Ανάλυση του Διονύση Μητρόπουλου, Υπ. Δ., Birkbeck, University of London – Το κείμενο περιλαμβάνεται στην έκδοση «Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ #4 – Eλληνικό #ΜeToo & δημόσιος λόγος» που δημοσιεύει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το ΕΝΑ →

Πριν από σχεδόν έναν χρόνο είχα γράψει ένα κείμενο στο ΕΝΑ για το επαναλαμβανόμενο μοτίβο διαχείρισης κρίσεων από την κυβέρνηση της ΝΔ και τα όρια της πολιτικής επικοινωνίας. Το βασικό επιχείρημα ήταν πως η κυβέρνηση δοκιμάζει τα όρια των πολιτών με πολιτικές προτάσεις τις οποίες «μετρά» επικοινωνιακά και προσαρμόζει, ανάλογα με τις αντιδράσεις. Αυτή η τακτική δεν αποκαλύπτει μόνο τα επικοινωνιακά «τερτίπια» της κυβέρνησης, αλλά και τον μικροπολιτικό και ψηφοθηρικό τρόπο με τον οποίο κυβερνά. Στο παρόν ισχυρίζομαι ότι το ίδιο μοτίβο εμφανίστηκε πρόσφατα με το ξέσπασμα του ελληνικού #MeToo στο πλαίσιο του οποίου η αντίδραση των χρηστών των κοινωνικών δικτύων τόσο στην πολιτική θέση όσο και στην επικοινωνιακή στρατηγική της κυβέρνησης ήταν μαζικά επικριτική. Έτσι, έπειτα από δύο σχεδόν χρόνια στην εξουσία, την αμφιλεγόμενη διαχείριση της πανδημίας και τα αυξανόμενα περιστατικά αστυνομικής βίας που είναι απόρροια της κυβερνητικής πολιτικής, το #MeToo γιγάντωσε τη δυσαρέσκεια φέρνοντας στην επιφάνεια τον υποκριτικό και επιπόλαιο τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση αντιμετωπίσει τα θέματα  των δικαιωμάτων.

Με αφορμή τις αποκαλύψεις της Σ. Μπεκατώρου, την «υπόθεση» Λιγνάδη και τις αρκετές καταγγελίες που είδαν το φως της δημοσιότητας στο ελληνικό #MeToo, ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης αρχικά προανήγγειλε σχετικές κυβερνητικές πρωτοβουλίες στην Ολομέλεια της Βουλής, ενώ λίγες μέρες μετά με ανακοίνωσή του στις 17 Μαρ 2021 δήλωνε ότι «εργαζόμαστε όλοι για μία σύγχρονη και δίκαιη Ελλάδα και μία τέτοια χώρα δεν νοείται να αποκλείει ή να διαχωρίζει τους πολίτες της. Γι΄αυτό και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα πρέπει να βρουν ισότιμη θέση στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζωή της πατρίδας μας. Είναι ατομικό τους δικαίωμα αλλά είναι και υποχρέωση της πολιτείας και νομίζω ότι είναι και μία ώριμη τομή προς όφελος του εθνικού συνόλου». Οι δηλώσεις αυτές έγιναν στο πλαίσιο της συνάντησης για να οριστεί ο πρόεδρος της Επιτροπής με σκοπό τη σύνταξη Εθνικής Στρατηγικής για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+. Μέχρι εδώ καλά, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος μετριοπαθής. Η κυβέρνηση φαίνεται να λαμβάνει πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση εθνικής στρατηγικής για ένα κοινωνικό ζήτημα που απασχολεί τους πολίτες, ωστόσο τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Παράλληλα, τις ημέρες μεταξύ 17-21 Μαρ 2021 πραγματοποιήθηκε σχετική καμπάνια στα κοινωνικά δίκτυα με στόχο την προώθηση της πρωτοβουλίας αυτής, η οποία έλαβε αρνητικά σχόλια και αντιδράσεις από τους χρήστες οι οποίοι κατηγορούσαν την κυβέρνηση για υποκρισία στο συγκεκριμένο θέμα. Η ίδια συμπεριφορά από πλευράς χρηστών παρατηρήθηκε και σε άλλες καμπάνιες που προωθούσαν το σύνολο σχεδόν του κυβερνητικού έργου που ήταν ιδιαίτερα πολλές το δίμηνο Φεβρουαρίου-Μαρτίου 2021 στα κοινωνικά δίκτυα.

