Ανάλυση του Gerardo Costabile Nicoletta, Διδάσκοντα στι Τμήμα Κοινωνικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο της Νάπολης – Το κείμενο περιλαμβάνεται στο ειδικό τεύχος «ΜΜΕ & κορονοϊός» που δημοσιεύει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το ΕΝΑ →

Η παγκόσμια πανδημία που ανακηρύχθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας είναι το απότοκο πολύπλοκων δικτύων γεωπολιτικών και κοινωνικο-ιστορικών δυναμικών, οι οποίες έχουν διαμορφωθεί από σενάρια περιβαλλοντικής επικινδυνότητας και βιολογικού πολέμου. Η Ιταλία ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που αντιμετώπισε την εξάπλωση του κορονοϊού με συγκεκριμένα μέτρα απαγόρευσης κυκλοφορίας. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας της χώρας, τα ιταλικά μέινστριμ ΜΜΕ αφηγήθηκαν την παγκόσμια πανδημία με επιτακτικούς τύπους εκφοράς ειδικών, υγειονομικό πανικό και την τρομοκρατία της οικονομικής κρίσης. Κάθε ένα από αυτά τα αφηγήματα ανήκει σε τρεις ευρύτερους λόγους που αμυδρά μόνο διαχωρίζονται στις νευρο-μεσικές ροές πληροφορίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ωστόσο, αυτοί οι τρεις λόγοι είναι συμπληρωματικοί στον καινοτόμο τρόπο διακυβέρνησης πληθυσμών και περιοχών στη χερσόνησο. Ο οικονομικός-παραγωγιστικός λόγος έχει ασκήσει πίεση για τη μη παύση της δραστηριότητας ακόμα και μπροστά στα υψηλά ποσοστά θανάτων στις περιοχές που αποτέλεσαν το επίκεντρο της πανδημίας. Ο λόγος αυτός είχε έναν εντεινόμενο αντίκτυπο στη συζήτηση σχετικά με την άρση των μέτρων περιορισμού, τη λεγόμενη δεύτερη φάση. Η θεσμικοί λόγοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνέχισαν να πλαισιώνονται ως η συνήθης πολιτική της τεχνογνωσίας στην προσπάθεια διαπραγμάτευσης της πρωτοκαθεδρίας των πιστωτών και της διατήρησης των οικονομικών ανισοτήτων, ενώπιον των αυξανόμενων πιέσεων από συνασπισμούς εθνικών κυβερνήσεων που ζητούσαν μια νέα ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Αντιμετωπίζοντας τον κολοσσό των βιομηχανικών συμφερόντων και της οικονομικής πειθαρχίας, οι τεχνικοί λόγοι των ειδικών που ενσαρκώθηκαν από την εθνική τεχνο-οικονομική επιτροπή ήρθαν και πάλι στο επίκεντρο. Αυτοί αποτέλεσαν τη βάση της νομιμοποίησης της εκτελεστικής εξουσίας. Ακόμα και όταν είναι αντικρουόμενοι, μοιράζονται την εννοιολόγηση του πληθυσμού ως ανεύθυνου και δυνητικά επικίνδυνου. Αυτό το κοινό επιστημονικό έδαφος, όπως υποστηρίζω, έχει δημιουργήσει νέους χώρους επιβεβαίωσης και παρέμβασης των τοπικών αρχών.

