Μπορεί -και σε ποιο βαθμό- μια επικαιροποίηση της λογικής του κόμματος μαζών να συμβάλει στην υπέρβαση της ολοένα διευρυνόμενης κρίσης αξιοπιστίας των κομμάτων, που διαβρώνει τη νομιμοποίηση των δημοκρατικών θεσμών, και να λειτουργήσει έτσι ως βάση ενός εγχειρήματος δημοκρατικής ενδυνάμωσης; Στο ερώτημα αυτό επιχείρησε να απαντήσει ο Κώστας Ελευθερίου, Δρ. πολιτικής επιστήμης και εντεταλμένος διδασκαλίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ, στο σεμινάριο με τίτλο «Κρίση των κομμάτων, κρίση της πολιτικής: Η αναγκαιότητα ενός “σύγχρονου κόμματος μαζών”» που διοργάνωσε το Ινστιτούτο ΕΝΑ.
Όπως επισήμανε ο Κ. Ελευθερίου, «τα κόμματα βρίσκονται στο μεταίχμιο της σχέσης κράτους και κοινωνίας, μετασχηματίζουν τα διάχυτα κοινωνικά αιτήματα και διεκδικήσεις σε πολιτικές στρατηγικές, οργανώνουν και σχηματοποιούν τις πολιτικές πρακτικές». Σύμφωνα με τον εισηγητή, «στον κομματικό θεσμό ενυπάρχει μια θεμελιακή αντίφαση: Εκφράζοντας την κοινωνική δυναμική, τα κόμματα εκπληρώνουν έναν κατεξοχήν ανατρεπτικό ρόλο· ασκώντας την εξουσία, επιτελούν μια λειτουργία ενσωμάτωσης». Όπως υπογράμμισε, «για την Αριστερά, το κόμμα είναι το μέσο του κοινωνικού μετασχηματισμού, ο τρόπος με τον οποίο οι λαϊκές τάξεις αναπληρώνουν την άνιση πρόσβασή τους στους πόρους του πολιτικού ανταγωνισμού».
Η μορφή του κόμματος μαζών –δηλαδή του εργατικού κόμματος– διαμορφώνεται στα τέλη του 19ου αιώνα, είναι προϊόν της βιομηχανικής κοινωνίας και προκύπτει μετά την επέκταση του εκλογικού δικαιώματος στην εργατική τάξη. Όπως επισήμανε ο Κ. Ελευθερίου, «το κόμμα μαζών οργανώνει τους όρους πολιτικής συμμετοχής και κινητοποίησης των μελών της εργατικής τάξης, μεθοδεύει την πολιτική τους εκπαίδευση και δημιουργεί τις προϋποθέσεις διεκδίκησης της εξουσίας σε μια κατεύθυνση κοινωνικού μετασχηματισμού». Αναδεικνύεται έτσι σε «εκπρόσωπο των μέχρι πρότινος πολιτικά αποκλεισμένων τμημάτων της κοινωνίας» και λειτουργεί ως παράγοντας εκδημοκρατισμού.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και έπειτα, η κρίση των κομμάτων εκδηλώνεται, σύμφωνα με τον εισηγητή, διαμέσου α) της μείωσης του αριθμού των κομματικών μελών, β) της χαλάρωσης της κομματικής ταύτισης και γ) της πύκνωσης των αρνητικών στάσεων στην κοινή γνώμη απέναντι στον κομματικό θεσμό. Στη συνάφεια αυτή, «η κρίση της πολιτικής μεταφράζεται σε στάσεις αρνητικής αποτίμησης των δημοκρατικών πολιτικών θεσμών, σε δημοκρατικό έλλειμμα στη λειτουργία των θεσμών, σε μείωση της πολιτικής συμμετοχής».