Γιατί οι πολίτες ενοχλήθηκαν και κατηγόρησαν ως υποκριτική την κυβερνητική ευαισθησία για τα ζητήματα των ΛΟΑΤΚΙ+, καθώς και αυτά της βίας; Διότι πολύ απλά, ένα μέρος της κοινωνίας δεν έχει «κοντή» μνήμη για τα σοβαρά ζητήματα πολιτικής που την απασχολούν και δεν τα προσπερνά με επικοινωνιακά «κόλπα». Εδώ, ας θυμίσουμε ότι η ΝΔ ως αντιπολίτευση, τον Οκτώβριο του 2017, είχε καταψηφίσει το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την «νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου» με τον Κ. Μητσοτάκη να επιχειρηματολογεί τότε με «μεταφυσικά» περιστατικά για την παρουσία εξωγήινων στον Υμηττό. Σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης ΝΔ, στις 25 Νοεμβρίου 2019 διενεργήθηκε η δεύτερη και τελευταία φάση αναθεώρησης του Συντάγματος, κατά την οποία καταψηφίστηκε από την ΝΔ και την Ελληνική Λύση η πρόταση τροποποίησης του άρθρου 5 παρ. 2 του Συντάγματος για την απαγόρευση των διακρίσεων, που ζητούσε να επεκταθεί στις διακρίσεις βάσει φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου. Οι πολίτες είναι λογικό να αναγνωρίσουν εδώ το επικοινωνιακό μοτίβο της κυβέρνησης που θα μπορούσε σε ένα πρώτο επίπεδο να συμπυκνωθεί στο: «άλλα ψηφίζω και άλλα λέω». Σε ένα δεύτερο επίπεδο η τακτική της κυβέρνησης αποτελεί οικειοποίηση ενός αιτήματος που έχει ξεκάθαρα απορρίψει για ιδεολογικούς και αντιπολιτευτικούς λόγους στο παρελθόν και τώρα το οικειοποιείται ευκαιριακά επειδή έχει απήχηση στην κοινωνία. Θα το πω απλά: δεν μπορεί μια κυβέρνηση να έχει καταψηφίσει επανειλημμένα έναν νόμο που συμπυκνώνει ένα πάγιο αίτημα της κοινότητας των ΛΟΑΤΚΙ+, ενώ παράλληλα με καμπάνια της διαφημίζει την προσχηματική ευαισθησία της και την πολιτική της πρωτοβουλία για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+.

Αυτό που έγινε σαφές από την επικοινωνιακή και πολιτική αντίδραση της κυβέρνησης στο ελληνικό #ΜeΤoo είναι ότι η ΝΔ είναι «κατ’ αρχήν» ένα συντηρητικό κόμμα που αρνείται να εναρμονιστεί με τις προοδευτικές ευρωπαϊκές αξίες και πρακτικές στα ζητήματα του φύλου, της ταυτότητας φύλου και του σεξουαλικού προσανατολισμού. Η υποκρισία της ΝΔ γίνεται ακόμα πιο έντονη όταν «φορά» το φιλελεύθερο προσωπείο της, το οποίο έχει καθαρά εργαλειακό χαρακτήρα. Το «φορά» μόνο όταν αναζητά την ψήφο συγκεκριμένων ψηφοφόρων που έχουν σχέση είτε με την κεντροδεξιά, είτε με το κέντρο. Δυστυχώς για την κυβέρνηση της ΝΔ, η πολιτική επικοινωνία μπορεί να επιτύχει πράγματι πολλά, αλλά δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πολιτική και τις πραγματικές πολιτικές προθέσεις, τις ψηφοφορίες της Βουλής, το πολιτικό και κοινωνικό όραμα μιας παράταξης.