Είναι ευρέως αποδεκτό ότι μια σωστή ανατροφή παιδιών στοχεύει στη δημιουργία ανεξάρτητων ανθρώπων – ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη δράση τους, την επίτευξη των στόχων τους και την κάλυψη των αναγκών τους.

Τι συμβαίνει όμως με την αυτονομία όσον αφορά τη σκέψη των παιδιών, τη διαμόρφωση των ηθικών και πολιτικών τους απόψεων; Το να μπορεί κάποιος να ορίσει τη ζωή του προϋποθέτει τη δυνατότητα να θέτει τους δικούς του στόχους, με βάση τις δικές του αξίες και πεποιθήσεις – οι οποίες δεν του έχουν επιβληθεί, αλλά έχουν προκύψει μέσα από μία διαδικασία ελεύθερου στοχασμού.

Η μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών μεγαλώνει κυρίως υπό τη φροντίδα ενός ή δύο ατόμων – ίσως τριών ή τεσσάρων εάν περνούν πολλές ώρες και με τους παππούδες/γιαγιάδες τους ή άλλους συγγενείς. Τουλάχιστον μέχρι να αρχίσει το σχολείο στην ηλικία των έξι ετών, η ανατροφή ενός παιδιού ανατίθεται εξ ολοκλήρου σε έναν ή δύο ανθρώπους που τυχαίνει να είναι οι βιολογικοί ή θετοί του γονείς.

Ειδικά στην εποχή μας, κατά την οποία η ευρύτερη κοινωνική αλληλεπίδραση έχει ελαχιστοποιηθεί, ένα παιδί εκτίθεται σχεδόν αποκλειστικά στις απόψεις και τις συμπεριφορές των ατόμων αυτών. Το ηθικό (και πολιτικό) πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός ότι, όσο υφίστανται αυτήν την επιρροή, τα παιδιά δεν έχουν ακόμα αναπτύξει τις ικανότητες της κριτικής σκέψης που χρειάζονται για να φιλτράρουν και να αμφισβητήσουν τα όσα ακούν και βλέπουν. Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτό δημιουργεί δυσκολίες στην επίτευξη της αυτονομίας του ενήλικου πια ατόμου.

Το προβληματικό αυτό πλαίσιο συμπληρώνει στην Ελλάδα η έλλειψη μίας Παιδείας που εστιάζει στην ανάπτυξη των κριτικών ικανοτήτων των μαθητών. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πως ακόμα και τα λιγοστά σχολικά μαθήματα που καλλιεργούν τις δεξιότητες αυτές έχουν μπει στο στόχαστρο της ελληνικής κυβέρνησης: Το 2020, το Υπουργείο Παιδείας κατήργησε τα μαθήματα «Πολιτική Παιδεία» στην Α΄ Λυκείου και «Σύγχρονος Κόσμος: Πολίτης και Δημοκρατία» στη Β’ Λυκείου, αποφάσεις που πρόσφατα κρίθηκαν παράνομες από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ Γ΄ 7μ.  1972/2022).

Σκοπός της ανάλυσης αυτής είναι αρχικά να αναδείξει τις επιπτώσεις της αθέμιτης επιρροής που ασκούν οι γονείς στα παιδιά. Θα δούμε πως η επιρροή αυτή είναι συχνά ακούσια και επομένως αναπόφευκτη. Ο δεύτερος στόχος του κειμένου είναι να τονίσει την αναγκαιότητα σχεδιασμού νέων εκπαιδευτικών πολιτικών, με στόχο την προστασία και καλλιέργεια της αυτονομίας των παιδιών. Αυτό φυσικά προϋποθέτει τον ανεξάρτητο και απρόσκοπτο σχεδιασμό των πολιτικών αυτών από ειδικούς της εκπαίδευσης και την αποσύνδεση του έργου αυτού από κάθε είδους πολιτικές σκοπιμότητες.

 

 

[Διαβάστε εδώ όλη τη δημοσίευση σε pdf]

 

* Μελέτη της

Κατερίνας Τριανταφυλλίδου, Μεταπτυχιακής Ερευνήτριας Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Γλασκόβης