Την ώρα που σε διεθνές επίπεδο διαμορφώνονται νέα δεδομένα, με τους εμπορικούς πολέμους να κάνουν την επανεμφάνισή τους στη διεθνή σκηνή και τις τεχνολογικές εξελίξεις που επιφέρει η 4η Βιομηχανική Επανάσταση να θέτουν τη χώρα ενώπιον νέων προκλήσεων αλλά και απειλών, η Ελλάδα καλείται να διαμορφώσει ένα νέο παραγωγικό πρότυπο με έμφαση στους τομείς της βιομηχανίας και της μεταποίησης.
Το Iνστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ συμμετέχει στο διάλογο που έχει ανοίξει σε σχέση με τις δυνατότητες, τις αδυναμίες και τις προοπτικές της βιομηχανίας στην Ελλάδα, διοργανώνοντας συζήτηση με θέμα «Επαναβιομηχάνιση σε συνθήκες ψηφιακού μετασχηματισμού: Γιατί είναι αναγκαία και πώς μπορεί να επιτευχθεί σε μια χώρα με βιομηχανική υστέρηση;».
Δείτε αποσπάσματα και βίντεο από τις εισηγήσεις των:
- Νίκου Θεοχαράκη, Αν. Καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Προέδρου του Κέντρου Προγραμματισμού & Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)
- Κωστή Βαΐτσου, Ομότιμου Καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών
- Αριστοτέλη Κουτρούλη, Ερευνητή στο ΚΕΠΕ
Σύμφωνα με τον Ν. Θεοχαράκη, η Ελλάδα σημειώνει διαχρονικά χαμηλές επιδόσεις στον τομέα της βιομηχανίας -και πιο συγκεκριμένα της μεταποίησης- σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χαμηλές είναι, επίσης, οι επιδόσεις της χώρας διαχρονικά στην Έρευνα και Καινοτομία.
Ο Πρόεδρος του ΚΕΠΕ τόνισε ότι, για να αναπτυχθεί ο βιομηχανικός τομέας, είναι αναγκαία η διαμόρφωση τόσο συγκροτημένης στρατηγικής όσο και της κατάλληλης χρηματοδοτικής πολιτικής, η οποία όμως στο πλαίσιο των κανονισμών της ΕΕ υπόκειται σε σημαντικούς περιορισμούς. Όπως υπογράμμισε, οι δημόσιες Αναπτυξιακές Τράπεζες συνέβαλαν κατά το παρελθόν σε μεγάλο βαθμό σε αυτή την κατεύθυνση.
Ο Αριστοτέλης Κουτρούλης επισήμανε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τη συμβολή της μεταποίησης στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία και την απασχόληση του συνόλου της οικονομίας: Η συντριπτική πλειονότητα των ελληνικών μεταποιητικών επιχειρήσεων αποτελείται από επιχειρήσεις πολύ μικρού μεγέθους, οι ελληνικές βιομηχανίες έχουν σαφή κατεύθυνση προς τις δραστηριότητες χαμηλής και μέσης τεχνολογικής εξειδίκευσης, ενώ η καινοτομική δραστηριότητα της ελληνικής μεταποίησης υστερεί πολύ έναντι εκείνης των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Σύμφωνα με τον Ερευνητή του ΚΕΠΕ, για την αντιστροφή αυτής της τάσης και την αναγέννηση της ελληνικής μεταποίησης είναι απαραίτητη η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων, η οποία καθορίζεται όχι μόνο από το κόστος αλλά και από την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων.
Για την επίτευξη του στόχου της βιομηχανικής αναγέννησης, κρίσιμη είναι, όπως επισήμανε, η συμβατότητα του μεταποιητικού μοντέλου με τα ενδογενή χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, ενώ στις σύγχρονες συνθήκες αυξημένη σημασία έχουν παράγοντες όπως η δημιουργία σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος, ο συντονιστικός ρόλος της πολιτείας και η επενδυτική/παραγωγική πρωτοβουλία των ίδιων των επιχειρήσεων.
Ο ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωστής Βαΐτσος επισήμανε, τέλος, ότι η παραγωγικότητα της εργασίας τόσο στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας όσο και στις μεταποιητικές και λοιπές βιομηχανικές δραστηριότητες (εκτός του πολυκλάδου των κατασκευών) παρουσίασε σημαντική κάμψη από την έναρξη της κρίσης, ενώ η ανάκαμψη του κλάδου της μεταποίησης απαιτεί ευρύτερες παρεμβάσεις όπως:
- Σχεδιασμό και εφαρμογή συνδυαστικών διατομεακών και διακλαδικών πολιτικών
- Πραγματική αναβάθμιση και δημιουργία συνθηκών γνώσης
- Οργανωμένο προγραμματισμό, βασισμένο σε έγκυρα κλαδικά αναπτυξιακά δεδομένα
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο εντάσσεται, όπως ανέφερε, και η δημιουργία εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.