Εκδήλωση με θέμα «Η Θεσσαλία μετά τις πλημμύρες: Μια πρώτη αποτίμηση» διοργάνωσε το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ την Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023 στη Λάρισα.

Στο Χατζηγιάννειο Πνευματικό Κέντρο, στο οποίο πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση, έδωσαν το παρών επιστημονικοί αυτοδιοικητικοί και παραγωγικοί φορείς. Την συζήτηση, άνοιξε ο Γενικός Διευθυντής του ΕΝΑ Παναγιώτης Σκευοφύλαξ ο οποίος μίλησε για τη δραστηριότητα του Παρατηρητηρίου Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΠΒΑ) του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του οποίου μελετώνται το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής και οι αναγκαίες πολιτικές για την κλιματική προσαρμογή και την πράσινη μετάβαση στην Ελλάδα.

Έθεσε τρεις άξονες για τη σημερινή και την επόμενη ημέρα για την περιοχή της Θεσσαλίας: Πρώτον, να υπάρξει ένα οργανωμένο σχέδιο το οποίο θα μπορέσει να αντιμετωπίσει όσα συνέβησαν, αλλά και θα προετοιμάσει σε επίπεδο ανθεκτικότητας την ευρύτερη περιοχή για όσα μπορεί να έρθουν στο μέλλον. Δεύτερον, να αξιοποιηθούν οι γνωστικοί και παραγωγικοί πόροι της ευρύτερης περιοχής και τρίτον να διασφαλιστεί το έγκαιρο των όποιων παρεμβάσεων αποφασιστεί να γίνουν.

 

Αύξηση ακραίων καιρικών φαινομένων στην Ελλάδα και προτάσεις για τη διαχείρισή τους

Ο μετεωρολόγος, Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΝΑ Δρ. Κώστας Λαγουβάρδος μίλησε για το ακραίο μετεωρολογικό φαινόμενο στη Θεσσαλία, εξηγώντας τα αίτια των ακραίων πλημμυρών.

Δίνοντας έμφαση στην αύξηση των έντονων καιρικών  φαινομένων τα τελευταία χρόνια με ολοένα και ισχυρότερες επιπτώσεις στη χώρα, προχώρησε σε μία σειρά προτάσεων πολιτικής:  1) Επενδύσεις σε μετρητικά δίκτυα (για επέκταση/πύκνωση δικτύων παρακολούθησης). 2) Ενσωμάτωση καινοτομίας για προγνώσεις (καιρού, πλημμυρών, κατολισθήσεων, κ.ά). 3. Διαμόρφωση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης (ΣΕΠ) σε τοπικό επίπεδο (Δήμοι και Περιφέρειες). 4) Εκπαίδευση των στελεχών Πολιτικής Προστασίας σε επίπεδο Περιφέρειας και Δήμου στη χρήση των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και παρακολούθησης των καιρικών φαινομένων. 5) Δημιουργία μόνιμης ομάδας εργασίας σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο.

[Η παρουσίαση του Κώστα Λαγουβάρδου]

 

Οι επιπτώσεις στη φυτική παραγωγή

Για τις επιπτώσεις της πρόσφατης καταστροφής στη φυτική παραγωγή στη Θεσσαλία μίλησε ο Δρ. Δημήτρης Σταυρίδης, Αναπληρωτής Διευθυντής Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Λάρισας. Τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι πλημμύρισαν περίπου 700.000 στρέμματα καλλιέργειας βαμβακιού, 130.000 στρέμματα μηδικής και 110.000 στρέμματα καλαμποκιού, επισημαίνοντας τα επακόλουθα προβλήματα στη συγκομιδή τους. Το κόστος ζημιών για τις καλλιέργειες υπολογίζεται ότι θα φτάσει συνολικά τα 200-250 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τον Δ. Σταυρίδη, ο οποίος επισήμανε τις απώλειες σε βάθος χρόνου για τους παραγωγούς, αναφέροντας ενδεικτικά ότι «το κόστος αντικατάστασης είναι σημαντικό αφού μπορεί να φτάσει ακόμη και 1.000 ευρώ το στρέμμα».