Από το ξέσπασμα της πανδημίας, οι βιομήχανοι, δηλαδή η Confindustria (Γενική Συνομοσπονδία Ιταλών Βιομηχάνων), ήταν απρόθυμοι να εφαρμόσουν πλήρη περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας. Στο κέντρο ενός από τους βασικούς κόμβους της παγκόσμιας αλυσίδας αξίας, τα επιχειρηματικά συμφέροντα της βόρειας Ιταλίας διατήρησαν ένα καθεστώς υψηλής παραγωγικότητας ακόμα και όταν οι δημόσιες συναντήσεις, οι κηδείες και η άθληση σε εξωτερικούς χώρους είχαν απαγορευτεί. Αρχικά, πολιτικές δυνάμεις σε τοπικούς και εθνικούς φορείς υποστήριξαν αυτήν την παραγωγιστική αισιοδοξία και έφτασαν να διακόψουν τις «μη απαραίτητες υπηρεσίες» 12 ημέρες μετά την επιβολή πλήρους περιορισμού. Την ίδια στιγμή, οι δραστηριότητες στην αλυσίδα του λιανεμπορίου δεν σταμάτησαν ποτέ. Οι αγρο-διατροφικές αλυσίδες, στον πυρήνα της εθνικής οικονομικής ανταγωνιστικής στρατηγικής στο διεθνές πεδίο, παρέμειναν ενεργές καθ’ όλη τη διάρκεια της καραντίνας. Οι μετανάστες συνέχισαν να εργάζονται σε επικίνδυνες, ανθυγιεινές και εξευτελιστικές δουλειές, διαβιώντας σε άτυπους οικισμούς, προκειμένου να προσφέρουν εργασία για τη «ζωτική εφοδιαστική αλυσίδα», στον «πράσινο διάδρομο» των ευρωπαϊκών εμπορευματικών αγαθών. Η πεισματική εργατικότητα των οικονομικών κλάδων μεταφράστηκε σε λόγους που προτάσσουν την πειθαρχεία της εργασίας και τη διατήρηση της διαδικασίας παραγωγής αξίας ακόμα και σε συνθήκες καταστροφής.

Οι αντιφάσεις της Ευρώπης των δύο ταχυτήτων εκτοξεύτηκαν κατά τις πρώτες εβδομάδες, δημιουργώντας τον χώρο σε πρακτικές λόγου που διεκδικούν το αίτημα ευρωπαϊκής δημοσιονομικής πολιτικής, ενός κοινού προϋπολογισμού, ευρω-ομολόγων και του τέλους του τυφλού μονεταρισμού. Σε συνεντεύξεις του στο βρετανικό BBC (9 Απριλίου) και το γερμανικό ARD (31 Μαρτίου), ο ιταλός πρωθυπουργός επανέλαβε ότι «δεν γράφουμε μια σελίδα σε ένα εγχειρίδιο οικονομίας, γράφουμε μια σελίδα στο βιβλίο της ιστορίας», δείχνοντας ηρωισμό και αμφισβητώντας καθιερωμένες πρακτικές στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ. Τελικά, οι πολιτικές της ιταλικής κυβέρνησης επιχείρησαν να σπάσουν το μονεταριστικό δόγμα για να συντηρήσουν τη δική της τεχνοκρατική και πατερναλιστική μηχανή έκτακτης ανάγκης, ικανή να προετοιμάσει μια νέα οικονομική συναίνεση προς το τέλος της πανδημίας. Ωστόσο, το αίτημα για μια νέα ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δεν μεταφράστηκε σε ευρύτερες κοινωνικές διεκδικήσεις, παραμένοντας (μέχρι τώρα) πλαισιωμένο με την παλιά ρεφορμιστική γλώσσα των φιλελεύθερων-δημοκρατών πολιτικών. Η αντίσταση των οικονομικών πιστωτών και των θεσμικών μηχανισμών ενάντια στη ρεφορμιστική ενέδρα της ιταλικής κυβέρνησης επιχείρησε να συντρίψει ξανά την ευρωπαϊκή πολιτική στη διάσταση του τεχνικού λόγου του ειδικού. Η πολύπλοκη γλώσσα της ευρωπαϊκής οικονομικής μηχανικής έχει εκπροσωπήσει ιστορικά έναν εύκολο αποτρεπτικό παράγοντα ενάντια σε κάθε τύπου ευρύτερη λαϊκή συμμετοχή στον διάλογο για την αναμόρφωση της Ευρώπης.

Τις τελευταίες δεκαετίες, το εθνικό υγειονομικό σύστημα έχει θυσιαστεί στο όνομα της οικονομικής συγκρότησης της ΕΕ. Οι οικονομικές πολιτικές που επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση στη μετά-την-κρίση δεκαετία 2009-2019, έχουν μειώσει ριζικά τους πόρους των φορέων δημόσιας υγείας, που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να εξισορροπήσουν τους ισολογισμούς τους. Με την μετατόπιση της διαχείρισης των υπηρεσιών υγείας από το τοπικό επίπεδο σε περιφερειακούς μηχανισμούς και την πολιτική τους πελατεία, η ευρωπαϊκή λιτότητα οδήγησε σε διαφοροποιήσεις ανά περιοχές, αφήνοντας συστήματα υγείας υψηλών επιδόσεων σε συγκεκριμένες περιοχές, υποβαθμίζοντας παράλληλα τις υποδομές και την κατάσταση του προσωπικού στην περιφέρεια. H αντιμετώπιση των νοσοκομείων ως εταιρειών, οργανωμένων γύρω από την αρχή της βέλτιστης απόδοσης και της μείωσης του κόστους, έχει αφήσει εκτεθειμένο το υγειονομικό σύστημα μπροστά στην επικείμενη κατάρρευση κατά την πανδημία.

Μπροστά σε αυτήν την (καθυστερημένη) αναγνώριση της καταστροφικής νεοφιλελεύθερης λογικής, αποφασίστηκε η επαναφορά του επιστημονικού λόγου του ειδικού στον δημόσιο διάλογο. Η ανακήρυξη της παγκόσμιας πανδημίας έχει φέρει επιστήμονες ειδικούς στον πυρήνα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της εθνικής εκτελεστικής εξουσίας. Επείγοντα διατάγματα και οι λόγοι των επιστημόνων συνιστούν τους πυλώνες της διαχείρισης της κρίσης: ιολόγοι, επιδημιολόγοι και υγιεινολόγοι βρέθηκαν στο κέντρο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και εισβάλλουν στις δημόσιες συζητήσεις και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η πλαισίωση των στόχων, των διαδικασιών και των επιδιώξεων, καθώς και η προσφορά λύσεων αποτελούν δικαιοδοσίες της θεσμικής-αυταρχικής φωνής της τεχνικής-επιστημονικής επιτροπής, η οποία αντιμετωπίζεται και παρουσιάζεται ως μια α-πολιτική, προ-πολιτική οντότητα. Οι ειδήμονες αυτοί δεν αναγνωρίζονται απλώς ως φροντιστές ή κοινοί γιατροί, αλλά μάλλον ως τεχνικοί της ζωής, που έχουν ως στόχο να βρουν αποδοτικές, επιστημονικές και ορθολογικές συνταγές για να επιταχύνουν την ανάρρωση και να προασπίσουν τη δημόσια υγεία. Η τεχνική-επιστημονική επιτροπή κατευθύνει τις αποφάσεις της κυβέρνησης παρέχοντας νομιμοποίηση που προστατεύει την κυβέρνηση κατά τον καθορισμό της ατζέντας της κατάστασης εξαίρεσης.

Την παραμονή της δεύτερης φάσης, οι πιέσεις από τα οικονομικά συμφέροντα αμφισβήτησαν ανοιχτά την εκτελεστική τεχνο-επιστημονική καθοδήγηση. Ο επικεφαλής της κυβέρνησης Κόντς αναγκάστηκε να υπενθυμίσει την πλατωνική διάκριση μεταξύ Επιστήμης (episteme), της αλήθειας που αντιπροσωπεύει η τεχνική-επιστημονική καθοδήγηση και της «δόξας», της γνώμης, για να υπερασπιστεί την εκτελεστική εξουσία ενώπιον των κοινοβουλευτικών δυνάμεων που αμφισβητούσαν την υπερβολικά αργή άρση των περιοριστικών μέτρων (30 Απριλίου).

