Ως content partner -και τη φετινή χρονιά- συμμετείχε στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, διοργανώνοντας συζήτηση με θέμα «4η Βιομηχανική Επανάσταση: Προκλήσεις & Προοδευτικές Εναλλακτικές» το Σάββατο 9 Απριλίου.

Η συζήτηση για τις προκλήσεις της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης (4ΒΕ) εν μέσω μιας αλληλουχίας πολυδιάστατων κρίσεων τα τελευταία χρόνια, αλλά και για τις προοπτικές και τους κινδύνους που συνεπάγεται η ψηφιακή μετάβαση για τις κοινωνίες, ήρθε σε συνέχεια της επιτυχημένης ολοκλήρωσης εκ μέρους του ΕΝΑ του ευρωπαϊκού προγράμματος FORCE για τις προκλήσεις της 4ης Bιομηχανικής Eπανάστασης στην Ευρώπη, ενός project στο οποίο συμμετείχαν πάνω από 30 διακεκριμένοι εμπειρογνώμονες και ερευνητές από 7 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στο πάνελ του ΕΝΑ συμμετείχαν ο Αναπληρωτής Καθηγητής Εφαρμοσμένης Ηθικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης, η Διευθύντρια Ερευνών της διαΝΕΟσις, Δρ. Μικροοικονομικής Θεωρίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Φαίη Μακαντάση, ο Οικονομολόγος και Συντονιστής του Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΝΑ και του project FORCE Γιάννης Ευσταθόπουλος και ο Διευθυντής του Ινστιτούτου για τη Διανοητική Ιδιοκτησία & Καινοτομία EPLO και senior research fellow UCL/TMI Πρόδρομος Τσιαβός. Το πάνελ των ομιλητών συντόνισε ο Επιστημονικός Διευθυντής του ΕΝΑ, Δρ. Φιλοσοφίας των Πανεπιστημίων Λονδίνου & Οξφόρδης Νίκος Ερηνάκης.

4η Βιομηχανική Επανάσταση εν μέσω πολλαπλών κρίσεων σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο

Στην εισαγωγή του ο Νίκος Ερηνάκης υπογράμμισε την «πολλαπλότητα της κρισιακής συνθήκης τα τελευταία χρόνια, η οποία έχει ενταθεί, με όλο και περισσότερα πρωτόγνωρα επεισόδια» σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο (κοινωνικοοικονομική, περιβαλλοντική, προσφυγική/μεταναστευτική κρίση, πόλεμος στην Ουκρανία). «Σε αυτό το πλαίσιο», υποστήριξε ο κ. Ερηνάκης, «βιώνουμε την 4η Βιομηχανική Επανάσταση ως άνοιγμα σε μια νέα πραγματικότητα, την ψηφιακή, η οποία καλύπτει όλα αυτά τα διαφορετικά πεδία, από την οικονομία έως την κοινωνία, και αφορά άμεσα το παρόν και το μέλλον μας». Ο επιστημονικός διευθυντής του ΕΝΑ ανέδειξε στη συνέχεια ως κεντρικό διακύβευμα το «πώς όλο αυτό το πλαίσιο της νέας πραγματικότητας στην οποία βρισκόμαστε μπορεί να μας δώσει τα κατάλληλα εργαλεία, να λειτουργήσει ως το κατάλληλο μέσο, για να υπερβούμε αυτή την πολλαπλότητα της κρισιακής συνθήκης και να βρούμε, μέσα σε δημοκρατικό και ανθρωπιστικό πλαίσιο, τις ιδανικότερες λύσεις για μια ευδαιμονία σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο».

Η ψηφιακή μετάβαση ως ευκαιρία για τη δημοκρατία

Ο Ευάγγελος Πρωτοπαπαδάκης μίλησε για τις ευκαιρίες και τις προοπτικές που φέρνει η 4η Βιομηχανική Επανάσταση με όρους δημοκρατίας,  καθώς «η ψηφιακότητα, το πέρασμα σε μια ενισχυμένη πραγματικότητα – αν και ίσως όχι ακόμη “υπερ-πραγματικότητα”» δημιουργεί, οπως υποστήριξε, «τεράστιες ευκαιρίες που αφορούν τη δημοκρατία, την εμβάθυνση και τη διεύρυνσή της σε πολλαπλά επίπεδα». Στη συνέχεια, ο κ. Πρωτοπαπαδάκης αναφέρθηκε στη «δυνατότητα διάχυσης της γνώσης που συνεπάγεται καταλογισμό και αποτροπή κολάσιμων στάσεων (#MeToo, προσπάθεια ατόμων/κρατών να καταδυναστεύσουν άλλα άτομα/κράτη)», καθώς και στη «διαφάνεια, στη μεγαλύτερη δυνατότητα παρέμβασης των κοινωνιών» και στις δυνατότητες «άμεσης δημοκρατίας».

«Εάν η παρρησία και η άδεια υπήρξαν δύο από τους κεντρικότερους πυλώνες της αρχαίας δημοκρατίας, δίπλα στην επιδίωξη της γνώσης και της ενημέρωσης περί των θεμάτων για τα οποία έπρεπε να ληφθούν αποφάσεις, η λογοδοσία ήταν ένας ακόμη πυλώνας και ίσως να πρέπει να εξετάσουμε τη διάθεσή μας να συγκαλύπτουμε την ταυτότητά μας όποτε λειτουργούμε στον ψηφιακό αυτόν κόσμο», τόνισε.

Τέλος, απαντώντας στο ερώτημα με ποιες αξίες/αρχές ανθρωπιστικής διάστασης μπορεί η 4ΒΕ να οδηγήσει σε υπέρβαση της πολλαπλότητας της σημερινής κρισιακής συνθήκης, εκτός από τη λογοδοσία, για την οποία σημείωσε ότι «είναι ανέφικτη όταν επικρατεί η ανωνυμία», ο κ. Πρωτοπαπαδάκης αναφέρθηκε στην αρχή της αγαθοποιίας και σε αυτήν της μη κακοπραγίας. «Όταν αυτές οι δύο αρχές συγκρούονται, θα πρέπει να υπερισχύει η αρνητική μας υποχρέωση της μη κακοπραγίας, το primum non nocere», υποστήριξε και κατέληξε: «Τεχνολογία ναι, για να ωφεληθούν οι περισσότεροι ή όλοι, αλλά όταν υπάρχει η πιθανότητα να βλαφθεί κάποιος ή κάποιοι, τότε προσεκτικότερο κοίταγμα».

Οι λόγοι υστέρησης της ψηφιακής μετάβασης της ελληνικής οικονομίας

Η Φαίη Μακαντάση στη δική της εισήγηση μίλησε για την 4η Βιομηχανική Επανάσταση και την οικονομία, κάνοντας λόγο για τρία σημαντικά στοιχεία που οδήγησαν σε υστέρηση της μετάβασης της ελληνικής οικονομίας (δημόσιας και ιδιωτικής) στις νέες τεχνολογίες της 4ΒΕ.

Πρώτον, η οικονομική αδυναμία τόσο των επιχειρήσεων όσο και του κράτους να προβούν στις απαραίτητες επενδυτικές δαπάνες: «Για να γίνουν επενδύσεις χρειάζονται πιστώσεις. Από το 2010 ως το 2020, αντί να έχουμε επενδύσεις, έχουμε απο-επενδύσεις, αποσυσσώρευση κεφαλαίου 92 δισ. ευρώ. Δεν υπήρχε χώρος για δανεισμό ώστε να τρέξουν και οι επιχειρήσεις να ενσωματώσουν νέες τεχνολογίες, αφού οι τράπεζες χρειαζόταν να εξυγιάνουν τα χαρτοφυλάκιά τους», υποστήριξε η κυρία Μακαντάση.

Δεύτερον, κατά την εισηγήτρια, «η υστέρηση δεν προκύπτει μόνο από την -ελλείπουσα- ρευστότητα, αλλά υπάρχει και ένα δομικό, διαρθρωτικό χαρακτηριστικό του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου: ο πολύ μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων», σε συνδυασμό με το γεγονός ότι «οι ΜμΕ δεν έχουν τη δυνατότητα ταχείας απορρόφησης νέων τεχνολογιών και δημιουργίας καινοτομίας».