Παράλληλα, ανέφερε ότι υπάρχουν ζημιές που αφορούν σε εδάφη όπου παρατηρούνται αγροτεμάχια με ήπιες ζημιές, που χρήζουν σημαντικών παρεμβάσεων, με ασύμφορο κόστος αποκατάστασης όπως και καταστροφές πάγιου εξοπλισμού (σταγόνες ποτίσματος, καρούλια, γεωτρήσεις, μηχανήματα, κ.ά.). Στο πλαίσιο αυτό, ως προς τις δηλώσεις ζημιάς στη Θεσσαλία, οι 30.500 από αυτές αφορούν τη φυτική παραγωγή, οι 9.000 το φυτικό κεφάλαιο και οι 31.500 τον πάγιο εξοπλισμό (από τις οποίες ως τώρα έχουν ελεγχθεί μόλις οι 5.500).

[Η παρουσίαση του Δημήτρη Σταυρίδη]

 

Η κτηνοτροφία βαίνει στη χώρα μας μειούμενη και επιταχύνεται

Για τις επιπτώσεις στη ζωική παραγωγή μίλησε η κτηνίατρος και πρώην βουλευτής κα Παναγιώτα Βράντζα. Επισήμανε τις άμεσες επιπτώσεις στην κτηνοτροφία με τεράστιες ζημιές σε ζωικό κεφάλαιο, κτιριακές εγκαταστάσεις, εξοπλισμό, ζωοτροφές και εφόδια και τις έμμεσες επιπτώσεις, όπως η μείωση της παραγωγής, οι ζωονόσοι, η απώλεια εισοδήματος και η μείωση οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή. Η Π. Βράντζα τόνισε μια σειρά προβλημάτων που αφορούν στην αντιμετώπιση των συνεπειών της καταστροφής: α) Η υποστελέχωση και η αναποτελεσματικότητα  των υπηρεσιών, πρωτίστως του ΥΠΑΑΤ και των περιφερειών. β) Ο ελλιπής και παρωχημένος κανονισμός του ΕΛΓΑ. γ) Η έλλειψη μηχανοργάνωσης και διασύνδεσης των υπηρεσιών. δ) Η επί της ουσίας, μη λειτουργία σημαντικών  υπηρεσιών, όπως τα κέντρα γενετικής βελτίωσης. Ως προς τη μεταβολή του ζωικού κεφαλαίου ανέφερε ότι «έχουμε μία μείωση σε όλα τα παραγωγικά ζώα την τελευταία δεκαετία και η μείωση αυτή είναι πιο έντονη αναλογικά τον τελευταίο χρόνο. Η κτηνοτροφία βαίνει στη χώρα μας μειούμενη και επιταχύνεται».

Στην εισήγησή της κατέθεσε μία σειρά μέτρων για την κτηνοτροφία: 1) Η Πολιτεία θα πρέπει να χορηγήσει κοινωνικό μισθό για τουλάχιστον δύο έτη στους πληγέντες. 2) Άμεση αποκατάσταση των βασικών υποδομών (οδικό δίκτυο, υδροδότηση, ηλεκτροδότηση, επικοινωνίες). 3) Πραγματική απλοποίηση των διαδικασιών για την αδειοδότηση των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων. 4) Μέριμνα ώστε να μην χαθούν οι ευρωπαϊκές ενισχύσεις στους πληγέντες. 5) Αλλαγή στον κανονισμό του ΕΛΓΑ και αλλαγή του μηχανισμού αποζημιώσεων των εγκαταστάσεων (ΚΟΕ). 6) Επιτάχυνση της εφαρμογής των μέτρων του ΠΑΑ της νέας προγραμματικής περιόδου, για την χρηματοδότηση των εγκαταστάσεων, με ποσοστό επιδότησης 100% για τις πληγείσες περιοχές. 7) Να διασφαλισθεί επί τέλους η πλήρης και εύρυθμη λειτουργία των κτηνιατρικών εργαστηρίων, για την αντιμετώπιση         προβλημάτων υγείας των ζώων. 8) Άμεση στελέχωση των υπηρεσιών και των οργανισμών που εποπτεύει το ΥΠΑΑΤ. Ο αγρότης και ο επιχειρηματίας συνολικά, χρειάζεται μια καταρτισμένη, ακομμάτιστη και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση.

[Η παρουσίαση της Παναγιώτας Βράντζα]

 

Αναγκαία μία συνολική θεώρηση για τα αντιπλημμυρικά έργα

Ο Δρ. Νικόλαος Δέρκας, Γεωπόνος, Πολιτικός Μηχανικός, Καθηγητής Γεωργικής Υδραυλικής του ΓΠΑ μίλησε για τις υποδομές στη γεωργία. Για τα κόστη των ζημιών στον Γενικό Οργανισμό Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ) αντιστοιχούν συνολικά 120 εκατ. στον Τοπικό Οργανισμό Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) Ταυρωπού 24 εκατ. και στον ΤΟΕΒ Τιτανίου 3,5 εκατ. ευρώ.

Προχωρώντας σε προτάσεις υπογράμμισε ότι: α) Η αντιπλημμυρική προστασία χρειάζεται μια συνολική θεώρηση και όχι αποσπασματικά έργα. β) Χρειαζόμαστε «ποιοτικά» δεδομένα. γ) Χρειαζόμαστε έργα ορεινής υδρονομίας για συγκράτηση παροχής και φερτών. Να αποφεύγεται ο συγχρονισμός στις αιχμές των πλημμυρών από τις διάφορες υδρολογικές λεκάνες. δ) Πρέπει να υπάρχει καλύτερος συντονισμός και οργάνωση των φορέων. ε) Υπάρχει δομικό πρόβλημα στο ελληνικό κράτος. Δεν υπάρχει επιτελείο που θα έχει συνολική εικόνα ανά ευρύτερη περιοχή για το νερό, που θα αναλύει την κατάσταση και θα προτείνει έργα με σειρά προτεραιότητας.

[Η παρουσίαση του Νικόλαου Δέρκα]

 

Επιπτώσεις των πλημμυρών στο έδαφος και αναγκαία μέτρα αποκατάστασης

Για τις συνέπειες των πλημμυρών στο έδαφος μίλησε ο Χρίστος Τσαντήλας, Γεωπόνος, Δρ. Εδαφολογίας, πρώην Διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, επιστημονικός συνεργάτης του ΕΝΑ. Υπογράμμισε τον ρόλο και τη σημασία του εδάφους στη λειτουργία και τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων, συμπληρώνοντας ότι τον αντίκτυπο των πρόσφατων ακραίων πλημμυρών σε αυτές  και «ανάλογα με τη θέση των περιοχών σε σχέση με τα υδάτινα ρεύματα προκάλεσαν όλων των μορφών τις διαβρώσεις με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να έχει αλλάξει από ελαφρά έως ριζικά η μορφή των περιοχών αυτών».

Ο Χρ. Τσαντήλας προχώρησε σε μία σειρά άμεσων και μεσομακροπρόθεσμων μέτρων για αποκατάσταση των εδαφών και της δημιουργίας των προϋποθέσεων να ξανακαλλιεργηθούν: Ως άμεσα μέτρα για τις επίπεδες εκτάσεις έθεσε: α) Την αποστράγγιση των πλημμυρισμένων εκτάσεων (Σε περιοχές με κάλυψη μικρών εκτάσεων αυτό έχει ήδη γίνει. Απομένει η τεράστια έκταση της πρώην λίμνης Κάρλας), β) Την αποκατάσταση της αγροτικής οδοποιίας (αφορά και τις επικλινείς εκτάσεις), των αρδευτικών και στραγγιστικών καναλιών, τον έλεγχο της λειτουργικότητας των γεωτρήσεων, γ) Την απογραφή των καταστροφών μέσω μιας αναγνωριστικής εδαφολογικής μελέτης με τη χρήση σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης και εργασιών πεδίου. Για τις επικλινείς εκτάσεις, απαιτείται άμεση καταγραφή των εκτάσεων που επηρεάσθηκαν και ενημέρωση παραγωγών για κινδύνους ατυχημάτων με σήμανση των επικίνδυνων θέσεων. Ως προς τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα πρότεινε: α) Τη δημιουργία νέου επικαιροποιημένου εδαφολογικού χάρτη, β) Την οριοθέτηση και αξιολόγηση της γεωργικής γης, γ)  Τη δημιουργία αγροκλιματικών ζωνών και αναδιάρθρωση καλλιεργειών, δ) Το σχεδιασμό της γεωργικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και των αποφάσεων του ΟΗΕ για τους 17 στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης. Τέλος υπογράμμισε την ανάγκη ενός Φορέα Διαχείρισης Εδαφοϋδατικών Πόρων, τη δημιουργία δηλαδή υπηρεσιακής δομής με κύριο αντικείμενο τη διαχείριση των εδαφών και νερών.

[Η παρουσίαση του Χρίστου Τσαντήλα]

 

Μέτρα για αντιπλημμυρική προστασία

Για τις επιπτώσεις των καταστροφών στο νερό μίλησε στην εισήγησή του ο κ. Αλέξανδρος Μπέλεσης, Γεωλόγος – Πολιτικός Μηχανικός και μελετητής. «Η Θεσσαλία επλήγη  με το πιο καταστροφικό πλημμυρικό φαινόμενο που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα με αποτέλεσμα οι πλημμυρισμένες περιοχές να ξεπερνούν τα 700 χιλιάδες στρέμματα και χαμένες ζωές, περιουσίες και υποδομές με τον απολογισμό να χαρακτηρίζεται ως δραματικός», όπως τόνισε. Και πρόσθεσε ότι: «η κακοκαιρία ήταν καταστροφική όχι μόνον λόγω της κλιματικής κρίσης, αλλά και λόγω της μορφολογίας της Θεσσαλίας και των υφιστάμενων υποδομών». Σύμφωνα με τον Α. Μπέλεση «το πλημμυρικό πεδίο του Πηνειού είναι το μεγαλύτερο στην Ελλάδα και είναι άκρως φυσικό να υφίσταται συχνές και πολλές φορές έντονες πλημμύρες, μετά από εξαιρετικά έντονες βροχοπτώσεις, όπως αυτές των τελευταίων ημερών».

Και κατέθεσε σειρά προτάσεων αντιπλημμυρικής προστασίας και αναγκαίων ρυθμίσεων: 1) Αντιπλημμυρική προστασία των μεγάλων αστικών κέντρων της Θεσσαλίας (Λάρισα, Τρίκαλα, Καρδίτσα, Βόλος κλπ.) με ενίσχυση των αναχωμάτων, καθαρισμό κοίτης, καθορισμό χρήσεων γης στην πλημμυρική ζώνη και έλεγχο κινδύνου διασωλήνωσης λόγω βαθιάς διήθησης. 2) Δημιουργία συστημάτων προσομοίωσης της επερχόμενης πλημμύρας και δυνατότητα πρόσβασης online των πολιτών για την έγκαιρη ενημέρωσή τους. 3) Εξέταση της προοπτικής διάνοιξης μίας δεύτερης διεξόδου του Πηνειού στο Αιγαίο. 4) Η επιστημονική κοινότητα πρέπει να δράσει με νηφαλιότητα, χωρίς πίεση και επηρεασμό από κανέναν και να μελετηθεί η ιδιαίτερη γεωμορφολογία – υδρομορφολογία της υδρολογικής λεκάνης του Πηνειού από τις εκβολές μέχρι την αρχή του, ώστε να σχεδιαστούν έργα ορεινής υδρονομίας, αναχώματα, ζώνες πλημμύρας στα πεδινά κλπ. 5) Δημιουργία Ενιαίου Φορέα Διαχείρισης Υδατικών Πόρων σε επίπεδο Υδρολογικής Λεκάνης. 6) Επανασχεδιασμός των Υδραυλικών έργων του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών του ΥΔ Θεσσαλίας. 7) Αναδιάρθρωση των καλλιεργειών ανά περιοχή, ώστε η ικανότητα άρδευσης να συμβαδίζει με τη δυνατότητα των φυσικών πόρων. 8) Εφαρμογή της λύσης του τεχνητού εμπλουτισμού. 9) Περιβαλλοντική κοστολόγηση του νερού. 10) Ολοκλήρωση έργων του Αχελώου.