Από μία φουκωική οπτική, η επιστήμη δεν είναι απλά επιστημονική γνώση ή νομιμοποιημένη ορθολογικότητα αλλά ορίζει όλες τις κανονικότητες του λόγου που μπορούν να βρεθούν εμπειρικά στη γνώση, σε μια δεδομένη ιστορική περίοδο. Σε αντίθεση με την πλατωνική παραδοχή του Κόντε με σκοπό να δικαιολογήσει την τεχνο-επιστημονική κανονιστική προσέγγιση της κυβέρνησης, η Επιστήμη της πανδημίας στην Ιταλία συνδέει οικονομικούς-παραγωγιστικούς λόγους, λόγους διακυβέρνησης της ΕΕ και επιστημονικούς λόγους γύρω από την πεποίθηση ότι ο πληθυσμός δεν διαθέτει αυτόνομα τη δυνατότητα διαχείρισης της υγείας, του πολιτικού και της (ανα)παραγωγής της ζωής. Αυτή η συνήθης ανθρωπολογική μήτρα εδράζεται στην ορντοφιλελεύθερη κοινωνική φιλοσοφία που αντιμετωπίζει τον πληθυσμό ως ανορθολογικό, χωρίς πολιτειότητα και, επομένως, δυνητικά επικίνδυνο. Τα ισομορφικά στοιχεία αυτών των ανταγωνιστικών λόγων σε μια Επιστήμη της πανδημίας σηματοδοτούν το πεδίο για μια βαθιά καινοτομία στις κυβερνητικές πρακτικές στις περιοχές. Τέτοιου είδους καινοτομίες επιστρατεύουν επιστημονικά πρωτόκολλα, διοικητικές πρακτικές και δράσεις αστυνόμευσης για να διευρύνουν το πεδίο του ελέγχου και της παρακολούθησης της κινητικότητας, των δραστηριοτήτων, των συναντήσεων και των συνηθειών. Αυτή η Επιστήμη της πανδημίας βρήκε έναν τρόπο διακυβέρνησης που βασίζεται σε πίνακες, επιχειρησιακά σχέδια, στατιστικά και συνεχή νευρο-μεσική επικοινωνία, με στόχο να κατασκευάσει μια νέα πολιτική υποκειμενικότητα: την υπεύθυνη. Το υπεύθυνο υποκείμενο δεν απεργεί, δεν αμφισβητεί τις διεθνικές σχέσεις πιστωτή-οφειλέτη, ούτε την επιστήμη στον ενικό. Είναι πάντα έτοιμος/η να ελέγξει και να ελεγχθεί.

Το κοινό πεδίο λόγου της ανταγωνιστικής ειδημοσύνης μεταφράζεται αυτή τη στιγμή σε διάχυτες και μοριακές χωρικές τεχνοκρατίες, που έχουν χωρικά εξαπλωθεί. Στις νότιες περιοχές, όπου η πανδημία είχε περιορισμένο αντίκτυπο και ήταν στην ουσία «εισαγόμενη», μια σύνθετη συνάρθρωση λόγων, διοικητικών πρακτικών και δράσεων αστυνόμευσης όρθωσαν διάχυτους μηχανισμούς ασφάλειας. Οι προβλέψεις για πιθανές «εκατόμβες» σε περιοχές με υπερβολικά μεγάλο αριθμό κατοίκων, όπως οι μητροπολιτικές περιοχές και οι προαστιακές ζώνες, ενδυνάμωσαν μια πατερναλιστική προσέγγιση από τις τοπικές αρχές, που μεταφράστηκε σε υπερπαραγωγή νομικών εργαλείων για τους περιορισμούς, με δημιουργικά επείγοντα διατάγματα για τον έλεγχο των εισόδων από τον βορρά και την εφαρμογή αξιόπιστης και προληπτικής καραντίνας. Ασφαλείς πίσω από την έκτακτη ανάγκη στη δημόσια υγεία και την επιστημονική της νομιμοποίηση, οι δήμαρχοι των πόλεων και οι περιφερειακοί άρχοντες κέρδισαν την προσοχή των New York Times ως παράδειγμα χαρισματικού σερίφη στον ηθικό αγώνα ενάντια στους ανεύθυνους για τη διακοπή της εξάπλωσης του κορονοϊού (23 Μαρτίου).

Ο τεχνοκρατικός ανταγωνισμός στο πλαίσιο της παγκόσμιας πανδημίας παρήγαγε νέα πεδία παρέμβασης στους πληθυσμούς και τις περιοχές μέσα από την ολοκληρωτική κινητοποίηση της αστυνομίας και των διοικητικών πόρων σε μια μόνιμη συνθήκη εξαίρεσης. Οι στατιστικές προβλέψεις και οι τεχνικές της σκληρής επιστήμης συντήρησαν ένα πλήρες καθεστώς περιορισμού και μετέτρεψαν ένα ζήτημα υγείας σε ζητήματα ασφάλειας, ειδικά σε εκείνες τις περιοχές που, ιστορικά, το κράτος δεν διαθέτει αποτελεσματικό έλεγχο. Η αυξανόμενη αυθαιρεσία των τοπικών αρχών στην εφαρμογή και την ερμηνεία των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας, δημιούργησε με τη σειρά της ένα πρωτότυπο μίγμα μηχανισμών ασφάλειας και μέτρων πειθάρχησης, που λειτουργούν μέσα από την υπερπαραγωγή δικαστικών κανόνων που πληροφορούν μοριακές και διάχυτες τεχνοκρατίες.