Η κυρία Μακαντάση υπογράμμισε ότι «η Ελλάδα ανταγωνίζεται άλλες χώρες σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου εκείνες είτε τρέχουν γρηγορότερα, είτε έχουν αρχίσει να τρέχουν πρωθύστερα», επισημαίνοντας ωστόσο ότι «για να είμαστε δίκαιοι, η πανδημία επιτάχυνε τις μεταρρυθμίσεις και τον ψηφιακό μετασχηματισμό».

«Στην εποχή μας», σημείωσε η εισηγήτρια, «όλα  τείνουν να είναι “έξυπνα”. Την περιβαλλοντική κρίση πρέπει λοιπόν να τη δούμε ως ευκαιρία, ώστε να ενσωματώσουμε καινοτομία. Με τη χρήση των “έξυπνων” τεχνολογιών μπορούμε να εξοικονομήσουμε ενέργεια και είναι μία συμβολή που μπορεί να κάνει ο καθένας και η καθεμία ατομικά, ώστε να συνεισφέρει στο περιβάλλον αλλά και στην πιο αποτελεσματική οικονομική διαχείριση».

Προτάσεις για ένα ανθρωποκεντρικό μοντέλο της 4ΒΕ

Ο Γιάννης Ευσταθόπουλος, παρουσιάζοντας τα συμπεράσματα και τις προτάσεις του προγράμματος FORCE, υποστήριξε ότι «απαιτείται ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της 4ΒΕ στην Ευρώπη», ενώ παράλληλα επισήμανε την εξαιρετικά μεγάλη δυνητική συνεισφορά της 4ΒΕ στη βιώσιμη ανάπτυξη.

«Σήμερα τείνει να κυριαρχήσει, ωστόσο, σε παγκόσμιο επίπεδο ένα υπερ-εμπορευματοποιημένο μοντέλο της ψηφιακής οικονομίας, το οποίο συσσωρεύει ολιγοπωλιακή, τεχνολογική και οικονομική δύναμη», ένα «ψηφιακό ολιγοπώλιο» που, όπως είπε ο κ. Ευσταθόπουλος, «επιχειρεί να ασκήσει έλεγχο σε κρίσιμους στρατηγικούς τομείς (έλεγχος δεδομένων, ιδιωτικοποίηση του διαστήματος, στρατιωτικές εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης και ρομποτικής)», ενώ «παράγει μαζικά υπηρεσίες χαμηλής κοινωνικής αξίας, με αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και αμφιλεγόμενες συχνά εργασιακές πρακτικές».

Στη συνέχεια της εισήγησής του ο κ. Ευσταθόπουλος παρουσίασε πέντε κομβικές προτάσεις που επεξεργάστηκε και κατέθεσε η Ακαδημαϊκή Επιτροπή του προγράμματος FORCE για τη δημιουργία ενός ανθρωποκεντρικού μοντέλου της 4ΒΕ στην Ευρώπη:

  • Πρώτον, εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής δίκαιης ψηφιακής μετάβασης, με στόχο την αντιμετώπιση των ποικιλόμορφων ανισοτήτων του ψηφιακού χάσματος και της ψηφιακής εργασίας.
  • Δεύτερον, εδραίωση ενός ενάρετου κύκλου μεταξύ ψηφιακής και κλιματικής μετάβασης με αξιοποίηση των αρχών και εφαρμοσμένων πολιτικών της σύγχρονης ψηφιακής οικολογίας.
  • Τρίτον, διασφάλιση της ανοιχτότητας της ψηφιακής οικονομίας με τη διαμόρφωση συμπράξεων μεταξύ του δημόσιου τομέα και του τομέα των ψηφιακών και γνωσιακών κοινών για τη ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού της 4ΒΕ και την παραγωγή υψηλότερης και πιο διάχυτης οικονομικής και κοινωνικής αξίας.
  • Τέταρτον, διασφάλιση της συμμετοχής των πολιτών-χρηστών στις αποφάσεις για τις νέες τεχνολογίες, οι οποίοι -σε αντίθεση με τις big tech- απουσιάζουν από τις εργασίες χάραξης πολιτικής.
  • Πέμπτον, συγκρότηση ευρωπαϊκής βιομηχανικής πολιτικής που θα διασφαλίσει την ισότιμη συμμετοχή όλων των κρατών-μελών και περιφερειών στα οφέλη των νέων τεχνολογιών.

Αυτή η ανθρωποκεντρική προσέγγιση, κατέληξε ο κ. Ευσταθόπουλος, θα προτάσσει και θα υπηρετεί «ό,τι είναι βιώσιμο περιβαλλοντικά, ασφαλές με όρους ανθεκτικότητας της οικονομίας και, κυρίως, ουσιαστικό και απαραίτητο με βάση τις κοινωνικές ανάγκες».

Σχεδιασμός πολιτικών σε περιβάλλον απο-παγκοσμιοποίησης

Ο Πρόδρομος Τσιαβός στην εισήγησή του αναφέρθηκε στην ανάγκη ρύθμισης της τεχνολογίας, θέσμισης και σύνδεσης της καινοτομίας με τη βιομηχανία στη χώρα μας, αλλά και προώθησης τεχνολογικών λύσεων που θα προσφέρουν άμεσα αποτελέσματα.

Μιλώντας αρχικά για τη ρύθμιση της τεχνολογίας, υποστήριξε ότι: «Στην 4ΒΕ τα κυρίαρχα στοιχεία είναι η ύπαρξη της τεχνητής νοημοσύνης ως εργαλείου στον παραγωγικό χώρο, κυρίως στον βιομηχανικό, και η συνύπαρξη ανθρώπων και ρομπότ κατά την κατασκευαστική διαδικασία. Αυτά τα δύο στοιχεία προϋποθέτουν αυξημένη “δεδομενοποίηση” της εργασίας, κάτι που σημαίνει πλατφόρμες». Στη συνέχεια υπογράμμισε ότι «αν τα στοιχεία που συνιστούν την 4ΒΕ τα συζητούσαμε πολιτικά πριν από 25 χρόνια, θα τα συζητούσαμε με όρους παγκοσμιοποίησης και ελεύθερης ροής της πληροφορίας, που οδήγησε σε μία σειρά από νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες μέχρι και πρόσφατα αποτελούσαν το δόγμα στη ρύθμιση της τεχνολογίας». Σήμερα όμως η κατάσταση είναι, όπως επισήμανε ο κ. Τσιαβός αναφερομένος, μεταξύ άλλων, στην απο-παγκοσμιοποίηση και στην απο-σύνδεση, πολύ διαφορετική: «Ξεκινάμε με ένα πρόταγμα που έχει να κάνει με σοβαρές διασπάσεις και ρήξεις στην παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα — άρα και στην αλυσίδα ροής δεδομένων. Αυτό πρέπει να το λάβουμε σοβαρά υπόψη στο σχεδιασμό πολιτικών. Πώς σχεδιάζουμε σε ένα περιβάλλον το οποίο χαρακτηρίζεται από διαρκείς κρίσεις και διαρκείς διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας, αλλά και της δεδομενικής, τεχνολογικής καινοτομικής αλυσίδας, που ήταν αδιανόητες μερικά χρόνια πριν;».

Στη συνέχεια ο κ. Τσιαβός υπογράμμισε ότι «έχουμε σοβαρή ανάγκη να σκεφτούμε στρατηγικά το πώς πραγματοποιούμε θέσμιση της καινοτομίας και της βιομηχανίας στην Ελλάδα», δεδομένων των βαθιά κερματισμένων αρμοδιοτήτων στην καινοτομία: «Ο συντονισμός είναι βασικός για το επόμενο βήμα, τη σύνδεση της καινοτομίας με τη βιομηχανική παραγωγή», τόνισε ο κ. Τσιαβός, χαρακτηρίζοντας απαραίτητη τη δημιουργία ενός Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας, που θα λειτουργεί ως ανεξάρτητη αρχή η οποία θα καταθέτει προτάσεις στην πολιτική ηγεσία.

Ο εισηγητής εν συνεχεία αναφέρθηκε στο πώς μπορούμε να σκεφτούμε την 4ΒΕ, την τεχνητή νοημοσύνη, μέσα στον βιομηχανικό χώρο: «Πέρα από τον παραδοσιακό τρόπο που ενισχύουμε την καινοτομία, πρέπει να κοιτάξουμε τεχνολογικές λύσεις με οριακή καινοτομία και άμεση εφαρμογή στην παραγωγή», υποστήριξε, για να συμπληρώσει ότι αυτό «ίσως να είναι ένα μοντέλο καινοτομίας που συνάδει περισσότερο με το προφίλ της χώρας».