[Η παρουσίαση του Αλέξανδρου Μπελέση]

 

Πέντε προϋποθέσεις ολοκληρωμένου σχεδιασμού για τη μεσομακροχρόνια ανάπτυξη της Θεσσαλίας

Ο Λόης Λαμπριανίδης, Οικονομικός Γεωγράφος, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, πρώην ΓΓ Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας & Ανάπτυξης και μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του ΕΝΑ προχώρησε σε σειρά προτάσεων για ανάκαμψη της περιοχής της Θεσσαλίας. «Η καταστροφή δε θα μπορούσε να αποφευχθεί πλήρως, αλλά μπορούσε να μετριαστεί. Δεν συνέβη γιατί υπήρξαν ολιγωρίες από κυβερνητικής και αυτοδιοικητικής πλευράς και γιατί είναι απόρροια διαχρονικών προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας που εξελίσσονται για δεκαετίες και έχουν δημιουργήσει συνειδήσεις, στερεότυπα, αντιδράσεις και προσδοκίες που πρέπει να αλλάξουν» υπογράμμισε.

«Σήμερα, υπάρχει η αίσθηση του “κατεπείγοντος” που απαιτεί δράσεις σε δυο επίπεδα: Χρειάζονται άμεσα μέτρα για να αρχίσει να ομαλοποιείται η ζωή στην περιοχή (διαχείριση αποβλήτων, υγειονομική προστασία κ.λπ.), να καταβληθούν αποζημιώσεις και κυρίως για να διασφαλιστεί κάποιου είδους “κοινωνικός μισθός” ώστε να μπορέσουν να ζήσουν στην περιοχή τα επόμενα 1-2 χρόνια. Τα άμεσα μέτρα δεν μπορούν να προστατεύσουν από μελλοντικούς κινδύνους. Χρειάζονται λοιπόν μεσο-μακροπρόθεσμα  που θα αποτρέψουν την εγκατάλειψη της παραγωγής, πώληση γεωργικής γης, μετανάστευση και κυρίως να σχεδιαστεί μια δυναμική ανάπτυξη της περιοχής» πρόσθεσε.

Ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός για τη μεσομακροχρόνια ανάπτυξη της περιοχής για να επιτύχει  προϋποθέτει, σύμφωνα με τον Λ. Λαμπριανίδη:  1) Να προκύψει μέσα από διαβούλευση με την τοπική κοινωνία, τους παραγωγικούς φορείς της και τα πολιτικά κόμματα. Η έμφαση πρέπει να είναι στις ιδιαιτερότητες του τόπου, σε μια «τοποκεντρική πολιτική».  2) Επειδή η χάραξη και εφαρμογή πολιτικής για την οικονομική ανάκαμψη είναι δύσκολη, περίπλοκη και θέλει χρόνο, χρειάζονται γρήγορα και αποτελεσματικά μέτρα  που θα διασφαλίσουν ότι οι κάτοικοι μέσα στην εύλογη απελπισία τους δεν θα πουλήσουν τα χωράφια τους και θα μείνουν στην περιοχή. 3) Χρειάζεται αναδιάρθρωση του οικονομικού υποδείγματος της περιοχής ώστε να μετακινηθεί στην παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, να ενισχυθούν διάφορες μορφές οργάνωσης των παραγωγών, να υπάρξει κάποια αναδιαπραγμάτευση της ΚΑΠ για τη Θεσσαλία.  4) Να γίνουν όλα τα απαραίτητα έργα για διασφάλιση της ανθεκτικότητας της περιοχής από «ακραία καιρικά φαινόμενα» όμως όχι με «φαραωνικά έργα» αλλά με «λύσεις με βάση τη φύση». 5) Να δημιουργηθεί Φορέας, με μορφή Διαχειριστικής Αρχής, που θα αναλάβει ολοκληρωμένο σχεδιασμό, συντονισμό, υλοποίηση, διαχειριστικό έλεγχο, διαβούλευση με την τοπική κοινωνία. Πρέπει να έχει ισχυρή τοπική διάσταση, ισχυρή επιστημονική ομάδα με αξιοποίηση κυρίως του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ισχυρή πολιτική στήριξη και μεγάλη χρηματοδότηση.

[Η παρουσίαση του Λόη Λαμπριανίδη]

Δείτε όλες τις ομιλίες σε βίντεο:

 


Παρεμβάσεις

Τα ακραία καιρικά φαινόμενα επιταχύνουν την πτώση της κτηνοτροφίας

Ο κ. Αργύρης Μπαϊρακτάρης, Πρόεδρος Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Τυρνάβου υπογράμμισε στην ομιλία του τις συνέπειες της καταστροφής στη Θεσσαλία στην κλάδο της κτηνοτροφίας, όπως η μείωση του ζωικού κεφαλαίου, η οικονομική ζημιά σε τοπικό, αλλά και εθνικό επίπεδο, η εσωτερική μετανάστευση και η ερήμωση της υπαίθρου. Υπενθύμισε τις ζημιές της καταστροφής από τις φωτιές. Αυτή η καταστροφή θα έχει μια συνέπεια και στην τοπική οικονομία, αλλά και στην εθνική. Στη Θεσσαλία παράγεται το 33% του πρόβειου γάλακτος, το 10% σε χοιρινό κρέας, το 15% σε βόειο κρέας, το 40% σε μαλακά τυριά, το 25% σε σκληρά τυριά και όλη η κτηνοτροφική παραγωγή στη μεταποίηση αντιστοιχεί στο 39% πανελλαδικά, μεταφράζοντας τα ποσοστά αυτά στο 6-9% του ΑΕΠ και σημειώνοντας τις συνέπειες για τον δευτερογενή και τον τριτογενή τομέα.

«Άνθρωπος που έχασε το βιός του δύσκολα θα γυρίσει να το στήσει ξανά» τόνισε, συμπληρώνοντας ότι «οι κακοκαιρίες Ιανός, Daniel και Elias επιτάχυναν την πτωτική πορεία του κλάδου της κτηνοτροφίας». Το 60% στην κτηνοτροφία σήμερα είναι από 55 χρονών και πάνω. Στην περιοχή του Τυρνάβου πριν από 30 χρόνια ήταν πάνω από 380-420 κοπάδια, σήμερα είναι μόνο 110. «Δυστυχώς η κτηνοτροφία σβήνει και ό,τι και να εξαγγείλει η Πολιτεία, ο κτηνοτροφικός κόσμος δεν γυρίζει πίσω» κατέληξε.

[Η παρουσίαση του Αργύρη Μπαϊρακτάρη]

 

«Είμαστε περιβαλλοντικοί πρόσφυγες μέσα στην ίδια μας τη χώρα»

Ο κ. Αχιλλέας Γεροτόλιος, αγρότης από Σωτήριο Λάρισας που έχει πληγεί από την πρόσφατη κακοκαιρία αναφέροντας ότι δεν έχουν δοθεί ακόμα οι αποζημιώσεις της οικοσυσκευής από το κράτος, ενώ την ίδια ώρα εξακολουθούν να τρέχουν οικονομικές υποχρεώσεις. «Το χωριό είναι ένα κουφάρι έχουν μείνει μόνο σπίτια, είμαστε περιβαλλοντικοί πρόσφυγες και μετανάστες μέσα στη χώρα μας» ανέφερε, σημειώνοντας τις σκέψεις αναζήτησης εργασίας εκτός χώρας. Παράλληλα, προειδοποίησε για τον κίνδυνο ασθενειών στην περιοχή, μετά τις πλημμύρες, ένας από τους λόγους αποξήρανσης της λίμνης Κάρλας το 1962.

«Το κράτος θέλει να παράγουμε; Αν ναι, πρέπει να κάνει κάτι. Γιατί στην Ελλάδα έχουμε μείζον επισιτιστικό πρόβλημα, το οποίο θα αυξηθεί» τόνισε, συμπληρώνοντας «αποκλείεται να αφήσω το παιδί μου να γίνει αγρότης όπως επέλεξα εγώ». Και κατέληξε λέγοντας ότι «πρέπει επίσημα η πολιτεία, συντεταγμένα, να αξιοποιήσει τις συνθήκες για τη διαμόρφωση ενός καλύτερου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία».

 

Τουλάχιστον δύο χρόνια απαιτούνται για την επιστροφή της μελισσοκομίας στην κανονικότητα

Για τα προβλήματα της μελισσοκομίας στη Θεσσαλία μίλησε ο κ. Πέτρος Σαρούδης, μελισσοκόμος και Πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Λάρισας. Αναφέρθηκε στις μεγάλες ζημιές τόσο σε ζωικό κεφάλαιο όσο και σε μελισσοκομικό εξοπλισμό και υποδοχές (εργαλεία, αποθήκες, αυτοκίνητα, κ.ά.). «Σε συνδυασμό με τη φυτική παραγωγή η μέλισσα δεν τρέφεται. Έχουμε διπλό πρόβλημα, τόσο να συντηρηθούν οι μέλισσες όσο και να αποδώσουν, κάνοντας επικονίαση στα φυτά. Η μέλισσα η οποία επικονιάζει το 71% των φυτών βάσει στατιστικών και βιβλιογραφίας. Από αυτά το 90% το χρησιμοποιούμε στη διατροφή μας. Είναι ένα σημαντικό όπλο» σημείωσε.

«Το ζήτημα είναι πόσοι θα μείνουν στη μελισσοκομία. Το κόστος των μηχανημάτων είναι υψηλό. Οι νέοι ως 39 ετών που μπήκαν σε κάποια προγράμματα έχουν κάποιες δεσμεύσεις» προειδοποίησε και κατέληξε, τονίζοντας ότι «σε δύο χρόνια και αν θα μπει σε κανονικότητα η μελισσοκομία μέχρι να έρθουν πίσω οι 112.000 κυψέλες που έχουν χαθεί».

 

Τι γεωργία θέλουμε και πώς θα την πετύχουμε (με τα νέα δεδομένα)

Ο Ζήσης Αργυρόπουλος, χημικός και περιβαλλοντολόγος μίλησε για αλλαγή δεδομένων από την πρόσφατη εκδήλωση των ακραίων φαινομένων στη Θεσσαλία, θέτοντας τέσσερις άξονες: α) Την  πρώτη εκδήλωση της «μεγα-πλημμύρας» Daniel, ως ενδεχόμενης προειδοποίησης για τα πιθανά μεγέθη των ακραίων φαινομένων του μέλλοντος, β) τις άβολες αλήθειες για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη Θεσσαλία και τη «λάθος» ανάγνωση των επιπτώσεων, γ) την  υποτίμηση των πλημμυρών σε σχέση με την επαπειλούμενη ξηρασία και δ) τη συσσώρευση μεγάλου αριθμού ακραίων συμβάντων κατά την τελευταία δεκαετία, ως προειδοποίηση – αφορμή για την αναθεώρηση του όρου «περίοδος επαναφοράς».

«Ιανός, Daniel και Elias ήταν τρία συμβάντα μέσα σε τρία χρόνια. Σημαίνει ότι αυτό που λέμε “περίοδος επαναφοράς” στους σχεδιασμούς μας σχεδόν καταργείται», ενώ προειδοποίησε ότι «η ξηρασία είναι η άλλη όψη του νομίσματος». Αναφέρθηκε, ακόμη, στον γρίφο του σχεδιασμού της γεωργίας στο εγγύς μέλλον υπό το πρίσμα των προβλέψεων για τη μέση αύξηση της θερμοκρασίας και την απειλή πιθανών επαναλαμβανόμενων ακραίων κλιματικών επεισοδίων, καθώς και τα αυξημένα ρίσκα και την αναγκαιότητα προσαρμογής των καλλιεργειών με κύριο στόχο την επισιτιστική αυτάρκεια. «Υπάρχουν προβλέψεις για το 2040 που λένε ότι ενδεχομένως να ξεπεράσουμε το +1,5 βαθμό Κελσίου που συμφωνήθηκε στη Σύνοδο Του Παρισιού. Αν το ξεπεράσουμε ως το 2040 τα ρίσκα για τη γεωργία μας θα είναι πολύ υψηλά και ειδικά όταν διάβρωση και ερημοποίηση προχωρούν με άλματα. Άρα για τι είδους γεωργία θα μιλάμε και τι θα σχεδιάσουμε;» αναρωτήθηκε. Και προειδοποίησε ότι «δεν είναι στιγμή να συζητήσουμε για το πώς θα κάνουμε μεγάλα έργα, για να γλιτώσουμε τις πλημμύρες, κατακερματίζοντας όμως το τοπίο και τα οικοσυστήματα. Εάν το κάνουμε αυτό, τραβάμε την κλωστή από το κουβάρι και δημιουργείται κόμπος κάπου αλλού».

 

Οι σημερινές προτεραιότητες της γεωργίας

Ο Δρ. Nικόλαος Δαλέζιος, Αγρομετεωρολόγος, αφυπηρετήσας Καθηγητής του ΠΘ μίλησε για μία σύγχρονη ιεραρχική προσέγγιση της γεωργίας στη Θεσσαλία. «Με δεδομένο ότι η γεωργία της Θεσσαλίας και κατ’ επέκταση της Ελλάδας ανήκουν στη γεωργία της Μεσογείου, η οποία χαρακτηρίζεται ως ευάλωτη κυρίως εξαιτίας της περιορισμένης δυνατότητας υδατικών πόρων. Αυτό κυρίως προέρχεται από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Έτσι, όλοι λειτουργούμε βάσει του τριπτύχου επιπτώσεις – αντιμετώπιση – προσαρμογή. Στο πλαίσιο αυτό έχουμε μείωση βροχοπτώσεων, αύξηση θερμοκρασίας, έξαρση της συχνότητας και της έντασης των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως ο Daniel και ο Elias» ανέφερε.

Ως προς τις προτεραιότητες αναφέρθηκε στην ανάγκη της αγροκλιματικής ζωνοποίησης της Θεσσαλίας και στη διαμόρφωση ενός τελικού χάρτη μέσω μίας σύγχρονης ψηφιακής δορυφορικής μεθοδολογίας ταξινόμησης της περιοχής σε ζώνες παραγωγικότητας (υψηλής, μεσαίας, χαμηλής). Στο πλαίσιο αυτό προτείνει ένα σύστημα υποστήριξης αποφάσεων για επιλογή της κατάλληλης καλλιέργειας κάθε χρόνο για βέλτιστη παραγωγή και ενδεχόμενη αναδιάρθρωση καλλιεργειών, φωτοβολταϊκά συστήματα σε ζώνες χαμηλής παραγωγικότητας και μοντέλο WRF (μετεωρολογικό σύστημα υψηλής ευκρίνειας) μέχρι το 2050 για ενδεχόμενη αλλαγή ποικιλιών λόγω κλιματικής αλλαγής. Στις προτεραιότητες ο κ. Δαλέζιος εντάσσει τη μεσοπρόθεσμη προσέγγιση για τη γεωργία (για παράδειγμα ανάγκες σε νερό, όπως με φράγματα) και στη βραχυπρόθεση προσέγγιση με το WRF, το δίκτυο αγρομετεωρολογικών σταθμών (ανά 8×8 χιλιόμετρα) και την παρακολούθηση καλλιεργεών με γεωργία ακριβείας (με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης νερού και αζώτου).

[Η παρουσίαση του Νικόλαου Δαλέζιου]

Δείτε όλες τις παρεμβάσεις σε βίντεο:

 

Τέλος, στην εκδήλωση έκαναν παρέμβαση ο απερχόμενος Περιφερειάρχης Θεσσαλίας Κωνσταντίνος Αγοραστός και ο απερχόμενος Δήμαρχος Λαρισαίων Απόστολος Καλογιάννης.

Συζήτηση με το κοινό – Δείτε σε βίντεο:

 

Τη συζήτηση στην εκδήλωση συντόνισε η Ελένη Αναστασοπούλου, Συγγραφέας, πρώην Περιφερειακή Διευθύντρια Εκπαίδευσης Θεσσαλίας.

* Την εκδήλωση υποστήριξε η οργάνωση Ίδρυμα Συνέλευσης Πολιτών της Μεσογείου  

 

Διαβάστε ακόμη: