Ο πολιτικός αναλυτής και επικοινωνιολόγος, Δημήτρης Ραπίδης, γράφει στο ΕΝΑ για τις επικείμενες εκλογές στην Καταλονία και τις προοπτικές για προοδευτικές εξελίξεις τόσο στο πολιτικό σκηνικό όσο και στην κοινωνική πραγματικότητα της ισπανικής περιφέρειας →

Οι εκλογές της 21ης Δεκεμβρίου στην Καταλονία αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία για την ενίσχυση των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων στην ισπανική περιφέρεια. Οι ισχύοντες πολιτικοί συσχετισμοί είναι δύσκολο να ανατραπούν. Μπορούν ωστόσο να δημιουργηθούν συνθήκες αποκρυστάλλωσης της κοινωνικής πίεσης με στόχο την προώθηση μιας εναλλακτικής κοινωνικής και οικονομικής ατζέντας.

Η πολιτική συμμαχία Catalunya En Comú-Podem, με επικεφαλής τον Χαβιέ Ντομένεκ, είναι ίσως η μοναδική πολιτική δύναμη που έχει καταθέσει ένα συνολικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση των βασικών οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων. Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις αναλώνονται σχεδόν αποκλειστικά στο ζήτημα της ανεξαρτησίας, αφήνοντας κατά μέρος οτιδήποτε άλλο απασχολεί την κοινωνική και πολιτική ζωή της περιφέρειας.

Η εμβάθυνση της κοινωνικής ατζέντας

Το εκλογικό πρόγραμμα του Catalunya En Comú-Podem αναπτύσσεται γύρω από επτά πυλώνες δράσης, πάνω στους οποίους οικοδομούνται στρατηγικοί στόχοι και πρωτοβουλίες. Η πλειοψηφία των στόχων αυτών αφορούν στον κοινωνικό άξονα και στην αντιμετώπιση των συνεπειών των πολιτικών λιτότητας, όπως οι συνεχείς περικοπές των κοινωνικών δαπανών και η αύξηση των ανισοτήτων, η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός, η κλιμάκωση της ανεργίας και η αποδόμηση του πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των βασικών εγγυήσεων για τα δικαιώματα των εργαζομένων.

Οι πληγές που έχει αφήσει πίσω της η οικονομική κρίση είναι βαθιές: Ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι 23% χαμηλότερος σε σχέση με τη Γαλλία, η μέση μηνιαία σύνταξη υπολείπεται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ από το 2011 μέχρι σήμερα οι κοινωνικές δαπάνες έχουν υποχωρήσει κατά 43% και τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων μειώνονται διαρκώς, λόγω του εκρηκτικού συνδυασμού υψηλής ανεργίας και επισφαλών θέσεων εργασίας.

Ο Χαβιέ Ντομένεκ επιχειρεί να διαμορφώσει ένα πολιτικό σχέδιο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των κεντρικών αιτημάτων της περιφέρειας, που υπερβαίνουν το αδιέξοδο που γεννά το ζήτημα της ανεξαρτησίας, φέρνοντας στο επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου την ιδεολογική σύγκρουση μεταξύ του αποτυχημένου νεοφιλελεύθερου δόγματος και των αριστερών προοδευτικών πολιτικών.

Απουσία διαλόγου για αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα της ανεξαρτησίας

Το ζήτημα της ανεξαρτησίας και τα αδιέξοδα που γέννησε, λόγω της απουσίας πολιτικού διαλόγου και της αδυναμίας διάγνωσης της ιστορικής αναγκαιότητας ενός «μεγάλου συμβιβασμού» των πολιτικών ηγεσιών σε Μαδρίτη και Βαρκελώνη, έχουν δημιουργήσει ένα ψευδεπίγραφο πολιτικό δίλημμα που αναπτύσσεται γύρω από δύο αντίρροπες τάσεις: Από τη μια πλευρά ενισχύονται οι πολιτικές δυνάμεις που επιθυμούν τη διατήρηση του υφιστάμενου status quo, όπως οι Ciudadanos, και από την άλλη παραμένει ισχυρή η συμμαχία που επιδίωξε τη μονομερή ανακήρυξη της καταλανικής ανεξαρτησίας, στοιχισμένη, μέχρι και την ποινική του δίωξη, γύρω από τον Πουιτζδεμόν.

Κοινό σημείο αναφοράς και των δύο αυτών τάσεων είναι η απουσία οποιασδήποτε προγραμματικής αναφοράς στο ζήτημα του διαλόγου για το μέλλον της Καταλονίας και η δυναμική που διαμορφώθηκε την επαύριο της βίαιης αστυνομικής καταστολής και όσων ακολούθησαν πριν από την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών.

Οι προοδευτικές δυνάμεις εγκλωβίζονται σε αυτό το πλαίσιο, αδυνατώντας να επηρεάσουν καθοριστικά την πολιτική ατζέντα. Ο Ντομένεκ έκανε εσχάτως λόγο για την ανάγκη μιας «ευρύτερης συμμαχίας» με τη Ρεπουμπλικανική Αριστερά. Η τελευταία υποστηρίζει μεν την ανεξαρτησία, δεν είναι ωστόσο βέβαιο ότι θα κινηθεί αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση, λόγω φυγόκεντρων τάσεων, που επιθυμούν μια πιο διαλλακτική προσέγγιση, στο εσωτερικό της.

Το πολιτικό τοπίο είναι ακόμη αρκετά ρευστό. Ωστόσο, είναι σχεδόν βέβαιο πως τόσο το ζήτημα της ανεξαρτησίας όσο και οι κοινωνικές συνέπειες της οικονομικής κρίσης επιτάσσουν τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού μοντέλου πολιτικής συνεργασίας στην Καταλονία και μιας πιο ισορροπημένης σχέσης με την κεντρική κυβέρνηση στη Μαδρίτη. Όσο η δυσαρέσκεια ενός σημαντικού τμήματος του εκλογικού σώματος δεν διοχετεύεται στη στήριξη πολιτικών λύσεων που να δίνουν διέξοδο στην πολυεπίπεδη κρίση, τόσο το κοινωνικό χάσμα θα βαθαίνει και η ανακύκλωση του αδιεξόδου θα συντηρείται.