Ολοκληρώνοντας την εισήγησή του, ο κ. Τσιαβός στάθηκε ιδιαίτερα στην ανάγκη για «κυριαρχία πάνω στα δεδομένα μας, για data unions, κυρίως σε επίπεδο πόλης, ώστε να έχουμε εμείς ιδιοκτησία όχι μόνο μεταφορικά, αλλά και κυριολεκτικά, στα δεδομένα μας».


Στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, ο Επιστημονικός Διευθυντής του ΕΝΑ Νίκος Ερηνάκης έλαβε μέρος σε δύο ακόμη συζητήσεις:

Την Πέμπτη 7 Απριλίου συμμετείχε στη συζήτηση του Γαλλικού Ινστιτούτου με θέμα «Ηθική Διαχείριση: Οικονομική Επιταγή ή Ουτοπία;».

Στην τοποθέτησή του εστίασε στη «συνεχόμενη εναλλαγή πολλαπλών κρίσεων, χωρίς διαλείμματα, τις τελευταίες δεκαετίες», αναφερόμενος στην πανδημική και την περιβαλλοντική, την κοινωνικοοικονομική αλλά και πολιτισμική κρίση, όπως και στον εν εξελίξει πόλεμο στην Ουκρανία. Περιγράφοντας το κεντρικό διακύβευμα σε αυτό που ονομάζουμε «ηθική διαχείριση» της κρίσης, τόνισε ότι «οφείλουμε ως πρόσωπα και ως συλλογικότητες και κοινότητες να αποφασίσουμε αν θα ακολουθούμε τις a priori αρχές της ηθικής, όπως η ελευθερία, η αλληλεγγύη και η ισότητα, με συνέπεια ή αν, αφουγκραζόμενοι τις συνέπειες κάθε πράξης, θα αποφασίζουμε μετά ποιες αξίες θα ακολουθήσουμε». Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει, όπως υποστήριξε ο κ. Ερηνάκης, «να βρούμε την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ των δύο παραπάνω ηθικών πλαισίων και μια φόρμουλα που να τα συνδυάζει, όχι μόνο για να υπερβούμε τις κρίσεις αλλά και για να μην επανέλθουν δριμύτερες». Ο επιστημονικός διευθυντής του ΕΝΑ μίλησε, τέλος, για τον ψηφιακό μετασχηματισμό, που «επιταχύνθηκε από την πανδημία και που, μαζί με όλες τις ελπιδοφόρες και καρποφόρες καινοτομίες, συνοδεύεται και από την πρόκληση της ψηφιακής εργασίας», η οποία πρέπει να ρυθμιστεί εξαρχής και να μπουν σαφή όρια και κανόνες τόσο για την αναβάθμισή της όσο και για την προστασία των εργαζομένων.

Tο Σάββατο 9 Απριλίου ο Ν. Ερηνάκης έλαβε μέρος στο στρογγυλό τραπέζι της διαΝΕΟσις με θέμα «Τι πιστεύουν οι Έλληνες το 2022».

Στην εισήγησή του, μιλώντας για τη σχετική έρευνα, αναφέρθηκε κυρίως στους νέους, διαπιστώνοντας ότι «παρά την πολλαπλότητα της κρισιακής συνθήκης, κυριαρχεί μια αδυναμία επιστροφής των μεγάλων ενοποιητικών αφηγημάτων και μια δυσφορία για κινητοποίηση τόσο στο μετα-υλιστικό όσο και στο υλικό επίπεδο εντός της οικονομίας και της κοινωνίας». Σύμφωνα με τον Ν. Ερηνάκη, «χρειαζόμαστε επιτέλους μια, όσο το δυνατόν πιο ευρέως αποδεκτή -ώστε να έχει διάρκεια και συνέχεια-, εθνική στρατηγική για τη νέα γενιά στο κοινωνικοοικονομικό, περιβαλλοντικό και πολιτισμικό επίπεδο. Δηλαδή, χρειαζόμαστε στρατηγικούς στόχους, ανανέωση ιδεών και προταγμάτων στο συλλογικό φαντασιακό, αλλά και συγκεκριμένες, γειωμένες προτάσεις προς υλοποίηση και εξισορρόπηση μπροστά στη νέα πραγματικότητα που βιώνουμε».

 

Στρογγυλά τραπέζια του ΕΝΑ στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών: