Είναι η μεταμνημονιακή Ελλάδα κυρίαρχο κράτος και σε ποιο βαθμό; Δηλαδή, υπάγεται το ελληνικό κράτος σε άλλους φορείς εξουσίας εκτός από το ίδιο, κατέχει την εξουσία να ρυθμίζει κατ’ αποκλειστικότητα όλες τις υποθέσεις εντός της επικράτειάς του ή την εξωτερική του πολιτική; Και αν η ίδια ερώτηση αφορούσε τη Γερμανία, τη Γαλλία ή τη Βρετανία μετά το Brexit, πόσο θα άλλαζε η απάντηση;

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω ερωτημάτων, η διαχρονική συζήτηση που λαμβάνει χώρα στους πολιτικούς και νομικούς κύκλους πάνω στην οριοθέτηση της κυριαρχίας των Κρατών-Μελών της ΕΕ έναντι της ενωσιακής έννομης τάξης πρέπει να τεθεί σε νέες βάσεις. Εάν τον 20ο αιώνα και τα πρώτα χρόνια του 21ου το -υπαρκτό ή όχι- δίλημμα ήταν εάν η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης θα «καταργούσε» νομοτελειακά τα εθνικά κράτη υπέρ μίας υπερεθνικής Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας, στις μέρες μας κάτι τέτοιο ανάγεται στη σφαίρα της πολιτικής Ουτοπίας (ή Δυστοπίας, αναλόγως της οπτικής γωνίας που υιοθετεί κανείς).

Πράγματι, την ίδια στιγμή που καθίσταται σαφές ότι η ΕΕ έχει στραφεί προς το διακυβερνητικό μοντέλο, περιορίζοντας αντίστοιχα την κοινοτική μέθοδο -κάτι που αποτυπώνεται, εξάλλου, και στις προτάσεις για την αναθεώρηση του κανονιστικού της πλαισίου ενόψει του επόμενος κύματος διεύρυνσης- τα ευρωπαϊκά κράτη θα έπρεπε μάλλον να αναζητούν τρόπους ενίσχυσης της δικής τους αυτονομίας μέσω της συμμετοχής τους σε αυτήν. Και αυτό γιατί οι παράγοντες που σήμερα αποδυναμώνουν την κρατική κυριαρχία είναι εξωγενείς, βρίσκονται εκτός Ευρώπης. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα για όσα κράτη ανησυχούν ότι χάνουν την ανεξαρτησία τους δεν είναι η ΕΕ. Αντιθέτως, αυτή ίσως είναι το μόνο εργαλείο που διαθέτουν για να περισώσουν τμήμα, έστω αυτής. Έτσι πρέπει να ερμηνευθεί, λόγου χάρη, η σπουδή του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν -μεταξύ άλλων- για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας.

Γίνεται επώδυνα αντιληπτό ότι ακόμα και οι λεγόμενοι «μεγάλοι» της ΕΕ, δεν είναι παρά μικρομεσαία κράτη με περιορισμένες δυνατότητες επηρεασμού των παγκόσμιων πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών. Ιδίως δεδομένου ότι οι τελευταίες δεν διαμορφώνονται πλέον μόνο από υφιστάμενες ή αναδυόμενες υπερδυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, αλλά όλο και περισσότερο από διεθνοποιημένες οικονομικές και εμπορικές οντότητες, καμία εκ των οποίων δεν κατοικοεδρεύει σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Για του λόγου το αληθές, μπορεί κανείς ενδεικτικά να αναλογιστεί την κυριαρχία -κυριολεκτικά- των Πέντε Μεγάλων της Τεχνολογίας (Google, Amazon, Apple, Meta, Microsoft) και να αναρωτηθεί εάν οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κράτος θα ήταν σε θέση να αντιπαρατεθεί μαζί τους, να ρυθμίσει ή, ακόμα χειρότερα, να φορολογήσει τις δραστηριότητές τους στο έδαφός του κατά μόνας.

Επομένως, το αληθινό ερώτημα είναι εάν η ίδια η Ευρώπη, με θεσμικό όχημα την ΕΕ, είναι κυρίαρχη στον πραγματικό κόσμο. Και εάν -όπως δυστυχώς ισχύει- η απάντηση είναι αρνητική, εάν υπάρχουν ρεαλιστικά περιθώρια να ανακτήσει όσο δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της χαμένης της κυριαρχίας, ενεργώντας για λογαριασμό των Κρατών-Μελών της.

 

* Γιάννης Γούναρης, δικηγόρος, διδάκτωρ Νομικής ΕΚΠΑ, επιστημονικός συνεργάτης Κύκλου Διεθνών & Ευρωπαϊκών Αναλύσεων ΕΝΑ – Το άρθρο δημοσιεύθηκε πρωτότυπα στο kreport.gr