Καθώς διανύουμε την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται από έντονη ρευστότητα και υψηλή αβεβαιότητα. Η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού όχι μόνο δεν παρήγαγε μια συνθήκη ευημερίας, όπως υποσχόταν, αλλά έχει οδηγήσει σε διαδοχικές κρίσεις, που αποδεικνύουν με πασιφανή τρόπο τόσο τις εσωτερικές αντιθέσεις και αντιφάσεις του, καθώς και παθογένειες που παράγει (ανισότητες, φτώχεια, ανασφάλεια κ.ά.), όσο και την αδυναμία ή/και αδιαφορία του να τις θεραπεύσει δευτερογενώς, όπως π.χ. κατέδειξε η πανδημική κρίση, για την αντιμετώπιση της οποίας επιστρατεύτηκαν πολιτικές και εργαλεία που επί μακρόν ήταν περιθωριοποιημένα στη βάση της νεοφιλελεύθερης προσέγγισης. Επιπρόσθετα, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους τις τελευταίες δεκαετίες έχει οδηγήσει στην περαιτέρω όξυνση της φτώχειας και των ανισοτήτων.

Σε αυτές τις συνθήκες, εντείνεται η ανάγκη εύρεσης εναλλακτικών και βιώσιμων πολιτικών και εργαλείων στα προβλήματα που εγγενώς δημιουργούνται και αναπαράγονται. Στο πλαίσιο αυτό, το βασικό εισόδημα επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση ως ένα εργαλείο αντιμετώπισης της επισφάλειας και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής.

Τις τελευταίες δεκαετίες έχει αποκτήσει αρκετούς υποστηρικτές και έχει αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε πολλούς κύκλους: επιστήμονες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, ακτιβιστές έχουν ασχοληθεί με το ζήτημα σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, γεγονός που καθιστά την εν λόγω πολιτική άξια προσοχής. Η δημοτικότητά του έχει συνδεθεί με τη μεγάλη οικονομική κρίση του 21ου αιώνα, με τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, καθώς και με την αυξανόμενη ανισότητα και φτώχεια. Το ξέσπασμα της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης του 2020, λόγω της πανδημίας Covid-19, έχει αναδείξει το βασικό εισόδημα σε θέμα αιχμής στον δημόσιο διάλογο, καθώς αρκετά κράτη σκέφτονται ή υλοποιούν αντίστοιχα προγράμματα.

Στην παρούσα μελέτη παρουσιάζεται η συζήτηση γύρω από το βασικό εισόδημα, με σκοπό την αποσαφήνιση βασικών πτυχών του και την ανάδειξη σημαντικών στοιχείων, απόψεων και διαστάσεων που το περιβάλλουν.

 

* Μελέτη του

Ιορδάνη Παρασκευά, Υποψήφιου Διδάκτορα Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

 

Διαβάστε ακόμη: