Ο Γιάννος Κατσουρίδης Ειδικός Επιστήμονας στο Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου και Επιστημονικός Διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών «Προμηθέας» μιλάει στο ΕΝΑ για το αποτέλεσμα των Προεδρικών Εκλογών και πώς διαμορφώνονται, πλέον, οι πολιτικοί συσχετισμοί στην Κύπρο →

Πώς κρίνεις το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των εκλογών;

Θα έλεγα σχετικά αναμενόμενο. Δεν περιείχε καμιά μεγάλη έκπληξη. Ήταν κάτι που εντόπιζαν όλες οι μετρήσεις κοινής γνώμης των τελευταίων μηνών. Παρόλη την πολιτική απομόνωση του κ. Αναστασιάδη και του Δημοκρατικού Συναγερμού (ΔΗΣΥ), ένας συνδυασμός παραγόντων και κυρίως η ανυπαρξία πολιτικών συμμαχιών στον β’ γύρο –για πρώτη φορά στην εκλογική ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας– επέτρεψε στον απερχόμενο Πρόεδρο να διατηρήσει το αξίωμά του. Είναι όμως και μια εκλογή στην οποία ο πρόεδρος εξελέγη μόνο με το 39,1% του συνολικού εκλογικού σώματος, αν συνυπολογίσουμε την υψηλή αποχή (26%), χωρίς μάλιστα να λαμβάνουμε υπόψη σε αυτό το νούμερο όσους επέλεξαν να μην εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους.

Πού οφείλεται η νίκη του Αναστασιάδη;

Η οποιαδήποτε νίκη ενός υποψηφίου σε μια προεδρική εκλογική αναμέτρηση δεν μπορεί προφανώς να εξηγηθεί μονοπαραγοντικά. Έτσι, και στην προκειμένη περίπτωση θα σημείωνα ορισμένες παραμέτρους, όχι βέβαια εξαντλητικά: Πρώτα απ’ όλα, η πολλαπλή διάσπαση των αντιπολιτευόμενων δυνάμεων, οι οποίες απείχαν μεταξύ τους σε σημαντικά πολιτικά ζητήματα (Κυπριακό, οικονομία) –σε βαθμό που το χάσμα να φαίνεται αγεφύρωτο–, έδωσε τη δυνατότητα στον κ. Αναστασιάδη να ελίσσεται, ενώ παράλληλα δεν επέτρεψε στις δυνάμεις αυτές να βρουν μια κοινή συνισταμένη στον β’ γύρο των εκλογών. Εξού και οι δυνάμεις που υποστήριξαν την υποψηφιότητα του κ. Παπαδόπουλου στον α’ γύρο επέλεξαν είτε τον «κανένα» είτε ψήφο κατά βούληση στον β’ γύρο, στερώντας μια πιθανή δυναμική νίκης από τον κ. Μαλά. Δεύτερον, πολλοί ψηφοφόροι φαίνεται πως επηρεάστηκαν από το αφήγημα της Δεξιάς περί μη επιστροφής σε προηγούμενες πολιτικές, ειδικά στην οικονομία, στις οποίες, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, χρεώνεται η οικονομική κρίση που έπληξε την Κύπρο και η έλευση της τρόικας. Τρίτος παράγοντας, η στροφή που έκανε ο κ. Αναστασιάδης στο Κυπριακό τους τελευταίους μήνες, η οποία του επέτρεψε να αποκαταστήσει τους δεσμούς του τόσο με την πιο εθνικιστική μερίδα της δικής του παράταξης όσο και με τους ψηφοφόρους άλλων δεξιόστροφων και εθνικιστικών κομμάτων, που αποτελούν σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος. Τέταρτον, εκ των πραγμάτων έπαιξε ρόλο και η αδυναμία των ανθυποψηφίων του να πείσουν ότι διέθεταν μια πραγματικά εφαρμόσιμη εναλλακτική πρόταση. Αυτό βέβαια ήταν αποτέλεσμα και ενός πλέγματος θεσμικών και κοινωνικών παραγόντων, με κυρίαρχο παράδειγμα τα ΜΜΕ, που δεν επέτρεψαν σε –επιμέρους έστω– εναλλακτικές προσεγγίσεις να περάσουν στη δημόσια σφαίρα.

Ο Σταύρος Μαλάς στον α’ γύρο κατέγραψε ένα αξιοσημείωτο ποσοστό. Γιατί δεν επαναλήφθηκε αυτή η δυναμική στον β’ γύρο;

Εδώ θα πρέπει να σημειωθούν τα όρια των οποιονδήποτε κοινωνικών συμμαχιών που επιχείρησε το επιτελείο Μαλά και το βασικό κόμμα που τον στήριξε, το ΑΚΕΛ, σε μια κατά βάση δεξιόστροφη κοινωνία, όπως είναι η Κύπρος, και η ταυτόχρονη αδυναμία να επιτευχθούν πολιτικές συμμαχίες. Η πρώτη Κυριακή αποτέλεσε ένα είδος «αγώνα επιβίωσης» για την κυπριακή Αριστερά, που θα αντιμετώπιζε υπαρξιακά διλήμματα αν (για πρώτη φορά) δεν περνούσε ο δικός της υποψήφιος στον β΄ γύρο. Αυτό οδήγησε σε αυξημένη συσπείρωση των αριστερών ψηφοφόρων, δίνοντας μια δυναμική στον κ. Μαλά, ο οποίος διεξήγαγε μια πολύ καλή προεκλογική εκστρατεία. Αυτή η δυναμική όμως φάνηκε να εξαντλεί τα όριά της στον β΄ γύρο, όπου δεν υπήρχε το αφήγημα εκείνο που θα προσέλκυε ψηφοφόρους πέραν της Αριστεράς και που θα επέτρεπε στα κόμματα της αντιπολίτευσης να ενώσουν δυνάμεις. Η απλή επίκληση της ανάγκης αλλαγής κυβέρνησης δεν ήταν από μόνο της αρκετή για να βρεθούν συναινέσεις και συνεργασίες. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις εξόδου, φαίνεται επίσης να καταγράφηκε και μια σημαντική κινητοποίηση της «δεξιάς» αποχής του α’ γύρου, μετά το πολύ καλό και ψηλό ποσοστό Μαλά στον α’ γύρο και τη μικρή απόστασή του από τον κ. Αναστασιάδη.

Ποιες θα είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της νίκης Αναστασιάδη στον κομματικό ανταγωνισμό;

Αυτό είναι ένα δύσκολο ερώτημα. Το κυπριακό κομματικό σύστημα βρίσκεται σε μια περίεργη φάση εδώ και μερικά χρόνια, καθώς στο κοινωνικό πεδίο υπάρχουν πολλές ενδείξεις αλλαγής και αναδιαμόρφωσης, που όμως δεν φαίνεται να βρίσκουν ακόμα το δρόμο τους στο πολιτικό. Αυτό φανερώνει τις αντοχές του υφιστάμενου κομματικού συστήματος αλλά και τη δυνατότητά του να απορροφά τους όποιους κραδασμούς προκαλούνται. Το μεγαλύτερο μέρος της διαμαρτυρίας διοχετεύεται προς το παρόν στην αποχή, που ολοένα και αυξάνεται, χωρίς ένδειξη ότι «έπιασε» ακόμα «ταβάνι». Το κυπριακό κομματικό σύστημα βρίσκεται εδώ και χρόνια σε μια φάση αποστοίχισης, χωρίς όμως σαφείς ενδείξεις μιας πιθανής επαναστοίχισης κοινωνικών δυνάμεων που αποκολλούνται από την παραδοσιακή τους σχέση εκπροσώπησης. Αυτό ενέχει, κατά τη γνώμη μου, μια τριπλή ενδεχομενικότητα: είτε επαναπατρισμού αυτών των ανθρώπων στις παραδοσιακές πολιτικές τους εστίες, είτε διοχέτευσής τους σε καινούρια σχήματα –αν και όποτε αυτά εμφανιστούν–, είτε μιας μόνιμης εξόδου τους από την πολιτική διαδικασία.

Στο χώρο της Δεξιάς ο ΔΗΣΥ παραμένει η κυρίαρχη δύναμη, παρότι τα τελευταία χρόνια αντιμετώπισε αρκετές φυγόκεντρες δυναμικές με την εμφάνιση νέων κομματικών σχηματισμών στα δεξιά του (όπως π.χ. η Αλληλεγγύη και το ακροδεξιό, νεοναζιστικό ΕΛΑΜ, αδερφό κόμμα της Χρυσής Αυγής). Η δεύτερη πενταετία στην εξουσία εκτιμώ ότι θα προκαλέσει αντιφατικές δυναμικές για τον δεξιό πόλο: τόσο φυγόκεντρες, με άξονα το Κυπριακό και την περαιτέρω φθορά της εξουσίας, όσο και κεντρομόλες, με την εξουσία ως δέλεαρ αυτήν τη φορά.

Στο χώρο της Αριστεράς το ΑΚΕΛ παραμένει η δεσπόζουσα δύναμη, και δύσκολα θα αλλάξει αυτό σε συνθήκες αντιπολιτευτικές και χωρίς σοβαρές εξελίξεις είτε στο Κυπριακό είτε στην οικονομία. Η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, που προσδιορίζεται κυρίως με αναφορές στο Κυπριακό, μοιάζει να έχει βρει κοινή γλώσσα με το κόμμα, πράγμα που μειώνει τις οποιεσδήποτε απειλές εξ αριστερών, οι οποίες έτσι κι αλλιώς ήταν πάντοτε μικρές. Το κόμμα θα πρέπει βέβαια να ξεκαθαρίσει βασικά στοιχεία της ιδεολογικής του φυσιογνωμίας που εμφανίζονται αντιφατικά κατά καιρούς όπως είναι, για παράδειγμα, το ζήτημα της συμμετοχής σε κυβερνήσεις.

Τα πιο έντονα σημάδια αναδιαμόρφωσης φαίνεται να εμφανίζει ο λεγόμενος ενδιάμεσος χώρος. Η προσπάθεια που ξεκίνησε τόσο με την κοινή υποψηφιότητα Ν. Παπαδόπουλου όσο και με την κοινή στάση στον β’ γύρο παραπέμπει σε κάτι που έχει ήδη ανακοινωθεί: ένα καινούριο, ομοιογενές μπλοκ που θα ασκεί αυτόνομη πολιτική και θα αποτελέσει δυνητικό διεκδικητή της εξουσίας με όρους ισχύος. Πρόκειται για ένα εγχείρημα δύσκολο, εν μέσω εσωτερικής αναταραχής σε μερικά από το συνθετικά του κομμάτια (ειδικά στο ΔΗΚΟ), που, ενώ έχει εξαγγελθεί και άλλες φορές στο παρελθόν, προσκρούει συνήθως σε διαφορετικές πολιτικές και προσωπικές ατζέντες.

Σε κάθε περίπτωση, ο κ. Αναστασιάδης μπαίνει στη δεύτερη θητεία του με ένα σαφώς εχθρικό κομματικό και κοινοβουλευτικό σκηνικό απέναντί του.