Όπως υποστήριξε ο Κ. Ελευθερίου, το «σύγχρονο κόμμα μαζών» μπορεί να δώσει απαντήσεις στην κρίση της πολιτικής και της δημοκρατίας. Μπορεί «να δημιουργήσει όρους επανακινητοποίησης της κοινωνίας και ενίσχυσης της πολιτικής συμμετοχής. Να συμβάλει στην καλλιέργεια πολιτικής συνείδησης, που θα ενισχύσει εν γένει τη δημοκρατική συνείδηση. Να λειτουργήσει σαν συνδετική δομή ανάμεσα σε διάφορες πρωτοβουλίες στο επίπεδο της κοινωνίας και να διαμορφώσει μια νέα πολιτική πρόταση κοινωνικού μετασχηματισμού».
Νέος κύκλος σεμιναρίων του ΕΝΑ
Μετά την περσινή επιτυχημένη διεξαγωγή του πρώτου κύκλου σεμιναρίων οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής θεωρίας, το ΕΝΑ οργανώνει φέτος, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, σειρά διαλέξεων σεμιναριακού χαρακτήρα.
Αν η περσινή θεματολογία ήταν, κατά κύριο λόγο, αφιερωμένη στα διδάγματα της κρίσης και στον τρόπο με τον οποίο αυτή επηρέασε το περιεχόμενο και την πρόσληψη εννοιών όπως το δημόσιο χρέος και ο κατώτατος μισθός, η κοινωνική ασφάλιση και η παιδική προστασία ή η ευρωπαϊκή θεσμική τάξη και η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, στη φετινή περίοδο η έμφαση δίνεται στην πρόσφατη εμπειρία της αριστερής διακυβέρνησης στην Ελλάδα και στα διακυβεύματα που αυτή ανέδειξε. Το όλο εγχείρημα βρέθηκε αντιμέτωπο με προκλήσεις και παθογένειες δεκαετιών, χρειάστηκε όμως να αναπτυχθεί σε οριακές συνθήκες και να αναμετρηθεί με νέα δεδομένα και καινούρια ερωτήματα. Διαφάνηκαν έτσι τα όρια επεξεργασιών του παρελθόντος, δοκιμάστηκαν παραδεδομένες αντιλήψεις αλλά αναδείχθηκαν και νέα διλήμματα ή/και πρωτόγνωρα προβλήματα που ζητούσαν -και εξακολουθούν να αναζητούν- διαφορετικές απαντήσεις.
Υπό ποιες συνθήκες μπορεί, για παράδειγμα, να διαμορφωθεί -και να ασκηθεί με επιτυχία- μια προοδευτική εξωτερική πολιτική; Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε την πολιτιστική μας κληρονομιά με όρους (οικονομικής) βιωσιμότητας προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας; Πώς (ανα)συγκροτείται ένα αριστερό κόμμα για να υπερβεί την κρίση της πολιτικής; Πώς χαράσσονται και πώς υλοποιούνται δημόσιες πολιτικές με προοδευτικό πρόσημο; Πώς σχεδιάζονται και προωθούνται μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις δομικού χαρακτήρα για τη διεύρυνση π.χ. της πρόσβασης στις υπηρεσίας υγείας και την αναβάθμιση της κοινωνικής προστασίας, υπό συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας; Ποια θα μπορούσε να είναι μια εναλλακτική πολιτική για τη διασφάλιση της καθολικής παροχής ποιοτικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας που να υπερβαίνει το δίπολο ιδιωτικοποίηση – κρατικοποίηση; Μπορεί η θεωρία των Κοινών να λειτουργήσει προωθητικά για την επεξεργασία νέων μορφών αξιοποίησης υλικών και άυλων αγαθών στο πλαίσιο μιας ριζοσπαστικής προσέγγισης της συντελούμενης αναδιοργάνωσης του τρόπου και των σχέσεων παραγωγής;
Αυτά και άλλα ερωτήματα θα επιχειρήσει να θέσει και να απαντήσει, στο πλαίσιο του νέου κύκλου σεμιναρίων που διοργανώνει το τρέχον και το επόμενο έτος, το ΕΝΑ.
Διαβάστε ακόμη: