες, αλλά έχει πλέον μετακινηθεί στις πρώτες, από τότε που το Brexit κυριάρχησε στην εθνική συνείδηση. Οι αντιπαραθέσεις για το Brexit αναζωπύρωσαν εθνικιστικά συναισθήματα και μια νοσταλγία για περασμένες ημέρες δόξας, καθώς και την ηθική βεβαιότητα για έναν πόλεμο εναντίον των δυνάμεων του φασισμού. Δεν θα πρέπει να προκαλεί καμία έκπληξη λοιπόν ότι η ιστορία του Brexit ειπώθηκε σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιώντας ρητορική και συναισθήματα πολέμου.

Ωστόσο, η έκρηξη της παγκόσμιας πανδημίας προσέθεσε τώρα ένα δεύτερο κεφάλαιο σε αυτή την ιστορία. Σε αυτό, οι ίδιοι χαρακτήρες, οι ήρωες και οι κακοί της ιστορίας για το αουτσάιντερ του Brexit, διασταυρώνουν τα ξίφη τους σε μια νέα πλοκή. Ο πρωταγωνιστής μας, ο Μπόρις Τζόνσον, τώρα στον ρόλο του πρωθυπουργού, μετά τη νίκη του στη Μάχη του Brexit, είναι ένας άμεμπτος ήρωας στο πρότυπο του Τσώρτσιλ, ο οποίος μονομάχησε με τον ιό και βγήκε νικητής. Μπορεί να έκανε λάθη, αλλά ποιοι είμαστε εμείς για να κρίνουμε ή να περιφρονήσουμε αυτό το θύμα, αυτόν τον επιζήσαντα, αυτόν τον νέο πατέρα, κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας κρίσης; Οι κακοί παραμένουν επίσης σχεδόν οι ίδιοι -οι επιστήμονες και οι ειδικοί, που, από τη μια δέχονται κριτική επειδή ασκούν κριτική στην κυβέρνηση και προτείνουν τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαμε πραγματικά να καταπολεμήσουμε τον ιό, από την άλλη γίνονται η πηγή της ευθύνης και της περιφρόνησης, επειδή παραπλάνησαν την κυβέρνηση και φέρουν πραγματικά την υπαιτιότητα για κάθε λάθος κίνηση στην αντιμετώπιση του ιού.

Ο συκοφαντικός τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο παρουσίασαν, τόσο τον Μπόρις όσο και τους Tories στο βρετανικό κοινό, δεν είναι ούτε νέος ούτε κάτι ξεχωριστό. Ο Τσώρτσιλ αντιμετωπίστηκε περίπου με τον ίδιο τρόπο ως πρωθυπουργός την περίοδο του πολέμου. Η διαφορά όμως είναι ότι όταν ο πόλεμος τελείωσε, το κοινό γνώριζε ότι είχε έρθει η ώρα για ερωτήσεις, κριτική και ανοικοδόμηση. Η νίκη στην Ευρώπη μετρούσε μόλις 2 μήνες στη συλλογική μνήμη όταν ο Τσώρτσιλ εκδιώχθηκε από την εξουσία και οι Εργατικοί του Κλέμεντ Άττλη ανέλαβαν να μετασχηματίσουν το έθνος μέσα από τεράστιες κρατικές επενδύσεις και την εφεύρεση του Κράτους Πρόνοιας -συμπεριλαμβανομένου και του Εθνικού Συστήματος Υγείας.

Εντούτοις, ακόμα κι αν δημιουργηθεί εμβόλιο, είναι αμφίβολο το εάν θα μπορέσει ποτέ να προσδιοριστεί ένα αντίστοιχο οριακό σημείο που να σηματοδοτεί τη νίκη όσον αφορά την πανδημία -κάποιο σημάδι ότι μπορούμε να βγούμε από τα χαρακώματα και να ρωτήσουμε ο ένας τον άλλον τι στο καλό σκέφτονταν οι στρατηγοί. Αλλά εδώ βρίσκεται η παγίδα. Οι Tories και τα Μέσα έχουν μάθει το μάθημά τους και θα κάνουν τα πάντα προκειμένου να διατηρήσουν την πολεμική πλαισίωση που οχυρώνει τις πράξεις τους και αποτρέπει κάθε είδους λογοδοσία. Ακόμα χειρότερα, το γεγονός ότι ο λόγος γύρω από το Brexit συνέπεσε με το ξέσπασμα του ιού σημαίνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, για ένα μεγάλο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, έχει βυθιστεί σε μια γλώσσα που παρουσιάζεται, αρθρώνεται και συλλαμβάνεται με όρους ενός ένδοξου πατριωτικού πολέμου. Η κανονικοποίηση αυτή εξασφάλισε τον τρόπο πλαισίωσης του ιού, σε συνδυασμό με τη δεκτικότητα απέναντι στο συγκεκριμένο πλαίσιο από ένα ήδη προετοιμασμένο κοινό, όμως τώρα είναι διπλά εδραιωμένη στον βασικό πυλώνα του μιντιακού λόγου. Αυτό μας αναγκάζει να αναλογιστούμε τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει αυτός ο απίστευτων διαστάσεων κορεσμός σε πολεμικό λόγο σε έναν πληθυσμό που βρίσκεται ήδη υπό την εποπτεία της πιο δεξιάς κυβέρνησης που έχει δει το Ηνωμένο Βασίλειο για δεκαετίες -ειδικά καθώς αρχίζουμε να μπαίνουμε σε μια νέα οικονομική κρίση, η οποία, χωρίς αμφιβολία, θα πυροδοτήσει νέες γεωπολιτικές κρίσεις ανά την υφήλιο.

Η Daily Mail παρουσιάζει έναν μικρόκοσμο αναφορικά με το πώς αυτή η σκέψη αναπτύσσεται στον δημόσιο λόγο. Ο Μπόρις Τζόνσον ανακοίνωσε ότι τα δημόσια σχολεία θα άνοιγαν ξανά την 1η Ιουνίου, αλλά αυτή του η δήλωση αντιμετωπίστηκε με χλευασμό και σκληρή αντιπαράθεση, τόσο από τα σωματεία των δασκάλων όσο και από τον Βρετανικό Ιατρικό Σύλλογο. Η Mail θεώρησε σωστό να κυκλοφορήσει με ένα πρωτοσέλιδο που ισχυριζόταν ότι το προσωπικό των σχολείων ήθελε «απελπισμένα» να βοηθήσει «εκατομμύρια παιδιά» επιστρέφοντας στο σχολείο, αλλά εμποδίστηκε από τα «στρατευμένα σωματεία». Η Mail καταλήγει έτσι ότι πρέπει «να αφήσουμε τους δασκάλους μας να είναι ήρωες». Εδώ, δεν απηχείται απλά το κλασικό πολεμικό σχήμα που ζητά να επιτραπεί στους νέους στρατιώτες να πολεμήσουν και να πεθάνουν για την πατρίδα τους, αλλά χρησιμοποιείται για να επιτεθεί και να εξευτελίσει όλους εκείνους που διαφωνούν με την κυβέρνηση σε καιρό κρίσης -αυτούς τους «στρατευμένους» και εξτρεμιστές που δεν θυσιάζουν τον εαυτό τους για το κοινό καλό.

Οι επιθέσεις αυτού του είδους αναπόφευκτα θα πολλαπλασιαστούν και θα ενταθούν, καθώς οι άνθρωποι αρχίζουν να αμφισβητούν την αντίδραση της κυβέρνησης. Αυτό το αηδιαστικό αλλά δημοφιλές είδος μιντιακής κάλυψης μας δείχνει ότι η ένθεση της πολεμικής ρητορικής στη δημόσια σφαίρα μας στρατολογεί όλους. Με αυτόν τον τρόπο, κάθε τι που φαίνεται ως παραμέληση καθήκοντος στο τσίρκο των Μέσων γίνεται αντικείμενο επίθεσης και περιθωριοποίησης, ως εάν να είναι ενάντια στον λαό και το έθνος, σε μια στιγμή κατά την οποία είναι αυτές ακριβώς οι φωνές που χρειάζονται για τον έλεγχο ενός ανίκανου κυβερνόντος κόμματος. Δεν θα υπάρξει ποτέ ένα ξεκάθαρο και σαφώς προσδιορισμένο «τέλος» στην πανδημία και τις επιπτώσεις της, γεγονός που καθιστά άκαιρες τις εκκλήσεις να περιμένουμε μια πιο «κατάλληλη» στιγμή για να ακουστούν οι αμφισβητήσεις και οι κριτικές.

Η κυβέρνηση και τα Μέσα το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό. Χωρίς το φαντασιακό που προσφέρει η πολεμική ρητορική αυτή η θέση θα ήταν αβάσιμη. Γι’ αυτό θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί και να απορρίψουμε τη χρήση αυτής της γλώσσας. Οι κυλιόμενες κρίσεις λιτότητας, το Brexit, οι διεθνείς διαμάχες και τώρα ο κορονοϊός έχουν μετατρέψει τον πόλεμο στο λεξιλόγιο της ημέρας -στο λεξικό που λειτουργεί ως ασπίδα για την προστασία αυτού του συνεχιζόμενου, καταστροφικού καθεστώτος. Προκειμένου να αντιμετωπίσουμε ευθέως καθένα από αυτά τα ζητήματα, πρέπει πρώτα να απορρίψουμε αυτή τη γλώσσα. Ο ιός μας δίνει την ευκαιρία να σπάσουμε αυτήν την αλυσίδα και να ξεκινήσουμε να συζητάμε αυτά τα θέματα χωρίς τα όρια και τους περιορισμούς που μας επιβάλλει ο λόγος του πολέμου.

Τα μέλη του ιατρικού προσωπικού δεν είναι ήρωες, είναι καθημερινοί άνθρωποι που τους ζητείται να ρισκάρουν τη ζωή τους κάνοντας μια δουλειά που η κυβέρνηση έχει κάνει πολύ πιο επικίνδυνη από όσο θα έπρεπε να είναι, μέσα από μια δεκαετία ιδιωτικοποιήσεων και λιτότητας και άρνησης βασικών πόρων, τεστ και προστατευτικού εξοπλισμού. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν είναι το ίδιο με «τα χαρακώματα» και οι δημόσιοι λειτουργοί δεν είναι «τα στρατεύματα της πρώτης γραμμής» -και ο ηλικιωμένος Captain Tom δεν θα έπρεπε να είναι υπεύθυνος για τη χρηματοδότηση και την ευημερία κανενός από τα δύο, επειδή ως κοινό απολαμβάνουμε τη ρομαντική φαντασίωση ενός αξιωματικού εν αποστρατεία που δίνει μια τελευταία μάχη. Δεν πρόκειται για έναν πόλεμο μεταξύ έθνους και εισβολέα -πρόκειται για μια σειρά πολιτικών επιλογών που ρισκάρουν να μετατρέψουν μια διεθνή τραγωδία σε εθνική φάρσα. Και με αυτόν τον τρόπο θα έπρεπε να συζητείται.