Πριν από λίγες μόλις μέρες διεξήχθησαν στη χώρα μας εθνικές εκλογές. Η μετανάστευση και ιδιαίτερα η ένταξη των μεταναστευτικών πληθυσμών δεν αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, αντιθέτως, το ενδιαφέρον έχει ήδη στραφεί στην ενσωμάτωση των μεταναστευτικών πληθυσμών της τελευταίας δεκαετίας αλλά και στην προσέλκυση νέων μεταναστών για εργασία, πρωτίστως λόγω των δημογραφικών αλλαγών με τις οποίες, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, βρίσκεται αντιμέτωπη η Ευρώπη, με ταχεία γήρανση του πληθυσμού και χαμηλά ποσοστά γεννήσεων. Η Eurostat προβλέπει ότι μέχρι το 2100 ο πληθυσμός της ΕΕ θα μειωθεί κατά 6%, δηλαδή κατά περίπου 30 εκατομμύρια από τα 448 εκατομμύρια, που είναι σήμερα.
Στην Ελλάδα η δημογραφική μείωση είναι εμφανής στην τελευταία απογραφή, σε συνδυασμό με την αποχώρηση Ελλήνων και υπηκόων τρίτων χωρών από το 2011 και ιδιαίτερα από το 2015. Ήδη από την έναρξη της πανδημικής κρίσης η χώρα αντιμετωπίζει σημαντικές ελλείψεις στον τομέα του τουρισμού και της γεωργίας, καθώς και στον κατασκευαστικό κλάδο. Η υπουργική απόφαση Β 2189/3.4.2023 επέτρεψε την «εισαγωγή» αλλοδαπών εργαζομένων για την κάλυψη ορισμένων από τις ανάγκες αυτές, κυρίως στον τουριστικό τομέα. Παρότι η «εισαγωγή» αλλοδαπών εργαζομένων είναι ένας τρόπος αντιμετώπισης των αναγκών σε εργατικό δυναμικό, φαίνεται ότι έχουν καταβληθεί ελάχιστες προσπάθειες για την ένταξη των υπηκόων τρίτων χωρών που παραμένουν στη χώρα από το 2015.
Mε αφορμή τα παραπάνω, τρεις συγγραφείς εξετάζουν διαφορετικές πτυχές του ζητήματος της ενσωμάτωσης και ένταξης ανθρώπων μεταναστευτικού προφίλ στην Ελλάδα.
Ο Βασίλης Παπαδόπουλος αναλύει τις πρόσφατες τάσεις σε ό,τι αφορά τον μεταναστευτικό πληθυσμό, τη μεταβολή του αριθμού των εισερχομένων και εξερχομένων, ιδίως κατά τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης, καθώς και ορισμένα ζητήματα γύρω από την ένταξη των μεταναστευτικών πληθυσμών. Προβαίνει, επίσης, σε ορισμένες συστάσεις πολιτικής επισημαίνοντας ότι το ελληνικό κράτος διαχρονικά δεν έχει εφαρμόσει πολιτικές ένταξης, με αποτέλεσμα η σχετική διαδικασία να καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής για όσους και όσες επιθυμούν να παραμείνουν.
Με αφορμή τιμητικές πολιτογραφήσεις που έγιναν τους τελευταίους μήνες, ο Άγγελος Τραμουντάνης εξετάζει την απόδοση ιθαγένειας σε αλλοδαπούς και την οργανική σύνδεση ατόμων με ένα έθνος. Αναλύει, επίσης, το ρόλο που διαδραματίζουν τα οικονομικά κριτήρια, καθώς και η επιλεγμένη μέθοδος εξέτασης των αιτήσεων για την ιθαγένεια, υποστηρίζοντας ότι μπορεί να οδηγήσουν σε συνθήκες αποκλεισμού από την απόκτηση ιθαγένειας μεγάλου μέρους της ομάδας-στόχου.
Η ένταξη και ενσωμάτωση αφορά τόσο μετανάστες όσο και πρόσφυγες, με τους τελευταίους να καλούνται να διαχειριστούν την παραμονή τους στη χώρα χωρίς όμως στιβαρή υποστήριξη από το ελληνικό κράτος. Η στέγαση αποτελεί κρίσιμο ζήτημα, ιδίως μετά τον τερματισμό του προγράμματος ESTIA το 2022. Η Εύα Παπατζανή, βασιζόμενη σε εκτεταμένη έρευνα, διερευνά το βαθμό στον οποίο η στέγαση των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων στην Ελλάδα από το 2015 ευνοεί ή υπονομεύει τις προοπτικές εγκατάστασής τους στον αστικό χώρο.
Μονάδα Μεταναστευτικής Πολιτικής ΕΝΑ | Συντονίστρια: Δρ. Αγγελική Δημητριάδη