Του Δημήτρη Ραπίδη, Πολιτικού Επιστήμονα και Δημοσιογράφου, συνιδρυτή του rosa.gr – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο 40ο Δελτίο Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του ΕΝΑ →

Τις προηγούμενες εβδομάδες συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες διαδηλωτές στην πλατεία έξω από το κοινοβούλιο της Δανίας, διαμαρτυρόμενοι για τις πολιτικές της κυβέρνησης στο προσφυγικό/μεταναστευτικό.

Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία που ψήφισε η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Μάττε Φρεντέρικσεν, επικεφαλής του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της χώρας από το 2015, πολλοί πρόσφυγες από τη Συρία θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ο νόμος θέτει διακρίσεις μεταξύ πολιτικών προσφύγων και προσφύγων που απέκτησαν το καθεστώς ασύλου λόγω της εμπόλεμης κατάστασης στη χώρα τους, με την κυβέρνηση της Δανίας να εκτιμά ότι πολλές περιοχές στην Συρία δεν βρίσκονται πλέον σε εμπόλεμη κατάσταση και κατά συνέπεια είναι ασφαλές για πολλούς Σύρους που βρήκαν καταφύγιο στη Δανία να επιστρέψουν πίσω.

Η κυβέρνηση τη Φρεντέρικσεν έχει δεχτεί σφοδρές επικρίσεις από ευρωπαϊκές και διεθνείς οργανώσεις που ασχολούνται με το προσφυγικό, οι οποίες τονίζουν ότι η Συρία δεν είναι ασφαλής χώρα και ότι τίθεται σε κίνδυνο η ζωή των προσφύγων. Ωστόσο δεν φαίνεται να «ιδρώνει το αυτί» της πολιτικής ηγεσίας, καθώς το περασμένο Μάρτιο η υπηρεσία μετανάστευσης της Δανίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ευρύτερη περιοχή της Δαμασκού είναι αρκετά ασφαλής για να επιστρέψουν ορισμένοι πρόσφυγες. Ήδη τουλάχιστον 254 άνθρωποι έχουν χάσει το καθεστώς ασύλου και βρίσκονται είτε σε διαδικασία προσφυγής είτε τους έχει ζητηθεί να εγκαταλείψουν τη χώρα. Προς το παρόν οι πολιτικοί πρόσφυγες εξαιρούνται από τη διαδικασία, με τα συντηρητικά κόμματα να πιέζουν για αναθεώρηση και του καθεστώτος των πολιτικών προσφύγων.

Σύγκλιση Δεξιάς και Σοσιαλδημοκρατίας

Τα τελευταία χρόνια οι σοσιαλδημοκράτες και τα κόμματα του συντηρητικού και δεξιού πολιτικού φάσματος υποστήριξαν και προώθησαν μεθοδικά την αυστηροποίηση ενός ήδη περιοριστικού συστήματος μετανάστευσης, υιοθετώντας συχνά τις ίδιες πολιτικές που υιοθετούν ακροδεξιά κόμματα.

Η στροφή του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος προς τα δεξιά επισφραγίστηκε και από τη σχετική νομοθετική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία καθίσταται αδύνατο για τους μετανάστες με ποινή αναστολής να γίνουν ποτέ Δανοί πολίτες. Νωρίτερα τον Ιούνιο το κοινοβούλιο της χώρας της ενέκρινε την πρόταση για δημιουργία καμπ προσφύγων εκτός Ευρώπης, όπου οι αιτούντες άσυλο θα πρέπει να περιμένουν ενώ οι αρχές θα επεξεργάζονται τις αιτήσεις τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρώτη χώρα με την οποία η δανική κυβέρνηση προχώρησε σε μνημόνιο συνεργασίας είναι η Ρουάντα στην Αφρική.

Η πολιτική της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης στη Δανία μοιάζει περισσότερο με την πολιτική του Σαλβίνι και του Όρμπαν, ή και του Αυστριακού Καγκελάριου Κουρτς, παρά με τις πολιτικές του Σάντσεθ στην Ισπανία ή του Κόστα στην Πορτογαλία. Την πολιτική των Δανών σοσιαλδημοκρατών στο προσφυγικό έχουν «αγκαλιάσει» οι συντηρητικοί του κόμματος Venstre, με πολλά στελέχη του να δίνουν συγχαρητήρια στην ηγεσία Φρεντέρικσεν που υιοθετεί αντιμεταναστευτικές πολιτικές.

«Στρατόπεδα εγκλεισμού» εκτός Ευρώπης;

Η ιδέα των στρατοπέδων εγκλεισμού εκτός Ευρώπης έχει επικριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Ηνωμένα Έθνη και πλήθος διεθνών οργανώσεων. Πρόκειται για μια πρόταση που έχουν εισηγηθεί ακροδεξιά κόμματα στην ΕΕ, η οποία δεν είχε τύχει στήριξης σε εθνικά κοινοβούλια και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Στη Δανία, η πρόταση αυτή βρισκόταν κορυφή του προεκλογικού προγράμματος των σοσιαλδημοκρατών στις εκλογές του 2019. Το κόμμα της Φρεντέρικσεν κέρδισε τις εκλογές και έλαβε μάλιστα και στήριξη από την Αριστερά, με στελέχη της να προσπαθούν να αποφύγουν τις ερωτήσεις δημοσιογράφων για το προσφυγικό.

Το πρόβλημα είναι ότι το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα εκλέχθηκε έχοντας στο πρόγραμμά του αυτή την πολιτική στο προσφυγικό, χωρίς ωστόσο να τη διατυμπανίζει. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας κινείται δεξιότερα, με τα κοινοβουλευτικά κόμματα να παίζουν το χαρτί της ασφάλειας, βάζοντας στο στόχαστρο πρόσφυγες και μετανάστες. Η ρητορική του μίσους αναπαράγεται διαρκώς στην κεντρική πολιτική σκηνή, με ένα σημαντικό τμήμα των ΜΜΕ να τροφοδοτεί το φόβο για τον διπλανό, για τον αλλόθρησκο, που έχει άλλο χρώμα δέρματος και άλλη καταγωγή.

Η κανονικοποίηση του ρατσισμού είναι μια πραγματικότητα στη διαμόρφωση της οποίας συνέβαλαν μεθοδικά τα τελευταία χρόνια τα ακραία συντηρητικά και ακροδεξιά κόμματα σε όλη την Ευρώπη, με την Αριστερά και τις προοδευτικές δυνάμεις να χάνουν συνεχώς έδαφος, είτε αφήνοντας αναπάντητες τις εμπρηστικές δηλώσεις είτε υιοθετώντας την ίδια καταστροφική ρητορική. Η Δανία αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή στο προσφυγικό και είναι σημαντικό τα σοσιαλδημοκρατικά και αριστερά κόμματα να θέσουν «κόκκινες γραμμές» στις πολιτικές για το προσφυγικό, διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος για την υιοθέτηση ισοπεδωτικών, αντιπροσφυγικών πολιτικών σε περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ.